Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, ο Πεγιούς Μιτάλ έχει διανύσει συχνά τα 185 μίλια από την πρωτεύουσα της Ινδίας μέχρι την πόλη Τζαϊπούρ. Το ταξίδι διαρκούσε πάντα έξι ώρες.

«Εδώ και 30 χρόνια οι πολιτικοί υπόσχονται πως θα μειώσουν τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού σε τρεις ώρες», δήλωσε το στέλεχος της Matthews Asia, προσθέτοντας πως «έχουν επεκτείνει τον αυτοκινητόδρομο, από μία λωρίδα σε δύο λωρίδες σε τρεις λωρίδες, έχουν γίνει τα πάντα. Αλλά αυτό το ταξίδι διαρκούσε πάντα έξι ώρες».

Τα πάντα άλλαξαν πέρυσι, όταν μπορούσε να πιάνει ταχύτητες άνω των 100 χλμ την ώρα σε έναν νέο αυτοκινητόδρομο ταχείας κυκλοφορίας που συνδέει τις δύο πόλεις. Το ταξίδι του διήρκησε τρεις μόλις ώρες.

Η ποιότητα των νέων υποδομών της Ινδίας είναι μόνο ένας από τους πολλούς λόγους για τους οποίους ο Μιτάλ, ο οποίος διαχειρίζεται κεφάλαια που επικεντρώνονται στις αναδυόμενες αγορές, αλλά και άλλοι επενδυτές είναι ενθουσιασμένοι με τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας.

Οι επαγγελματίες του χρηματοπιστωτικού τομέα σε όλο τον κόσμο παρατηρούν την ανάπτυξη της Ινδίας από το 2014 υπό τον πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι, ο οποίος έχει δηλώσει ότι θέλει να μετατρέψει το έθνος της Νότιας Ασίας σε μια οικονομία 5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι το 2025.

Η αισιοδοξία γύρω από το πολυπληθέστερο έθνος του κόσμου έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη διάθεση που επικρατεί στην Κίνα, η οποία παλεύει με μια πληθώρα οικονομικών προκλήσεων, συμπεριλαμβανομένης της επιταχυνόμενης φυγής κεφαλαίων από τη χώρα.

Τα χρηματιστήριά της έχουν υποστεί παρατεταμένη πτώση από τα σχετικά πρόσφατα υψηλά του 2021, με περισσότερα από 5 τρισεκατομμύρια δολάρια σε αγοραία αξία να έχουν εξαφανιστεί από τα χρηματιστήρια της Σαγκάης, της Σενζέν και του Χονγκ Κονγκ.

Το χρηματιστήριο της Ινδίας, εν τω μεταξύ, σημειώνει υψηλά ρεκόρ. Η αξία των εισηγμένων εταιρειών στα χρηματιστήρια της Ινδίας ξεπέρασε τα 4 τρισεκατομμύρια δολάρια στα τέλη του περασμένου έτους.

Το μέλλον φαίνεται ακόμη πιο λαμπρό. Η αξία της αγοράς της Ινδίας αναμένεται να υπερδιπλασιαστεί στα 10 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2030, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Jefferies, γεγονός που θα την καταστήσει «αδύνατο να αγνοηθεί από τους μεγάλους και συστημικούς επενδυτές».

Η Ιαπωνία έχει επωφεληθεί από τους επενδυτές που αναζητούν εναλλακτική λύση στην Κίνα. Ο δείκτης αναφοράς του Τόκιο σημείωσε νέο υψηλό για πρώτη φορά μετά από 34 χρόνια την περασμένη εβδομάδα, υποβοηθούμενος από τη βελτίωση των εταιρικών κερδών και το αδύναμο γεν. Η χώρα, παρ’ όλα αυτά, παραμένει παγιδευμένη στην ύφεση και πρόσφατα έχασε τη θέση της ως τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο από τη Γερμανία.

Η τελευταία αναθεώρηση από την MSCI η οποία καταρτίζει παγκόσμιους χρηματιστηριακούς δείκτες αντανακλά την στροφή προς την Ινδία. Η MSCI δήλωσε αυτόν τον μήνα ότι θα αυξήσει τη στάθμιση της Ινδίας στον δείκτη αναδυόμενων αγορών της σε 18,06% από 17,98%, ενώ θα μειώσει τη στάθμιση της Κίνας στο 24,77%.

Σημειωτέον πως, όπως αναφέρει το CNN, οι δείκτες της MSCI βοηθούν τους θεσμικούς επενδυτές παγκοσμίως να αποφασίσουν πώς να κατανέμουν τα χρήματά τους και πού να εστιάσουν την έρευνά τους.

«Η στάθμιση της Ινδίας στον δείκτη MSCI για τις αναδυόμενες αγορές ήταν περίπου 7% πριν από μερικά χρόνια», δήλωσε ο αναλυτής της Macquarie Capital, Αντίτια Σουρές.

Καθώς η Ινδία οδεύει προς τις εθνικές εκλογές τους επόμενους μήνες, οι αναλυτές ελπίζουν ότι το κυβερνών κόμμα Bharatiya Janata του Μόντι θα κερδίσει μια τρίτη θητεία, κάτι το οποίο θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη σταθερότητα όσον αφορά τις προβλέψεις για την οικονομική πολιτική της χώρας τα επόμενα πέντε χρόνια.

Μοχλός ανάπτυξης

Υπάρχουν σοβαροί λόγοι για την ευφορία η οποία αφορά την Ινδία. Από την αύξηση του νεανικού πληθυσμού μέχρι τα εν ενεργεία εργοστάσια, η χώρα έχει πολλά πλεονεκτήματα.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναμένει ότι η Ινδία θα αναπτυχθεί κατά 6,5% έναντι του 4,6% για την Κίνα. Οι αναλυτές της Jefferies αναμένουν ότι η χώρα θα γίνει η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου μέχρι το 2027.

Όπως και η Κίνα πριν από τρεις και πλέον δεκαετίες, η Ινδία βρίσκεται μόλις στην αρχή του μετασχηματισμού των υποδομών, δαπανώντας δισεκατομμύρια για την κατασκευή δρόμων, λιμανιών, αεροδρομίων και σιδηροδρόμων.

Η ταχύτερα αναπτυσσόμενη μεγάλη οικονομία του κόσμου προσπαθεί επίσης να επωφεληθεί από την επανεξέταση σχετικά με τις εφοδισατικές αλυσίδες. Οι παγκόσμιες επιχειρήσεις θέλουν να διαφοροποιήσουν τις δραστηριότητές τους μακριά από την Κίνα, όπου αντιμετώπισαν εμπόδια κατά τη διάρκεια της πανδημίας και είναι εκτεθειμένες σε κινδύνους που προκύπτουν από την ένταση μεταξύ Πεκίνου και Ουάσινγκτον.

Ως αποτέλεσμα, ορισμένες από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένου του προμηθευτή της Apple, Foxconn, επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους στην Ινδία. Ο διευθύνων σύμβουλος της Tesla, Έλον Μασκ, δήλωσε τον περασμένο Ιούνιο ότι η εταιρεία του επιθυμεί να επενδύσει στην Ινδία «όσο το δυνατόν συντομότερα».

Ενώ το ενδιαφέρον για την πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου αυξάνεται, οι υψηλές τιμές των ινδικών μετοχών τρομάζουν ορισμένους διεθνείς επενδυτές.

Παρ’ όλα αυτά, οι εγχώριοι επενδυτές, τόσο οι ιδιώτες όσο και οι θεσμικοί, φαίνεται να μην λαμβάνουν υπόψη αυτές τις υψηλές αποτιμήσεις, οδηγώντας τη χρηματιστηριακή αγορά της Ινδίας σε πρωτοφανείς κορυφές.

Σύμφωνα με την Macquarie, μόνο οι ιδιώτες επενδυτές κατέχουν το 9% της αξίας της αγοράς μετοχών της Ινδίας έναντι των ξένων επενδυτών που βρίσκονται λίγο κάτω από το 20%. Οι αναλυτές, ωστόσο, αναμένουν ότι οι ξένες επενδύσεις θα αυξηθούν το β’ εξάμηνο του 2024, μετά το πέρας των εκλογών.

Παρά τη νέα οικονομική της έπαρση, η Ινδία δεν έχει τη δυνατότητα να απορροφήσει όλα τα χρήματα που απορρέουν από την Κίνα, της οποίας η οικονομία εξακολουθεί να είναι περίπου πέντε φορές μεγαλύτερη.

Το γεγονός ότι το ράλι της Ινδίας οδηγείται από εγχώριους επενδυτές, όμως, αποτελεί πλεονέκτημα για τη χώρα και μειώνει την εξάρτησή της από τις ροές ξένων κεφαλαίων.

Εκτός από τις γεωπολιτικές ρήξεις και τις αβέβαιες οικονομικές προοπτικές, οι ξένες εταιρείες και οι επενδυτές έχουν γίνει όλο και πιο επιφυλακτικοί για τους εγχώριους πολιτικούς κινδύνους στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας βίαιων καταστολών από τις αρχές και συλλήψεων Κινέζων αντιφρονούντων.

Η Ινδία, από την άλλη, απολαμβάνει υγιείς σχέσεις με τη Δύση και άλλες μεγάλες οικονομίες και προσελκύει μεγάλες επιχειρήσεις για την κατασκευή εργοστασίων στη χώρα.

Στην ομιλία της για τον προϋπολογισμό τον Φεβρουάριο, η υπουργός Οικονομικών της Ινδίας Νιρμάλα Σιθαραμάν δήλωσε ότι οι εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων από τότε που ο Ναρέντρα Μόντι ανήλθε για πρώτη φορά στην εξουσία το 2014 άγγιξαν τα σχεδόν 600 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσό διπλάσιο σε σχέση με αυτό της προηγούμενης δεκαετίας.

Οι αναλυτές, τέλος, υποστηρίζουν πως θα ήταν δύσκολο να σταματήσει η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της Ινδίας, ανεξαρτήτως από το τι θα συμβεί στην Κίνα.

«Ακόμη και αν η Κίνα επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και επιλύσει πολλά προβλήματα με τη Δύση, η Ινδία θα παραμείνει στο προσκήνιο», συμπλήρωσε ο Μιτάλ.

Διαβάστε ακόμη

Οι 60 μέρες που θα κρίνουν υπερπλεόνασμα και παροχές πριν από το Πάσχα

Σωκράτης Κόκκαλης: Θα διεκδικήσουμε νέα συμβόλαια, στόχος η ανάπτυξη της INTRALOT (pics)

Μέρες του 2021 θυμίζει το Bitcoin – Ράλι 39% τον Φεβρουάριο (γραφήματα)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ