της Μαριάννας Τζάννε

Την καθυστέρηση στην επίτευξη οριστικής συμφωνίας για το μετρό Θεσσαλονίκης επιβεβαιώνει ο ανάδοχος του έργου, ζητώντας από την Αττικό Μετρό να ευθυγραμμιστεί με τους όρους της διαπραγμάτευσης που ξεκίνησε πέρυσι και οδήγησε σε έναρξη προσωρινών εργασιών τον περασμένο Δεκέμβριο που προσδιοριζόταν έως τα τέλη Μαϊου.

Τα «σύννεφα» πάνω από το πολύπαθο έργο, επιβεβαιώνει σε πρόσφατη επιστολή της η κοινοπραξία, κατηγορώντας τον κύριο του έργου για μη ικανοποίηση των αποζημιώσεων που έχουν επιδικάσει διαιτησίες, στην καθυστέρηση έγκρισης πιστοποίησης εργασιών που στερεί όπως αναφέρεται πολύτιμους πόρους από το έργο αλλά και στις εντολές για συνέχιση εργασιών χωρίς να υπάρχει νόμιμα υφιστάμενο χρονοδιάγραμμα. Την ίδια στιγμή ο ανάδοχος του έργου, δηλαδή η εταιρεία Άκτωρ που από τα τέλη του 2015 έχει συμφωνήσει να αναλάβει ως υπεργολάβος την ολοκλήρωση του έργου, επισημαίνει ότι εμμένει στην διαφωνία που έχει ανακύψει και θα επιλυθεί στην διαιτησία για την διάλυση της σύμβασης.

Υπενθυμίζεται ότι η κοινοπραξία είχε υποβάλλει από τον Δεκέμβριο του 2014 αίτημα για διάλυση της σύμβασης, επικαλούμενη διάταξη του νόμου που προβλέπει την λύση της σύμβασης χωρίς κυρώσεις δύο χρόνια μετά την συμπλήρωση της οριακής προθεσμίας ενός έργου. Στην περίπτωση του μετρό Θεσσαλονίκης η οριακή προθεσμία (σ.σ το ανώτατο όριο για την ολοκλήρωση του έργου) ήταν η 1 Δεκεμβρίου 2014. Η Αττικό Μετρό όμως έχει απορρίψει το αίτημα και η υπόθεση έχει παραπεμφθεί σε διαιτησία. Η καθυστέρηση στην έκδοση της απόφασης καθυστερεί και τις αποζημιώσεις από τις οποίες περιμένει να επωφεληθεί ο ανάδοχος. Μέχρι στιγμής είναι άγνωστο το πραγματικό ύψος των πληρωμών που έχουν γίνει από την Αττικό Μετρό προς τον εργολάβο για τις αποφάσεις της διαιτησίας, το ύψος των οποίων συνολικά προσδιορίζεται σε επίπεδα άνω των 100 εκ. ευρώ. Από το ύφος της επιστολής φαίνεται πάντως ότι οι δύο πλευρές βρίσκονται ξανά σε αντίθετες κατευθύνσεις χωρίς να λείπουν τα τελεσίγραφα.

Όπως αναφέρεται εφόσον δεν ολοκληρωθεί εντός ορίου του προσωρινού χρονοδιαγράμματος Ιανουαρίου – Μαίου, η διαπραγμάτευση, η συνέχισή της θα είναι αδύνατη “με κίνδυνο απώλειας κοινοτικών κονδυλίων και άλλων ζημιών”. Τονίζεται επίσης ότι ο ανάδοχος δεν έχει παραιτηθεί από τις άλλες αξιώσεις πολλές από τις οποίες εκκρεμούν στα διαιτητικά δικαστήρια.