Ενόσω ο χειμώνας πλησιάζει, οι κυβερνήσεις ανά την Ευρώπη ήδη σχεδιάζουν τα επόμενα προγράμματα βοήθειας για την προστασία των πολιτών από την εκτόξευση του ενεργειακού κόστους. Στη Γαλλία θέτουν ανώτατα όρια στις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος, στην Ιταλία δίνουν εκπτώσεις στη βενζίνη, ενώ στη Γερμανία επιδοτούν τους λογαριασμούς θέρμανσης.  

Όμως αυτά τα μέτρα κοστίζουν πολλά χρήματα, τα οποία ανέρχονται σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ, με αποτέλεσμα οι δανειοδοτικές ανάγκες της Ευρώπης να παραμένουν για 4ο διαδοχικό έτος σταθερά υψηλότερες σε σχέση με τα φυσιολογικά επίπεδα (προηγήθηκαν οι υψηλές ανάγκες της πανδημίας). 

Η σημερινή κατάσταση όμως, διαφέρει αισθητά με ό,τι συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια, όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τύπωνε αφειδώς χρήμα και προέβαινε σε αθρόες αγορές ομολόγων, στηρίζοντας τα κράτη – μέλη, μέσω του μειωμένου κόστους δανεισμού.  

Με τον πληθωρισμό σε ιστορικά υψηλά επίπεδα (10% τον Νοέμβριο), οι ιθύνοντες της Φρανκφούρτης έχουν αλλάξει άρδην στρατηγική, σφίγγοντας τα «ζωνάρια» του ξέφρενου δανεισμού. Ο τερματισμός των προγραμμάτων αγοράς ομολόγων και οι διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων έχουν οδηγήσει, ως αποτέλεσμα, σε σημαντική αύξηση το κόστος εξόδου στις αγορές.  

Κι αυτό το αυξημένο κόστος θα κληθούν να το πληρώσουν οι πολίτες των ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες μέσα στο 2023 εκτιμάται ότι θα επιχειρήσουν «σηκώσουν» από τις αγορές ομολόγων το ποσό των 500 δισ. δολαρίων (το υψηλότερο από τις αρχές του αιώνα).  

Ακόμη και οι παραδοσιακές οικονομικές δυνάμεις, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, καλούνται να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη, βλέποντας τα επιτόκια των κρατικών τους ομολόγων να βρίσκονται σε ασυνήθιστα (γι’ αυτές) υψηλά επίπεδα (1,8% και 2,2%, αντίστοιχα, στο 10ετές). Και για την Ιταλία, την πιο ευάλωτη οικονομία των «ισχυρών» της Ε.Ε., το μερίδιο που της αναλογεί είναι ακόμη υψηλότερο (3,6% η απόδοση στο 10ετές).

Η Citigroup, μάλιστα, εκτιμά ότι έως τα τέλη του α’ τριμήνου του 2023, η απόδοση του γερμανικού 10ετούς ομολόγου -θεωρητικά του πιο ασφαλές σ’ όλη τη Γηραιά Ήπειρο- είναι πιθανό να φθάσει έως το 2,75%.

«Εάν πάμε σ΄ ένα περιβάλλον, στο οποίο οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εκδίδουν περισσότερο χρέος για να αντιμετωπίσουν την ενεργειακή κρίση, κι αν λάβουμε υπόψη την επερχόμενη ποσοτική σύσφιγξη, τότε κατανοούμε ότι το κόστος δανεισμού θα αυξηθεί σημαντικά» εξηγεί ο Φλάβιο Καρπεντσάνο, επενδυτής της Capital Group στο Λονδίνο, μιλώντας στο πρακτορείο Bloomberg. «Οι αγορές θα αρχίσουν να θέτουν εν αμφιβόλω τη βιωσιμότητα του χρέους σε χώρες, όπως η Ιταλία». 

Η Barclays «βλέπει» τις εκδόσεις κρατικού χρέους κοντά στα 500 δισ. ευρώ το 2023. Αυτό το ποσό ενδεχομένως να αυξηθεί, σε περίπτωση που η οικονομική ύφεση αποδειχθεί ισχυρότερη, ενώ μόνο στα 100 δισ. ευρώ υπολογίζεται το επιπλέον κόστος, μόλις η κεντρική τράπεζα ξεκινήσει τη μείωση των επανεπενδύσεων των κρατικών ομολόγων. Πρόκειται για τη λεγόμενη ποσοτική σύσφιγξη, η οποία αναμένεται εντός του α’ εξαμήνου.

Διαβάστε ακόμη:

Terracom: Η τεχνολογική εταιρεία από τα Γιάννενα που «ασφάλισε» το Μουντιάλ του Κατάρ

«Κοντοβερός» (Freskot): Σε «κλοιό» πλειστηριασμών και για το εργοστάσιο στον Ασπρόπυργο (pics)

Πόσες ώρες τη μέρα ξοδεύουμε στα social media – Ποια πλατφόρμα κυριαρχεί (λίστα)