Επεδίωξα να παρευρίσκομαι στην παρουσίαση του ë-C3, ήτοι της νέας γενιάς του Citroën C3 στην αμιγώς ηλεκτρική του μορφή. Τα προμηνύματα με έκαναν να θέλω να βρίσκομαι στο Παρίσι, ανάμεσα σε εκατοντάδες δημοσιογράφους απ’ όλο τον κόσμο και κυριολεκτικά σύσσωμη την ηγετική ομάδα της Citroën, με επικεφαλής τον CEO της γαλλικής εταιρείας Thierry Koskas.

Θα επρόκειτο, έλεγαν, για μια μεγάλη έκπληξη, σχεδιαστική, τεχνολογική και -το κυριότερο- τιμολογιακή. Όντως ήταν. Απ’ όλες τις παραπάνω απόψεις. Αλλά εδώ θέλω να μείνω λίγο στην τελευταία. Διότι η τιμή του ë-C3, δηλαδή τα 23.300 ευρώ, με την οποία ξεκινάει σε οκτώ βασικές ευρωπαϊκές αγορές, δείχνει κάποια πράγματα που φαίνονται και κάποια άλλα λιγότερο προφανή.

Το πρώτο πράγμα που είναι άμεσα αντιληπτό έχει να κάνει με την τεράστια ανάγκη για ένα μικρό προσιτό ηλεκτρικό αυτοκίνητο. Άλλωστε ο ίδιος ο επικεφαλής της Stellantis, στην οποία ανήκει η Citroën, Carlos Tavares, έχει δηλώσει εδώ και καιρό ότι η «ελευθερία της κινητικότητας» μπορεί να διασφαλιστεί μόνο αν τα ηλεκτρικά οχήματα είναι προσιτά στις μάζες.

Βέβαια, ακόμα και η συγκεκριμένη τιμή δεν είναι, για τους πολλούς, αυτό που λες ευκαιρία, δεδομένου μάλιστα ότι πρόκειται για μια έκδοση της οποίας τα 320 km αυτονομία δεν της επιτρέπουν να επικαλείται την πλήρη κάλυψη των αναγκών μιας μικρής οικογένειας. Αλλά ας δεχτούμε για την οικονομία της συζήτησης ότι φτάνει και περισσεύει για αστικές και περιαστικές μετακινήσεις, οι οποίες άλλωστε αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα της συνολικής χρήσης ακόμα και ενός αυτοκινήτου με θερμικό κινητήρα.

Η αναπόφευκτη ερώτηση όμως είναι γιατί, εφόσον με το ë-C3 η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία απέδειξε ότι μπορεί, δεν έχει ξεκινήσει την αναπόδραστη μετάβαση προς την ηλεκτροκίνηση με τον ορθόδοξο τρόπο, δηλαδή με μικρά, χρηστικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα και προσιτές (αναλογικά) τιμές.

Αντί αυτής της τακτικής, είδαμε -βλέπουμε ακόμα- έναν ορυμαγδό μεγάλων και πανάκριβων ηλεκτρικών μοντέλων, SUV ως επί το πλείστον, τα οποία λογικά οφείλουν να καλύψουν και την υποχρέωση των ταξιδιών έξω από τις πόλεις και φυσικά το μόνο που καταφέρνουν να κάνουν είναι να προκαλούν αδυσώπητο άγχος στους χρήστες τους.

Είναι κλασική περίπτωση τοποθέτησης του κάρου μπροστά από το άλογο λόγω αβλεψίας ή μήπως μια εξίσου κλασική περίπτωση επιχειρηματικής απληστίας;

Προσωπικά, αμφιβάλλω για το πρώτο. Όπως επίσης στέκομαι δύσπιστος μπροστά στις δεκάδες δικαιολογίες για αυτή την εκτόξευση των τιμών, ηλεκτρικών και μη: «Φταίνε η έλλειψη ημιαγωγών, τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, ο πόλεμος, το κόστος των πρώτων υλών, ο ανάδρομος Ερμής» διαλέξτε.

Και κάπως έτσι, ο απλός καταναλωτής είδε ότι η πραγματική του ανάγκη για αυτοκίνητο είναι πλέον κάτι παραπάνω από δυσπρόσιτη. Και κάπως έτσι, το περιθώριο κέρδους ανά μονάδα αυξήθηκε στον Θεό, το ίδιο και τα συνολικά κέρδη – και μάλιστα με λιγότερες παραγόμενες μονάδες. Και κάπως έτσι, ένα μεγάλο μέρος -του τεράστιου όντως- κόστους για την ηλεκτρική μετάβαση μετακυλήθηκε στον καταναλωτή.

Το νέο ë-C3 είναι όντως φθηνό για ηλεκτρικό αυτοκίνητο – και μάλιστα made in Europe. Αλλά αναρωτιέμαι μήπως επίσης είναι και ένα -εσκεμμένο ή αθέλητο, αδιάφορο- τράβηγμα της κουρτίνας. Για να μιλήσω για τον ίδιο όμιλο, τη Stellantis, το FIAT 500e, το οποίο ταξινομείται ως αυτοκίνητο πόλης, ξεκινά στη Γαλλία από 30.400 ευρώ, είναι δηλαδή 30% ακριβότερο από το νέο ë-C3.

Το επίσης πολύ φρέσκο FIAT 600e ξεκινά από 35.900 ευρώ στη Γαλλία, περίπου 54% πιο ακριβό. Το Peugeot e-208 ξεκινά από 35.300 ευρώ, ακριβότερο κατά 51%. Το Jeep Avenger είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα: είναι κι αυτό πολύ φρέσκο, έχει περίπου τις ίδιες διαστάσεις, λίγο μεγαλύτερη αυτονομία, κι όμως στη Γαλλία και πάλι ξεκινά από 39.000 ευρώ.

Μιλάμε για διαφορά 15.700 ευρώ! Θα είχε πολύ ενδιαφέρον να ακούσω μια ευλογοφανή δικαιολογία γιατί τόσο μεγάλες διαφορές ανάμεσα σε κατά βάση παραπλήσια αυτοκίνητα. Θα είχε εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον να μου απαντούσε επίσης κάποιος αν οι επισπεύδοντες πλέον να χαμηλώσουν τις τιμές Ευρωπαίοι (περιμένουμε και το ηλεκτρικό VW των κάτω των 25.000 ευρώ) θα είχαν λιγότερο ζήλο αν δεν τους πίεζε η επαπειλούμενη κινεζική εισβολή και βέβαια αν η Tesla δεν ξεκινούσε εδώ και περίπου έναν χρόνο μια εφιαλτική για τους ίδιους πολιτική συνεχών μειώσεων των τιμών.

Πώς έγινε αυτό το θαύμα; Πίστευε και μη ερεύνα, τέκνον μου, κι ας κάνουμε τον (ηλεκτρικό) σταυρό μας για τις καλύτερες (;) μέρες που βρίσκονται μπροστά μας.