Ένα είναι σίγουρο για το χειμώνα: Κυβερνήσεις, κεντρικοί τραπεζίτες, μάνατζερ, επιχειρηματίες και επενδυτές, πριν από την πορεία των οικονομικών και χρηματιστηριακών δεικτών θα κοιτάνε το… μετεωρολογικό δελτίο.

Ο λόγος είναι η νέα ενεργειακή κρίση η οποία βρίσκεται εν τω γεννάσθαι και απειλεί να επιδεινωθεί εάν ο επερχόμενος χειμώνας είναι πιο κρύος από το συνηθισμένο.

Οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν ήδη περίπου τετραπλασιαστεί από την αρχή του χρόνου, παρασύροντας προς τα πάνω τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ απογειώνουν το κόστος σε πολλούς κλάδους, από τα λιπάσματα μέχρι τα κεραμικά και την τσιμεντοβιομηχανία, αλλά και για τους απλούς καταναλωτές που το χρησιμοποιούν για θέρμανση.

Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η κατάσταση απειλεί να εξελιχθεί σε πραγματικό εφιάλτη, καθώς είναι πολύ πιθανό οι τιμές να αυξηθούν κι άλλο, αποσταθεροποιώντας τις οικονομίες σε πολλά μέτωπα.

Το πρόβλημα ξεκινά από την ελλιπή προσφορά φυσικού αερίου, που αδυνατεί να καλύψει τη ζήτηση, η οποία εντείνεται καθώς οι οικονομίες ανακάμπτουν από την ύφεση που προκάλεσε η πανδημία.

Μια σειρά συγκυριών, την οποία ο επιχειρηματίας της ενέργειας Ευάγγελος Μυτιληναίος εύστοχα αποκάλεσε «τέλεια καταιγίδα» επιδείνωσε την κατάσταση. Η περασμένη Άνοιξη ήταν λίγο πιο κρύα από το συνηθισμένο προκαλώντας μεγάλη κατανάλωση στην Ευρώπη η οποία εξάντλησε τα αποθέματα. Την ίδια στιγμή η Ρωσία που καλύπτει το 40% των ευρωπαϊκών αναγκών σε φυσικό αέριο έχει μειώσει τις παραδόσεις, ενώ έχει αυξηθεί και η παγκόσμια ζήτηση από την Κίνα και άλλες ασιατικές χώρες.

Το αποτέλεσμα είναι ότι η παγκόσμια προσφορά φυσικού αερίου είναι περιορισμένη, τη στιγμή που η ζήτηση αυξάνεται, ωθώντας προς τα πάνω τις τιμές.

Και όχι μόνον αυτό, αλλά είναι πολύ πιθανόν ότι από κάποιο σημείο και πέρα, εάν για παράδειγμα ο χειμώνας είναι πιο κρύος από ότι πέρσι, απλά δεν θα υπάρχει αρκετό φυσικό αέριο να καλύψει τις ανάγκες, σε οποιαδήποτε τιμή, προκαλώντας ένα παγκόσμιο «πόλεμο» για την προμήθεια φυσικού αερίου.

Είναι ενδεικτικό ότι την περασμένη εβδομάδα, δημοσιεύτηκαν στο διεθνή τύπο πληροφορίες ότι οι κινεζικές αρχές έδωσαν εντολή στις κρατικές επιχειρήσεις να προμηθευτούν φυσικό αέριο σε οποιαδήποτε τιμή για να εξασφαλίσουν αποθέματα και να συνεχίσει να λειτουργεί απρόσκοπτα η οικονομία. Έδωσαν επίσης για προμήθειες άνθρακα.

Οι πρώτες παρενέργειες εμφανίστηκαν στην αγορά ηλεκτρισμού στην Ευρώπη, η οποία εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από το φυσικό αέριο.

Η κακή συγκυρία είναι ότι η παραγωγή αιολικής ενέργειας μειώθηκε τους τελευταίους μήνες, λόγω των καιρικών συνθηκών, επιδεινώνοντας την κατάσταση. Ταυτόχρονα, οι τιμές επιβαρύνονται και από την αύξηση της τιμής των Δικαιωμάτων Ρύπων, τα οποία πρέπει να πληρώνουν οι εταιρείες που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα για να παράγουν ηλεκτρικό ή άλλα προϊόντα.

Οι τιμές των Δικαιωμάτων Ρύπων έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί από τις αρχές του χρόνου, φτάνοντας τα 65 ευρώ ανά μετρικό τόνο, επιβαρύνοντας το κόστος παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.

Η Κομισιόν υπολογίζει ότι η ανατίμηση των Δικαιωμάτων Ρύπων ευθύνεται μόνο για το ⅕ της ανατίμησης του φυσικού αερίου, αλλά η ζήτηση του τελευταίου ευνοείται γενικότερα από τη στροφή σε καθαρά καύσιμα, καθώς παρότι είναι και αυτό ορυκτό, εκπέμπει λιγότερους ρύπους και για το λόγο αυτό χρησιμοποιείται ως ενδιάμεσο καύσιμο έως ότου επικρατήσουν παντού οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Ταυτόχρονα, η αύξηση της τιμής του αερίου στρέφει ένα μέρος της ζήτησης σε καύσιμα όπως το πετρέλαιο και το κάρβουνο, οι τιμές των οποίων επίσης έχουν πάρει την ανηφόρα.

Το πρόβλημα επηρεάζει συνολικά την οικονομία, καθώς το αυξημένο ενεργειακό κόστος μπορεί να περάσει στις τιμές πολλών προϊόντων και υπηρεσιών, ενισχύοντας τον πληθωρισμό.

Κάτι τέτοιο ενδεχομένως να ανατρέψει τις εκτιμήσεις των κεντρικών τραπεζών, οι οποίες μέχρι τώρα διακηρύσσουν ότι οι πληθωριστικές πιέσεις είναι «παροδικές» και δεν χρειάζεται να αυξήσουν τα επιτόκια.

Εάν τελικά το κόστος ενέργειας εκτροχιάσει τον πληθωρισμό, ίσως χρειαστεί να παρέμβουν οι κεντρικές τράπεζες, «σφίγγοντας» τη νομισματική πολιτική, με αυξήσεις επιτοκίων και περιορισμό της μαζικής αγοράς ομολόγων (ποσοτική χαλάρωση ή «τύπωμα χρήματος»).

Οι κεντρικοί τραπεζίτες διστάζουν να προχωρήσουν σε αυξήσεις επιτοκίων, διότι φοβούνται το ενδεχόμενο σε μια τέτοια περίπτωση ,θα «φρενάρει» η οικονομική ανάκαμψης πριν εδραιωθεί.

Κάτι τέτοιο παραπέμπει στον εφιάλτη του στασιμοπληθωρισμού, ο οποίος εμφανίστηκε τη δεκαετία του 1970, όταν το πετρελαϊκό σοκ προκάλεσε πληθωρισμό, ενώ το αυξημένο ενεργειακό κόστος προκάλεσε στασιμότητα στην οικονομία.

Διαβάστε ακόμη:

Pandora Papers: Στο φως το μαύρο χρήμα των ισχυρών του πλανήτη – Ποιοι ηγέτες εμπλέκονται

Οι «χίλιες ζωές» του Mπερνάρ Ταπί: Ο γιος του εργάτη που έγινε δισεκατομμυριούχος – Τα σκάνδαλα, η φυλακή και το τέλος

Το «σαφάρι» για φοιτητική κατοικία συνεχίζεται – Πώς διαμορφώνονται τώρα οι τιμές