Το μέγεθος των προκλήσεων με τις οποίες είναι αντιμέτωπες οι ελληνικές επιχειρήσεις όσον αφορά το κόστος των μέτρων της Ε.Ε. κατά της κλιματικής αλλαγής αναδεικνύει ο ΣΕΒ μέσα από σχετικό special report του.

Στην ειδική αυτή έκδοση γίνεται αναφορά στις δεσμεύσεις της χώρας για την επόμενη περίοδο που περιλαμβάνουν την απολιγνιτοποίηση της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος έως το 2028, την αναθεώρηση του ΕΣΕΚ, στα πλαίσια των νέων Ευρωπαϊκών στόχων και την ψήφιση του Εθνικού Κλιματικού Νόμου.

Στις ιδιαίτερες προκλήσεις, ξεχωρίζει η αυξημένη έκθεση της χώρας στον κίνδυνο διαρροής άνθρακα λόγω γεωγραφικής θέσης. Οι κλάδοι που εκτίθενται σε σημαντικό κίνδυνο διαρροής άνθρακα προσδιορίζονται με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όπου περιλαμβάνονται δραστηριότητες, όπως η παραγωγή προϊόντων διύλισης πετρελαίου, τσιμέντου, σιδήρου και χάλυβα καθώς και αλουμινίου, που έχουν σημαντική συμβολή στα οικονομικά μεγέθη της χώρας.

H αναμενόμενη επιβάρυνση στο κόστος παραγωγής τους, λόγω των αλλαγών στην παροχή δικαιωμάτων εκπομπών, την ίδια στιγμή που οι ανταγωνιστές παραγωγοί εκτός Ε.Ε. θα επιβαρυνθούν μέσω εφαρμογής του ΜΣΠΑ (Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα) με κόστος άνθρακα, μόνο για τα μερίδια παραγωγής που εισάγουν στην Ε.Ε., επιτείνει την πίεση στην ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων στο διεθνές περιβάλλον.

Τι δείχνουν οι αριθμοί

Η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία που παράγουν οι βιομηχανικοί κλάδοι που είναι εκτεθειμένοι στον κίνδυνο διαρροής άνθρακα ανήλθε το 2018 σε περίπου 3,2 δισ. και το μερίδιό τους στην ΑΠΑ της εγχώριας Μεταποίησης υπολογίζεται σε 26,9%. Η απασχόληση στους βιομηχανικούς κλάδους «διαρροής άνθρακα» ανήλθε σε 56,6 χιλ. εργαζόμενους το 2018, δηλαδή περίπου στο 15,8% της απασχόλησης της εγχώριας Μεταποίησης, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο ΣΕΒ.

Η ισχυρή άνοδος των εξαγωγών των κλάδων «διαρροής άνθρακα» κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας (κατά 76,7%, από 9 δισ. το 2010 σε 16 δισ. το 2019) αναδεικνύει την προσπάθεια που κατέβαλαν ώστε να αναπληρώσουν τις απώλειες στην εγχώρια αγορά και να διατηρήσουν το παραγωγικό δυναμικό τους, μέσα από εντατικοποίηση της εξαγωγικής δραστηριότητάς τους.

Το 2020, όπως αναφέρεται, η αξία εξαγωγών υποχώρησε σε 12,2 δισ., σημαντικά χαμηλότερα σε σχέση με το 2019. Η πτώση οφείλεται κατά κύριο λόγο στις χαμηλότερες εξαγωγές πετρελαιοειδών, ως αποτέλεσμα και της μεγάλης μείωσης της ζήτησης στις μεταφορές παγκοσμίως λόγω της πανδημίας, αναμένεται όμως να επανέλθει σε υψηλά επίπεδα το 2021 και 2022. Το μερίδιο των κλάδων διαρροής άνθρακα στις συνολικές εξαγωγές αγαθών υποχώρησε σε 39,8% το 2020. Ωστόσο, με την ανάκαμψη της δραστηριότητας μετά την πανδημία, το μερίδιο αναμένεται να επανέλθει κοντά στο ήμισυ των εξαγωγών αγαθών της χώρας.

Σημειώνεται ότι το ποσοστό εξαγωγών που κατευθύνεται σε τρίτες χώρες εκτός Ε.Ε. είναι ιδιαίτερα υψηλό. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 53,9% της αξίας των εξαγωγών των κλάδων «διαρροής άνθρακα» το 2020 είχε ως προορισμό χώρες εκτός της Ε.Ε. Αυτό το ποσοστό είναι ιδιαίτερα υψηλό σε ορισμένους από τους εξεταζόμενους κλάδους, όπως η παραγωγή τσιμέντου (83,3%) και η διύλιση προϊόντων πετρελαίου (71,3%).

Σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ε.Ε., ο δείκτης έντασης εμπορίου είναι σημαντικά υψηλότερος για τους εγχώριους βιομηχανικούς κλάδους διαρροής άνθρακα. Ειδικότερα, ενώ στον κλάδο παραγωγής τσιμέντου ο δείκτης υπολογίζεται σε περίπου 6,7% στην Ε.Ε. (κατά μέσο όρο), στην Ελλάδα ο δείκτης βρίσκεται σε πολλαπλάσιο επίπεδο (24,7% το 2020). Σημαντικές διαφορές παρατηρούνται και στην παραγωγή βασικού σιδήρου και χάλυβα (52,7% στην Ελλάδα, έναντι 25,3% στην Ε.Ε.), καθώς και στη διύλιση πετρελαίου (56,7%, έναντι 33,1% αντίστοιχα).

Τι φέρνει το πακέτο «Fit for 55»

Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος των αλλαγών που έρχονται, αναφέρονται τα μέτρα που προωθούνται μέσω του πακέτου «Fit for 55»:

1. Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ): Ταχύτερη μείωση ετήσιων εκπομπών με εφαρμογή γραμμικού συντελεστή μείωσης 4,2% (αντί 2,2%) και εφάπαξ μείωση του ανώτατου ορίου δικαιωμάτων κατά 117 εκατ. (rebasing).

2. Επέκταση του πεδίου εφαρμογής στο ήδη υπάρχον ΣΕΔΕ και στις θαλάσσιες μεταφορές και λειτουργία ξεχωριστού αντίστοιχου συστήματος για τα κτίρια και τις οδικές μεταφορές.

3. Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (ΜΣΠΑ): Εισαγωγή μηχανισμού που θα καθορίζει την τιμή των εισαγωγών περιορισμένου αριθμού προϊόντων υψηλής έντασης εκπομπών με βάση την περιεκτικότητά τους σε άνθρακα. Οι κλάδοι που εντάσσονται είναι το τσιμέντο, η ηλεκτρική ενέργεια, τα λιπάσματα, ο σίδηρος και χάλυβας και το αλουμίνιο. Μεταβατική περίοδος έως το 2026 με διατήρηση της δωρεάν κατανομής και μετά μείωση κατά 10% κάθε έτος έως το 2035.

4. Οδηγία για τη Φορολόγηση της Ενέργειας (ETD): Θέσπιση νέων κανόνων φορολόγησης ηλεκτρικής ενέργειας και καυσίμων για τις μεταφορές και τα κτίρια, με υψηλότερους συντελεστές για ορυκτά καύσιμα και χαμηλότερους για ΑΠΕ και βιοκαύσιμα.

5. Κανονισμός για τον Επιμερισμό των Προσπαθειών (ESR): Νέος στόχος μείωσης των εκπομπών των κλάδων που καλύπτονται από τον κανονισμό κατά 40% έως το 2030 (έναντι 29% που ίσχυε πριν). Για την Ελλάδα ο νέος στόχος είναι 22% έναντι 16% που ίσχυε πριν.

6. Κανονισμός για τη χρήση γης, την αλλαγή χρήσης γης και τη δασοκομία (LULUCF): Θέσπιση στόχου για την περίοδο 2026-2030 για απορροφήσεις 310 εκατ. τόνων CO2eq (για την Ελλάδα 4,4 εκατ. τόνοι CO2eq). Επίσης, έως το 2035 οι τομείς LULUCF και η γεωργία θα πρέπει να είναι κλιματικά ουδέτεροι. Τα κράτη μέλη θα περιλάβουν έως τον Ιούνιο του 2024 πλάνα δράσης για αυτό τον στόχο και στη συνέχεια μέχρι το τέλος του 2025 η Ε.Ε. θα καθορίσει δεσμευτικούς στόχους για κάθε κράτος μέλος.

7. Οδηγία για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (RED): Νέος στόχος για μερίδιο των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας στο 40% έως το 2030 έναντι 32% που ίσχυε πριν. Ετήσια αύξηση με δεσμευτικό χαρακτήρα 1,1% των ΑΠΕ σε θέρμανση και ψύξη σε εθνικό επίπεδο. Ενδεικτικός στόχος αύξησης κατά 1,1% ετησίως στη χρήση πράσινης ενέργειας στη βιομηχανία. Νέοι δείκτες (benchmarks) για τη μετάβαση σε τουλάχιστον 49% μερίδιο ΑΠΕ στην χρήση ενέργειας στα κτίρια.

8. Οδηγία για την Ενεργειακή Απόδοση (EED): Ευρωπαϊκός στόχος βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης κατά 9% το 2030 σε σύγκριση με το 2020. Ο δημόσιος τομέας θα υποχρεωθεί να ανακαινίζει το 3% των κτιρίων του κάθε χρόνο.

9. Επιδόσεις CO2 για αυτοκίνητα & μικρά φορτηγά: Υποχρέωση για μείωση των μέσων εκπομπών των καινούργιων αυτοκινήτων κατά 55% από το 2030 και κατά 100% από το 2035 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2021. Όλα τα καινούργια αυτοκίνητα που θα ταξινομηθούν από το 2035 θα έχουν μηδενικές εκπομπές.

10. Νέες υποδομές για εναλλακτικά καύσιμα: Καθιέρωση υποχρέωσης από τα κράτη μέλη να επεκτείνουν την ικανότητα φόρτισης ανάλογα με τις πωλήσεις αυτοκινήτων μηδενικών εκπομπών και να εγκαθιστούν σημεία φόρτισης και ανεφοδιασμού καυσίμων ανά τακτά διαστήματα σε μεγάλους αυτοκινητόδρομους: κάθε 60 χιλιόμετρα για ηλεκτρική φόρτιση και κάθε 150 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό με υδρογόνο.

11. Βιώσιμα καύσιμα για την αεροπορία (ReFuelEU): Υποχρεώνει τους προμηθευτές καυσίμων να αναμειγνύουν αυξανόμενα επίπεδα βιώσιμων καυσίμων αεροπορίας στα καύσιμα αεριωθουμένων με τα οποία τροφοδοτούνται τα αεροσκάφη στους αερολιμένες της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένων των συνθετικών καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, που είναι γνωστά ως ηλεκτρονικά καύσιμα.

12. Καθαρότερα καύσιμα για τη ναυτιλία (FuelEU): Προωθείται η υιοθέτηση βιώσιμων καυσίμων ναυτιλίας και τεχνολογιών μηδενικών εκπομπών, με τον καθορισμό ανώτατου ορίου για την περιεκτικότητα σε αέρια θερμοκηπίου της ενέργειας που χρησιμοποιείται από πλοία που καταπλέουν σε ευρωπαϊκούς λιμένες.

Προς υποστήριξη αυτών των δράσεων τo Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα, που θα χρηματοδοτείται από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε., χρησιμοποιώντας ποσό ισοδύναμο με το 25% των αναμενόμενων εσόδων από την εμπορία εκπομπών από τα κτίρια και τις οδικές μεταφορές, θα διαθέσει χρηματοδότηση ύψους 72,2 δισ. ευρώ για την περίοδο 2025-2032 κινητοποιώντας συνολικούς πόρους 144,4 δισ. ευρώ για κοινωνικά δίκαιη μετάβαση.

Οι επιπτώσεις για την Ελλάδα

Οι αλλαγές που προωθούνται μέσω του πακέτου «Fit for 55» πλήττουν την ανταγωνιστικότητα των κλάδων που εντάσσονται στη λίστα διαρροής άνθρακα στην Ελλάδα και αυτό αντανακλάται και συνολικά στην απασχόληση και το ΑΕΠ της χώρας.

Από μελέτη του Συμβουλίου ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη σε συνεργασία με το ΙΟΒΕ, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, τα πρώτα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι κλάδοι τσιμέντου, αλουμινίου, σιδήρου και χάλυβα και διύλισης πετρελαίου θα αναζητήσουν την προμήθεια επιπλέον 11 εκατ. δικαιωμάτων εκπομπών μέχρι το 2035. Για το σύνολο των κλάδων «διαρροής άνθρακα» εκτιμάται ότι θα απαιτηθούν 13,2 εκατ. επιπλέον δικαιώματα.

Με την πιθανή υπόθεση ότι το κόστος του δικαιώματος εκπομπής θα ανέλθει σταδιακά στα 100 ευρώ ανά τόνο CO2 το 2035, αυτό συνεπάγεται κόστος 1,1 δισ. ευρώ και 1,3 δισ. ευρώ αντίστοιχα. Η επιβάρυνση στο κόστος παραγωγής θα αυξηθεί περαιτέρω στην περίπτωση που μελλοντικά αλλάξει και το καθεστώς παροχής αντιστάθμισης για το κόστος εκπομπών της καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από τους κλάδους αυτούς.

Συνολικά εκτιμάται ότι οι επιπτώσεις θα είναι τουλάχιστον αντίστοιχες με αυτές που έχουν εκτιμηθεί από μελέτη του ΙΟΒΕ για την απολιγνιτοποίηση στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης, δηλαδή μείωση του ετήσιου ΑΕΠ κατά 1,6 δισ. και μείωση της απασχόλησης κατά 19,2 χιλ. θέσεις, χωρίς την λήψη αντισταθμιστικών μέτρων.

Συμπεράσματα και προτάσεις

Στο report του ΣΕΒ τονίζεται ότι «όσο η παγκόσμια οικονομία δεν ανταποκρίνεται στον ίδιο βαθμό και με την ίδια ταχύτητα, μόνη πραγματική επιλογή για την Ε.Ε. είναι να επιδιώξει την υλοποίηση των στόχων που έχουν τεθεί, διασφαλίζοντας την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων που αναλαμβάνουν το κόστος υλοποίησής τους».

Διατυπώνεται ακόμη η εκτίμηση ότι παρά τις βελτιώσεις που σημειώθηκαν ως προς τις δεσμεύσεις των χωρών, ιδίως πριν και κατά τη διάρκεια της COP26, παραμένει απόσταση μεταξύ των στόχων από χώρα σε χώρα. Έτσι, ο κίνδυνος «διαρροής άνθρακα», δηλαδή, η μεταφορά επενδυτικών δραστηριοτήτων σε περιοχές χωρίς (ή με μικρότερες) κλιματικές απαιτήσεις αποτελεί ήδη πραγματικότητα και ο κίνδυνος να συνεχιστεί αυτή η διαρροή συνεχώς εντείνεται με προφανείς οικονομικές, κοινωνικές αλλά και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

«Το ερώτημα δεν βρίσκεται λοιπόν στο αν θα πρέπει να υλοποιηθεί η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, αλλά στο πώς με την απάντηση να έχει ιδιαίτερη σημασία για την ελληνική οικονομία και την κοινωνία» τονίζεται χαρακτηριστικά.

Από την σκοπιά των επιχειρήσεων τα κυριότερα σημεία, σύμφωνα με τον ΣΕΒ, είναι:

– Η διατήρηση της τρέχουσας κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής. Τυχόν περαιτέρω μείωση των δικαιωμάτων εκπομπής στην τρέχουσα περίοδο συνιστά ισχυρό και μη αναστρέψιμο πλήγμα ανταγωνιστικότητας. Δημιουργεί παράλληλα ανασφάλεια ως προς την λήψη αποφάσεων για τις υψηλού κόστους και αργής απόσβεσης επενδύσεις που απαιτεί η πράσινη μετάβαση.

-Η εφαρμογή του ΜΣΠΑ (Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα)πρέπει να διασφαλίσει ίσους όρους ανταγωνισμού με τους παραγωγούς τρίτων χωρών λειτουργώντας συμπληρωματικά και όχι σε βάρος των δικαιωμάτων εκπομπών και να καλύπτει επαρκώς και την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών προς χώρες εκτός Ε.Ε.

– Η λήψη όλων των απαραίτητων συμπληρωματικών μέτρων ώστε να αποτραπεί ο κίνδυνος εφαρμογής του διατομεακού συντελεστή διόρθωσης που θα προκληθεί από την αναθεώρηση του ΣΕΔΕ (Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών).

– Η αναθεώρηση του ΣΕΔΕ να συνδυαστεί με μια δικαιότερη κατανομή βαρών και θέσπιση στόχων σε κλάδους εκτός ΣΕΔΕ, βάσει της ανάλυσης των δυνατοτήτων που παρουσιάζουν για απεξάρτηση από τον άνθρακα, και της έκθεσής τους στον διεθνή ανταγωνισμό.

Διαβάστε ακόμη

Τέλη κυκλοφορίας με τον μήνα… από την αρχή του έτους

Ο CEO της Εθνικής Τράπεζας, η νέα Ideal, οι Γούρνες και ο Διαμαντής junior 

Γ. Καβακλιλής – Sitel Greece: «Προσβλέπουμε σε 1.500 προσλήψεις ως το τέλος του 2022»