Τους τελευταίους δύο αιώνες, η χρήση ενέργειας της ανθρωπότητας έχει αλλάξει δραματικά. Αυτές οι αλλαγές οφείλονται κυρίως σε νέες εφευρέσεις όπως η ατμομηχανή, oι μηχανές εσωτερικής καύσης και η ευρύτατη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας.

Η αλλαγή από τη γεωργική οικονομία στη βιομηχανική απαιτούσε την εύρεση νέων ενεργειακών πόρων.

Η τρέχουσα ενεργειακή μετάβαση, όμως, οφείλεται κυρίως στην ανάγκη καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής.

Το παρακάτω διάγραμμα βασισμένο σε δεδομένα του Our World in Data, υποδεικνύει την ιστορική αλλαγή πλεύσης αυτής και την τρέχουσα προσπάθεια απαγκίστρωσης από τους υδρογονάνθρακες.

Η πρώτη ενεργειακή μετάβαση

Πριν τη βιομηχανική επανάσταση, οι πολίτες βασίζονταν στην καύση ξύλου και αποξηραμένης κοπριάς για τη θέρμανση των σπιτιών και το μαγείρεμα φαγητού, ενώ άλλοι βασίζονταν στους ανεμόμυλους και τους υδρόμυλους για την επεξεργασία γεωργικών προϊόντων. Η μεταφορά των αγαθών γινόταν με καρότσες και άλογα ή άλλα ζώα.

Κατά τη διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα οι τιμές των καυσόξυλων και του κάρβουνου αυξήθηκαν κατακόρυφα λόγω ελλείψεων οφειλόμενων στην αυξημένη κατανάλωση τόσο των νοικοκυριών όσο και των βιομηχανιών.

Οι ανεπτυγμένες οικονομίες όπως αυτή της Βρετανίας αναγκάστηκαν να ανακαλύψουν εναλλακτικές, όπως τον άνθρακα, σηματοδοτώντας την πρώτη ενεργειακή μεταβατική περίοδο.

Μέσω της αύξησης της χρήσης και παραγωγής άνθρακα, το κόστος του μειώθηκε, ενώ οι νέες μηχανολογικές εφευρέσεις βελτίωσαν τους τρόπους χρήσης και καύσης του.

Η ατμομηχανή, η οποία αποτέλεσε πιθανώς τη σημαντικότερη τεχνολογική εφεύρεση της βιομηχανικής επανάστασης βασιζόταν ως επί το πλείστον στον άνθρακα, όπως και τα νοικοκυριά αυτά καθεαυτά. Το ποσοστό χρήσης άνθρακα ως μέσο παραγωγής ενέργειας αυξήθηκε από το 1,7% το 1800 στο 47,2% το 1900. 

Η δεύτερη ενεργειακή μετάβαση

Το 1859, ο Edwin L. Drake κατασκεύασε τα πρώτα εμπορικά «ντέρικ» στην Πενσυλβανία για την άντληση πετρελαίου. Μετά από ένα -περίπου- αιώνα, το πετρέλαιο μετατράπηκε σε κύρια πηγή ενέργειας.

Ακόμα και πριν τη μαζική παραγωγή αυτοκινήτων, το πετρέλαιο χρησιμοποιούταν για τις λάμπες και τον φωτισμό τόσο των σπιτιών όσο και των πόλεων. Η ζήτηση για πετρέλαιο άρχισε να αυξάνεται μετά τη δημιουργία των βιομηχανικών γραμμών παραγωγής, ενώ αυξήθηκε κατακόρυφα μετά τον Β’ ΠΠ λόγω της αυξημένης χρήσης των αυτοκινήτων

Παράλληλα, στη ζωή των καταναλωτών εισήλθε και το φυσικό αέριο μέσω του «Bunsen burner». Ο υδρογονάνθρακας τροφοδοτούσε ως επί το πλείστον τις οικιακές συσκευές. Ο άνθρακας έχασε το μερίδιο της αγοράς του στο φυσικό αέριο και το ηλεκτρικό, και η αγορά μεταφορών κατακλύστηκε από πετρέλαιο.

Παρ’ όλα αυτά, ο άνθρακας μετατράπηκε στην κύρια πηγή παραγωγής ηλεκτρικού στον κόσμο. Ακόμα και σήμερα, το 1/3 της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας βασίζεται στο συγκεκριμένο υδρογονάνθρακα.

Η τρίτη ενεργειακή μετάβαση

Η μετάβαση σε εναλλακτικές, βιώσιμες, και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελεί το επίκεντρο της παγκόσμιας προσπάθειας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι οικονομίες και οι αγορές «κοιτούν» πια προς την αιολική, ηλιακή, πυρηνική και γεωθερμική ενέργεια. 

Κατά τη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, το μερίδιο αγοράς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αυξήθηκε μόλις 1,1%. Η ανάπτυξη αυτή, όμως, κατέγραψε ραγδαία αύξηση κατά τη διάρκεια της δεύτερης δεκαετίας, όπου το ποσοστό κυμάνθηκε κοντά στο 3,5%. 

Επιπροσθέτως, η τρίτη ενεργειακή μετάβαση ξεπερνά κατά πολύ τις προηγούμενες, τόσο σε μέγεθος όσο και σε ταχύτητα, λόγω του στόχου επίτευξης «net zero» μέχρι το 2050. Αυτό, εν ολίγοις, σημαίνει παύση της χρήσης υδρογονανθράκων μέσα σε 30 μόλις χρόνια και αύξηση της χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας. Σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα, η αύξηση παραγωγής ενέργειας μέσω ανανεώσιμων πηγών κατέγραψε δεύτερο συνεχόμενο ετήσιο  ρεκόρ το 2021 ενώ οι επενδύσεις σε τέτοιες «πράσινες» πηγές ενέργειας άγγιξαν τα $755 δισ το 2021. 

Παρ’ όλα αυτά, η ιστορία μας υποδεικνύει πως η ενίσχυση της παραγωγικής ικανότητας των νέων πηγών ενέργειας δε θα είναι αρκετή για την ενεργειακή μετάβαση. Ο άνθρακας χρειάστηκε ορυχεία, κανάλια ύδρευσης και σιδηρόδρομους. Το πετρέλαιο χρειάστηκε αγωγούς και διυλιστήρια, το ηλεκτρικό χρειάστηκε γεννήτριες και περίπλοκο δίκτυο ηλεκτροδότησης. 

Το ίδιο θα χρειαστεί να συμβεί με τις νέες μορφές ενέργειας. Οι υποδομές, η αποθηκευτική ικανότητα ενέργειας και οι φυσικοί πόροι, όπως και οι ενεργειακές μας συνήθειες, θα πρέπει να αλλάξουν.