Στην είσοδο του εργοστασίου της Ελευσίνας υπάρχει ακόμη η επιγραφή «Χαλυβουργική – Η ατσάλινη δύναμη».

Είναι ίσως το μόνο που έχει απομείνει για να θυμίζει το ένδοξο παρελθόν, σε αντίθεση με το συννεφιασμένο, αλλά και «ορφανεμένο» παρόν.

Η πάλαι ποτέ κραταιά Χαλυβουργική έχει κατεβάσει τα ρολά καιρό τώρα και, πια, έχασε και τον «πατέρα» της.

Με τον θάνατο του Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου, βέβαια, δεν κλείνει-, και τυπικά-, μόνο ο κύκλος της Χαλυβουργικής, αλλά ένα ολόκληρο κεφάλαιο της βιομηχανικής ιστορίας της χώρας.

Είναι ο άνθρωπος που ταυτίστηκε με την πορεία και τη γιγάντωση της εταιρείας, η οποία με τη σειρά της υπήρξε ένας από τους πλέον χαρακτηριστικούς πυλώνες στην ανάπτυξη της μεταπολεμικής Ελλάδας.

Γόνος και συνεχιστής μιας οικογένειας που έχει αφήσει ανεξίτηλο το πολυεπίπεδο στίγμα της στην οικονομική και ακαδημαϊκή ζωή, τη ναυτιλία και σε αρκετά ακόμη μετερίζια.

Ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος χτυπήθηκε νωρίς από τη μοίρα, με την ασθένειά του να τον καθηλώνει περιορίζοντας τη δραστηριότητά του. Παρά τη βεβαρυμμένη κατάσταση της υγείας του, ωστόσο, εξακολουθούσε μέχρι προ μηνών να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τα τεκταινόμενα γύρω από τη Χαλυβουργική. Ήταν, άλλωστε, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει, «βασικός μέτοχος και χρηματοδότης» της ιστορικής εταιρείας.

Έτσι, πριν τους τίτλους τέλους στη λειτουργία της, την είχε ενισχύσει αρκετές φορές με ενέσεις ρευστότητας μέσω μεγαλύτερων ή μικρότερων αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου.

Το έτος «ορόσημο» και η διαδρομή ενός αιώνα

Ο Κων. Αγγελόπουλος ασχολήθηκε από πολύ νωρίς με τη Χαλυβουργική, ήδη από τότε που επέστρεψε από τις μεταπτυχιακές σπουδές του στην Ελβετία. Ως έτος «ορόσημο», αναμφίβολα, θεωρείται το 1998, όταν παρέλαβε εξ ολοκλήρου τα ηνία από τον πατέρα του Παναγιώτη Αγγελόπουλο, ενώ την ίδια χρονιά άνοιξε πανιά και στη ναυτιλία μέσω της Arcadia.

Οι επενδύσεις του και στους δύο επιχειρηματικούς βραχίονες ήταν μεγάλες. Η Χαλυβουργική, όμως είχε πάντα για εκείνον μια ξεχωριστή βαρύτητα ως η επιχειρηματική «κοιτίδα» της οικογένειας.
Μιας οικογένειας που ξεκίνησε από ένα μικρό και φτωχικό χωριό, τον Βλαχορράπτη Αρκαδίας, για να φτάσει στην κορυφή.

Ως αφετηρία θεωρείται το 1925, όταν ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος και οι γιοι του Δημήτρης, Παναγιώτης και Γιάννης, ξεκίνησαν το εμπόριο ειδών σιδήρου. Ο μεγαλύτερος αδελφός τους Άγγελος, ακολούθησε πανεπιστημιακή σταδιοδρομία ως καθηγητής των οικονομικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διετέλεσε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Το 1932, δημιούργησαν το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής ειδών συρματουργίας, στην οδό Πειραιώς 197, με την επωνυμία «Ελληνικά Συρματουργεία Θ.Α. Αγγελόπουλος & Υιοί». Έτσι άρχισαν πλέον να μπαίνουν στη μεταποίηση (παραγωγή καρφιών, πεταλόκαρφων και γαλβανισμένων συρματοπλεγμάτων). Λίγα χρόνια αργότερα, το 1938, τοποθετήθηκαν ηλεκτρικοί κλίβανοι των 6-8 τόνων που παρήγαγαν χάλυβα, ο οποίος στη συνέχεια διαμορφωνόταν στις τότε εγκαταστάσεις ελάστρων σε χάλυβα οπλισμού σκυροδέματος. Η όλη δραστηριότητα, όμως, σταμάτησε με την έναρξη του πολέμου.

Μετά την απελευθέρωση οι Αγγελόπουλοι προχωρούν στη σύσταση Ανωνύμου Εταιρείας, η οποία είναι από τότε γνωστή ως Χαλυβουργική A.E. Το 1951 οι δραστηριότητες μεταφέρονται στην Ελευσίνα και το 1953 αρχίζει η λειτουργία ηλεκτρικών κλιβάνων των 20 τόνων.
Το 1958 εγκαθίσταται ένας κλίβανος Siemens Martin των 40 τόνων, ενώ διακόπτεται η λειτουργία των μικρών κλιβάνων της οδού Πειραιώς.

Προς το τέλος όμως της δεκαετίας του ‘50 οι απαιτήσεις της αγοράς σε χάλυβα αυξάνονται λόγω της εντατικής ανοικοδόμησης της χώρας. Τότε ελήφθη η μεγάλη απόφαση για την μετεξέλιξη της εταιρείας με την καθετοποίηση της παραγωγής. Στο πλαίσιο αυτό, το 1961 θεμελιώθηκε η πρώτη υψικάμινος στην Ελλάδα, που ολοκληρώθηκε το 1963, όταν άρχισε να κατασκευάζεται και η δεύτερη.

Παράλληλα ετοιμάζεται το χαλυβουργείο, όπου ο παραγόμενος στις υψικαμίνους χυτοσίδηρος μετατρέπεται μέσα σε σύγχρονους μεταλλάκτες LD και με την εμφύσηση καθαρού οξυγόνου σε χάλυβα. Η ανάγκη χρήσης καθαρού οξυγόνου οδηγεί και στην εγκατάσταση τριών μονάδων παραγωγικής ικανότητας 7.500-8.000 κυβικών μέτρων την ώρα.

Τον Ιούνιο του 1963 αρχίζει η παραγωγή χυτοσιδήρου και χάλυβα από σιδηρομετάλλευμα. Την περίοδο1963-75 ακολουθεί και η δεύτερη υψικάμινος, η οποία ανεβάζει τη συνολική ετήσια δυναμικότητα σε πάνω από 1 εκατομμύριο τόνους χυτοσιδήρου το χρόνο, ενώ παράλληλα τίθενται σε λειτουργία μία μονάδα παραγωγής κωκ για τις ανάγκες της υψικαμίνου και μία μονάδα ελασματουργείου για την παραγωγή θερμής και ψυχρής έλασης χαλυβδοφύλλων σε ρολά και φύλλα.
Από το 1977 αρχίζει και η λειτουργία τριών ηλεκτρικών κλιβάνων των 100 τόνων και το 1982 ολοκληρώνεται η εγκατάσταση νέας υπερσύγχρονης μονάδας παραγωγής χαλυβδοφύλλων ψυχρής έλασης.

Οι Αγγελόπουλοι, εκτός από την κυριαρχία τους στην εσωτερική αγορά, εργάστηκαν και με εξωστρεφή προσανατολισμό. Έτσι, με «όπλο» την ποιοτική υπεροχή των προϊόντων τους κατάφεραν να «ξεκλειδώσουν» πολλές ξένες αγορές, από τα Βαλκάνια και την Ευρώπη μέχρι τη μακρινή Ιαπωνία.

Το 1994 η Χαλυβουργική έγινε η πρώτη ελληνική εταιρεία στην οποία απονέμεται πιστοποιητικό συμμόρφωσης από τον ΕΛΟΤ για τους παραγόμενους χάλυβες οπλισμού σκυροδέματος.

Το 1998, όπως προαναφέρθηκε, το τιμόνι της ιστορικής επιχείρησης αναλαμβάνει ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, ο οποίος το 2001 παίρνει τη μεγάλη απόφαση να προχωρήσει στον ριζικό εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων μέσω επενδυτικού προγράμματος ύψους 250 εκατ. ευρώ.

Το 2003, ολοκληρώθηκε η πρώτη φάση της επένδυσης ύψους 150 εκατ. ευρώ και άρχισε η λειτουργία των νέων παραγωγικών εγκαταστάσεων πρωτοποριακής τεχνολογίας. Το 2006 ολοκληρώθηκε και η δεύτερη φάση της επένδυσης, ύψους 100 εκατ. ευρώ, με την λειτουργία του δεύτερου υπερσύγχρονου ελασματουργείου καθώς και δύο νέων μονάδων παραγωγής πλεγμάτων στο εργοστάσιο Ελευσίνας, οι οποίες εξασφαλίζουν στην Χαλυβουργική ετήσια παραγωγική ικανότητα ύψους 1.000.000 τόνων. Ακόμη, κατασκευάζονται και νέοι, υπερσύγχρονοι αποθηκευτικοί χώροι.

Έναν χρόνο μετά, το 2007, πραγματοποιείται νέα επένδυση για την πρώτη στη χώρα μας μονάδα παραγωγής Spooler η οποία παρέχει τη δυνατότητα παραγωγής προϊόντων χάλυβα οπλισμού σκυροδέματος σε ειδικού τύπου κουλούρες (Compact Rebar Coils).

Η κρίση και οι ενδοοικογενειακές διαμάχες

Εκείνη την περίοδο, όμως, τόσο η Ελλάδα, όσο και η διεθνής οικονομία εισέρχονταν στο σκοτεινό τούνελ της κρίσης. Έτσι, η κατάρρευση της ζήτησης για χαλυβουργικά προϊόντα, σε συνδυασμό με τα υψηλά δάνεια που είχαν ληφθεί για κεφάλαια κίνησης και νέες επενδύσεις, οδήγησαν τη βιομηχανία στα βράχια, με τα χρέη, -ακόμη και προς τη ΔΕΗ-, να την πνίγουν. Τα φουγάρα έσβησαν από το 2013 και έκτοτε λειτουργούσε το ελασματουργείο για λίγα χρόνια ακόμη.

Παρά τις διαδοχικές «ενέσεις» των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου εκ μέρους του βασικού μετόχου, το αδιέξοδο ήταν δεδομένο. Στις προσπάθειες που έγιναν ακόμη και για την εξεύρεση ενδιαφερόμενου στρατηγικού επενδυτή, δεν υπήρξε κανένα αποτέλεσμα. Έτσι, τον Δεκέμβριο του 2018 σταμάτησε οριστικά η λειτουργία του εργοστασίου της Ελευσίνας, ενώ ακολούθησε η εθελουσία έξοδος των εργαζομένων και απέμεινε μόνο η διοίκηση.

Παράλληλα όλα τα τελευταία χρόνια υπήρξαν έντονες ενδοοικογενειακές διαμάχες, αρχικά μεταξύ του Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου με τον αδελφό του Θεόδωρο και στη συνέχεια με τους δύο γιούς του Γιώργο και Παναγιώτη. Αυτός ο δεύτερος «εμφύλιος» που κράτησε μέχρι και τώρα, δυσχέρανε ακόμη περισσότερο την κατάσταση για τη Χαλυβουργική, αλλά και τη συνεννόηση με τις πιστώτριες τράπεζες.

Πριν λίγο καιρό οι δικαστικές εξελίξεις έγειραν την πλάστιγγα υπέρ των γιων, καθώς ορίστηκε ως δικαστικός συμπαραστάτης του πατέρα τους, ο Γιώργος Σκινδήλιας, που ήταν Διευθύνων Σύμβουλος και μετά την αποχώρηση του Γεωργίου Βαρουφάκη, κατέλαβε και τη θέση του Προέδρου της Χαλυβουργικής.

Ο Γ. Σκινδήλιας έχει ταχθεί σαφώς με την πλευρά των αδελφών Αγγελόπουλων, ενώ στο πρόσφατο παρελθόν υπήρξαν μέχρι και αντιπαραθέσεις, μέσω δημοσίων δηλώσεων, με τον Κωνσταντίνο Αγγελόπουλο.

Η αίτηση ειδικής διαχείρισης, οι μέτοχοι και η επόμενη μέρα

Σε κάθε περίπτωση, η Χαλυβουργική από σύμβολο της βιομηχανικής ανάπτυξης της χώρας, εξελίχθηκε σε ένα από μεγαλύτερα «βαρίδια» και…δύσκολα σταυρόλεξα στο πεδίο των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων, κουβαλώντας χρέη άνω των 500 εκατ. ευρώ.
Έτσι φτάσαμε, στις 23 Φεβρουαρίου φέτος, με την Εθνική Τράπεζα, η οποία βαρύνεται με το μεγαλύτερο μέρος (340 εκατ. ευρώ) των «κόκκινων» δανείων να καταθέτει την αίτηση ώστε να τεθεί η εταιρεία σε ειδική διαχείριση.

Η απόρριψη της και μάλιστα σε χρόνο ρεκόρ από το Μονομελές Πρωτοδικείο ανοίγει το δρόμο για διαφορετικού τύπου εξελίξεις, μηδέ εξαιρουμένης της άτακτης ρευστοποίησης των «ασημικών». Μεταξύ αυτών είναι το μεγάλο ακίνητο με το δικό του λιμάνι στην Ελευσίνα, άδεια για μονάδα ηλεκτροπαραγωγής ισχύος 880 MW, ακόμη και δικαιώματα ρύπων.

Ανάλογα με τις συνθήκες, στους δυνητικά ενδιαφερόμενους θα μπορούσαν να περιληφθούν από βιομηχανίες μέχρι και παίκτες των logistics. Προ καιρού διακινήθηκε μάλιστα και η πληροφορία περί χρησιμοποίησης της μονάδας για τη διαχείριση απορριμμάτων στο μοντέλο της καύσης για την παραγωγή ενέργειας.

Όσον αφορά την κατανομή των μετοχικών ποσοστών της εταιρείας, με βάση πρόσφατη εικόνα ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος ήλεγχε άμεσα ως φυσικό πρόσωπο το 1,51%, ενώ οι δύο γιοι του Παναγιώτης και Γιώργος από 0,48%. Tο υπόλοιπο 97,53% κατανέμεται σε εννέα ε συμφερόντων τους. Συγκεκριμένα,  το μεγαλύτερο ποσοστό, 28,06%, ελέγχεται από την Parula Shipping Inc και ακολουθούν οι Sky Ocean Shipping, με 16,22%, Afrima Establishment και Eltrol Anstalt που έχουν από 11,91%, η Solva Corporation με 9,97%, η Sea Island με 8,93%, η Light Blue Shipping με 8,32%, η Akron Corporation με 2,18% και η Saphire Corporation με 0,03%.

Το σίγουρο είναι ότι την «επόμενη μέρα», δεν θα υπάρχει πλέον η δικαστική διαμάχη γύρω από το πρόσωπο (και την δικαστική επιμέλεια) του Κων. Αγγελόπουλου, αλλά τα μέτωπα, τόσο με τις τράπεζες όσο και μεταξύ των κληρονόμων θα ενταθούν

Διαβάστε ακόμη:

Alpha Bank: Πάνω από €23 δισ. οι πωλήσεις «κόκκινων» δανείων το διάστημα 2017-2022 

Γιώργος Ξηραδάκης: Η πρόκληση της ανανέωσης του στόλου της Ναυτιλίας Μικρών Αποστάσεων

Επενδυτική (μη δεσμευτική) πρόσκληση για 400 στρέμματα γύρω από το ΣΕΦ