Εάν υπάρχει κάτι που σίγουρα θέλει να αποφύγει το ΠΑΣΟΚ το επόμενο διάστημα, αυτό είναι το «πισωγύρισμα» στις δημοσκοπήσεις: δηλαδή, η έστω και «ανεπαίσθητη» υποχώρηση της δυναμικής που ανέπτυσσε υπό τη νέα ηγεσία και παρέπεμπε στην προοπτική ενός ισχυρού διψήφιου ποσοστού στις κάλπες.

Έναn χρόνο πριν – για την ακρίβεια στις 5 Δεκέμβρη του 2021- το τρίτο κοινοβουλευτικό κόμμα κατάφερε να προσελκύσει 270 χιλιάδες μέλη και φίλους στις κάλπες. Ήταν το Κίνημα Αλλαγής που προσπαθούσε να γίνει ξανά ΠΑΣΟΚ – όπως δήλωναν οι υποψήφιοι αρχηγοί- κερδίζοντας τις εντυπώσεις και τα βλέμματα φίλων και αντιπάλων. Τότε και για αρκετούς μήνες αργότερα έδινε την εικόνα ενός κόμματος που μπορεί να κάνει «άλματα» και να αποκτήσει ξανά πρωταγωνιστικό ρόλο στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό. Και σήμερα έχει το ίδιο στοίχημα μπροστά του, παρότι δεν συνεχίζει να κάνει «άλματα» στις δημοσκοπήσεις- κάποιες φορές μάλιστα θυμίζει στους επικριτές του στάσιμα νερά.

Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι εύκολο το παζλ που έχει να διαχειριστεί η Χαριλάου Τρικούπη. Η προσπάθεια για τεκμηριωμένη αντιπολίτευση με ανανεωμένο προφίλ κερδίζει εν δυνάμει ψηφοφόρους, αλλά ταυτόχρονα απομακρύνει άλλους που περιμένουν από το ΠΑΣΟΚ να βγει στα κάγκελα καταγγέλλοντας «διαρκώς» την κυβέρνηση– και όχι μόνο για το ζήτημα των υποκλοπών. Δεν είναι τυχαίο που στα γκάλοπ ένα σημαντικό ποσοστό υποστηρικτών του βλέπει θετικά την προοπτική μετεκλογικής συνεργασίας με τη ΝΔ και ένα άλλο με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Την ίδια ώρα ο Νίκος Ανδρουλάκης χαρακτηρίζει αποτυχημένα τα μοντέλα διακυβέρνησης και των δύο βασικών του αντιπάλων και επιχειρεί να πείσει την ευρύτερη δεξαμενή ψηφοφόρων του κεντρώου και κεντροαριστερού χώρου ότι «με ένα ισχυρό ΠΑΣΟΚ στις κάλπες» θα υπάρξουν οι απαραίτητες εγγυήσεις για την πολιτική και κυβερνητική σταθερότητα της χώρας. Είναι πειστικό το επιχείρημα και αντέχει στον προεκλογικό χρόνο, ειδικά όταν έρχεται ένα νέο σκληρό ντέρμπυ πόλωσης μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ;

Είναι προφανές ότι το ΠΑΣΟΚ έχει ελάχιστο χρόνο να μπει «σφήνα» στα σχέδια της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ εξασφαλίζοντας την ικανή και αναγκαία συνθήκη για ένα δυνατό φινάλε στις κάλπες- καταρχάς της πρώτης Κυριακής, όπου καλείται να αποδείξει ότι έχει τη δύναμη αλλαγής των πολιτικών συσχετισμών και σωστής διαχείρισης του όποιου αποτελέσματος. Μέχρι τότε για ένα κόμμα που έχει αποφασίσει στο Συνέδριό του να ακολουθήσει αυτόνομη και διακριτή πορεία η κατεύθυνση δεν μπορεί παρά να παραπέμπει σε καθημερινές μάχες σε όλα τα πεδία της πολιτικής. Με πρόγραμμα και πολλούς «πολλαπλασιαστές» του κεντρικού μηνύματος που θέλει να εκπέμψει στην «πρώτη γραμμή».

Βασική προτεραιότητα του επιτελείου, όπως είχε προαναγγελθεί εδώ και μήνες, είναι η παρουσίαση της προγραμματικής πρότασης του ΠΑΣΟΚ. Ποιο είναι το σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο διακυβέρνησης; Τι προτείνει για την αντιμετώπιση της συγκυρίας με τις διεθνείς ανακατατάξεις, την ενεργειακή ακρίβεια και την αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων; Τι εισηγείται ως αντίδοτο στο δημογραφικό ζήτημα και για το ασφαλιστικό σύστημα; Ποιο είναι το ακριβές πλάνο του για την θωράκιση των θεσμών, με αφορμή δε το νομοσχέδιο που αποτελεί αντικείμενο διαβούλευσης και αφορά στην άρση του απορρήτου και άλλες σχετικές διατάξεις;

Ναι, έχουν γίνει αρκετά βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση – πρόσφατα παρουσίασαν τις θέσεις τους για το δημόσιο σύστημα υγείας και την αναβάθμιση του ΕΣΥ- αλλά ουδέποτε έγιναν τα αποκαλυπτήρια του συνολικού προγραμματικού σχεδίου. Όπως δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί οι υποψήφιοι βουλευτές του κόμματος σε κάθε εκλογική περιφέρεια– γεγονός που «φρενάρει» τη δυναμική ειδικά σε περιοχές όπου το ΠΑΣΟΚ είχε αρχίσει να «παίζει» με σαφώς καλύτερους όρους απ’ ότι το 2019. Το «σύνθημα» της ανανέωσης που επαναλαμβάνουν ηγεσία και στελέχη έχει βάση; Ή η ανανέωση είναι μόνο ηλικιακή; Θα αποτυπωθεί στα ψηφοδέλτια και το «στοίχημα» της διεύρυνσης ή θα μείνει «παγωμένο» στις συσκέψεις των κομματικών γραφείων; Ο χρόνος που απομένει μέχρι τις εκλογές είναι ελάχιστος, αλλά πάντα υπάρχουν τα περιθώρια μιας δυναμικής «επανεκκίνησης» σε όλα τα πεδία της μάχης…