Στη χρηματιστηριακή αγορά θεωρείται μία από τις μηχανές παραγωγής χρήματος επιτυγχάνοντας σημαντικές πωλήσεις που συνοδεύονται από αξιοσημείωτα περιθώρια κέρδους τα οποία τροφοδοτούν το ταμείο της, και αυτό με τη σειρά του τις διαρκείς επενδύσεις, που τη διατηρούν σε τροχιά διαρκούς ανάπτυξης. Ηδη μέσα στις πρώτες είκοσι ημέρες του 2022 προχώρησε σε μία ακόμη εξαγορά και παράλληλα δημιουργεί ένα κέντρο εφαρμογών στην Πάτρα για την άντληση στελεχιακού δυναμικού από το πανεπιστήμιο!

Και όπως λέει στο «business stories» ο διευθύνων σύμβουλός της και εκ των ιδρυτών Αντώνης Κοτζαμανίδης, «υπάρχει πολύς δρόμος ακόμη», προαναγγέλλοντας νέες επενδυτικές κινήσεις το επόμενο χρονικό διάστημα, τόσο σε επίπεδο οργανικής ανάπτυξης όσο και με νέες εξαγορές.

Πάντως, η Entersoft στα 20 χρόνια από τη δημιουργία της, πηγαίνοντας κόντρα στις άλλοτε νόρμες του κλάδου της πληροφορικής, έχει καταφέρει να καταστεί πλέον ένας από τους κυρίαρχους στον χώρο της παραγωγής λογισμικού, εφαρμογών και λύσεων για επιχειρήσεις. Πρωτίστως στο εσωτερικό, όπου μαζί με τα μεγέθη της αυξάνονται και τα μερίδιά της, αλλά και στο εξωτερικό με πελάτες σε 35 χώρες και αξιοσημείωτη παρουσία στη Ρουμανία. Διόλου άσχημα για μια προσπάθεια που ξεκίνησε ουσιαστικά από «4+1 ανθρώπους» σε ένα γραφείο, όπως λέει ο κ. Κοτζαμανίδης, όλοι τους πρώην στελέχη της Computer Logic, φτάνοντας σήμερα να αποτελεί έναν όμιλο επιχειρήσεων με περίπου 400 εργαζομένους, ποιοτικά προϊόντα που καλύπτουν τις ανάγκες μικρών, μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων, εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης και οικονομικές επιδόσεις που θα ζήλευε ο καθένας!

Επιτεύγματα που χτίστηκαν μεθοδικά σε αυτή την εικοσαετή πορεία αψηφώντας τη συρρίκνωση 60% που δεχόταν ο κλάδος της πληροφορικής συνολικά στα χρόνια της κρίσης.

«Πιστέψαμε πολύ σε αυτή την προσπάθεια και δουλέψαμε επίσης πολύ όλοι μας γι’ αυτήν», λέει ο κ. Κοτζαμανίδης. «Ουσιαστικά η Entersoft ξεκίνησε το 2002 επειδή όλοι μας, στελέχη που ήμασταν για χρόνια στην Computer Logic και κατόπιν στη LogicDIS, είχαμε διαγνώσει ότι θα υπάρξει ένα σημαντικό κενό παραγωγικότητας στην ελληνική αγορά σε ό,τι αφορά το λογισμικό για επιχειρήσεις. Και αυτό διότι βλέπαμε ότι οι μεγάλες αλλαγές που τροφοδοτήθηκαν στις εταιρείες από την υπερβολικά μεγάλη άνοδο του Χ.Α. την περίοδο 1999-2000 έφερναν αντίθετα αποτελέσματα. Οι εταιρείες έχαναν την παραγωγική τους δυνατότητα. Εβαζαν άλλα πράγματα σε προτεραιότητα. Οπότε όσοι ήμασταν μέσα στις μεγάλες εταιρείες του κλάδου το βλέπαμε ότι θα υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στην αγορά. Αυτές βέβαια, όταν μιλάμε για λογισμικό, δεν γίνονται ανατρεπτικά, παίρνουν χρόνο. Αυτός λοιπόν ήταν και ο βασικός λόγος που ξεκινήσαμε αυτή την προσπάθεια. Επίσης, σε αυτό συνετέλεσαν άλλοι δύο παράγοντες. Αφενός ήταν η πρώτη γενιά του Ιντερνετ και των dotcom, που απέτυχαν μεν, άφησαν μια μεγάλη εμπειρία δε, σε μια εποχή που έδειχνε ότι η τεχνολογία θα αλλάξει με φόντο τις επερχόμενες αλλαγές στις τηλεπικοινωνίες και το Διαδίκτυο. Οπότε υπήρχαν πολλές ευκαιρίες. Και τέλος, κάτι που συνδέεται και με αυτό που περιέγραψα νωρίτερα, οι ίδιες οι εταιρείες τότε δεν είχαν τη διάθεση να επενδύσουν παραγωγικά σε νέα προϊόντα, περισσότερο ενδιαφέρονταν να αιτιολογήσουν τις υψηλότατες αποτιμήσεις που τους προσέφερε το Χ.Α. μέσω εξαγορών. Επομένως, όλα αυτά δημιουργούσαν τον χώρο και τις ευκαιρίες που μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε».

Το σημείο καμπής

Οι ευκαιρίες δεν άργησαν να έρθουν για την εταιρεία, η οποία ήδη από νωρίς άρχισε να αναπτύσσει, να παράγει και να πουλά το δικό της λογισμικό, το οποίο αποτελούσε μια εναλλακτική για τις επιχειρήσεις που κέρδιζε ολοένα περισσότερο έδαφος στην αγορά. Το γεγονός δε ότι η Entersoft από νωρίς ξεκίνησε να δουλεύει και προτιμήθηκε από μεγάλες επιχειρήσεις με περίπλοκες ανάγκες τής έδωσε το πάτημα για να εξελιχθεί στην ταυτότητά της και σε αυτό που είναι σήμερα.

«Το σημείο καμπής που ουσιαστικά διαμόρφωσε το προφίλ της Entersoft ως εταιρείας που παραδίδει απαιτητικά έργα στον ιδιωτικό τομέα και μάλιστα για μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις ήταν το 2004, που ήταν και η πρώτη εμπορική χρονιά. Κι αυτό διότι, αν και ήμασταν μια πολύ μικρή και νέα εταιρεία, μας εμπιστεύτηκαν μεγάλες και σημαντικές εταιρείες, κάτι που δεν συνηθίζεται στον χώρο. Συνήθως επιλέγουν συντηρητικά established επιχειρήσεις του κλάδου. Ανταποκριθήκαμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο σε αυτή την ψήφο εμπιστοσύνης και πλέον αρχίσαμε να αποκτούμε τέτοια φήμη που έθεσε τις βάσεις γι’ αυτό που γίναμε σήμερα», λέει ο κ. Κοτζαμανίδης.

Βέβαια στην πορεία αυτή υπήρξαν σημαντικοί σταθμοί. «Νομίζω ότι αυτό που ζούμε τα τελευταία δύο-τρία χρόνια, όπου όλα κινούνται με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς και η χώρα κάνει ψηφιακό άλμα, θα δείξει επίσης ότι ήταν το πιο σημαντικό σημείο-σταθμός της εταιρείας. Μιλάμε για μια μεγάλη δυναμική αλλαγής σε όλη τη χώρα, η οποία είχε κρυφτεί μέσα στη δεκάχρονη κρίση που προηγήθηκε. Η αλήθεια είναι πως το περιμέναμε και ετοιμαζόμασταν γι’ αυτό. Φανταστείτε ότι τα περισσότερα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά είχαν ήδη παραχθεί, είχαν προηγηθεί επενδύσεις γι’ αυτά. Και βέβαια με την ίδια ορμή προετοιμαζόμαστε για το μέλλον», προσθέτει ο κ. Κοτζαμανίδης, ο οποίος υπογραμμίζει και την εισαγωγή της εταιρείας στην Κύρια Αγορά του Χ.Α. προ διετίας.

Είχε προηγηθεί το 2008 η εισαγωγή στην Εναλλακτική Αγορά, που αποτέλεσε εξάλλου και το έναυσμα αργότερα για την εκτέλεση ενός σχεδίου εξωστρέφειας και ανάπτυξης παρά την κρίση στη χώρα. Σημειωτέον ότι το 2009 η εταιρεία ίδρυσε τρεις θυγατρικές σε Ρουμανία, Βουλγαρία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. «Βέβαια σήμερα κάνουμε έργα σε 35 χώρες, συνήθως ακολουθώντας υφιστάμενους πελάτες μας», λέει ο κ. Κοτζαμανίδης. «Για παράδειγμα, έχουμε πελάτη μια γνωστή πολυεθνική, τη Frigoglass, αναλαμβάνοντας όλο το service γύρω από τους ψυκτικούς θαλάμους και τα ψυγεία σε όλες τις χώρες όπου έχει παρουσία. Επίσης,, επειδή είχαμε πελάτη την Apivita, όταν εξαγοράστηκε από την ισπανική Puig, η τελευταία προώθησε το σύστημά μας και σε άλλες χώρες».

Ο ίδιος έως τώρα έχει ολοκληρώσει εξαγορές εννέα μικρότερων εταιρειών ή δραστηριοτήτων λογισμικού: Novacon, Retail-Link, Cardisoft, Alpha Software Solutions, Pocketbiz, Plexis ERP, Optimum, Wedia και Logon. Την τελευταία μάλιστα στην αρχή του 2022. Κάτι που δίνει και το έναυσμα να έρθει η συζήτηση στο σήμερα και στα σχέδια της εταιρείας.

3+1 πυλώνες ανάπτυξης

«Η Entesoft έχει σήμερα 3+1 πυλώνες ανάπτυξης για το μέλλον», λέει ο κ. Κοτζαμανίδης, ο οποίος σπεύδει να διευκρινίσει ότι η εταιρεία δεν πρόκειται να αλλάξει κατεύθυνση. «Παραμένει και θα παραμείνει μια εταιρεία που δουλεύει στον ιδιωτικό τομέα με λογισμικό για επιχειρήσεις. Ούτε hardware, ούτε μεταπωλήσεις συστημάτων τρίτων. Δεν είναι εμπορική, αλλά παραγωγική εταιρεία με λογισμικό για επιχειρήσεις. Αυτό λοιπόν δεν θα αλλάξει, ούτε θα ασχοληθούμε με τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης ή του ΕΣΠΑ για έργα του Δημοσίου. Δεν είναι ο χαρακτήρας της αυτός».

Η οργανική ανάπτυξη παραμένει ο βασικός πυλώνας στη στρατηγική της. «Η Entersoft έχει επενδύσει ήδη σε πάρα πολλές αξιόμαχες τεχνολογίες και λογισμικά τα προηγούμενα χρόνια, τα οποία έχουν πολύ μέλλον ακόμα στις αγορές όπου δραστηριοποιείται. Μεταξύ αυτών και στην ελληνική αγορά, όπου σημαντικό ποσοστό των ελληνικών επιχειρήσεων, ακόμα και μεγάλων, έχουν μείνει αρκετά πίσω στις λύσεις που έχουν σε διάφορους τομείς».

Ο δεύτερος πυλώνας είναι οι επενδύσεις σε νέα προϊόντα. «Ηδη προς τα τέλη του έτους θα παρουσιάσουμε δύο νέες λύσεις. Η μία αφορά το λογισμικό μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων για τους ανθρώπινους πόρους, το τμήμα HR, τη διαχείριση μισθοδοσίας κ.ο.κ. Το δεύτερο λογισμικό στο οποίο επενδύουμε μετά την περσινή εξαγορά της εταιρείας wedia θα βοηθήσει στην τυποποίηση και τη διευκόλυνση μιας εταιρείας να μπει στο e-commerce είτε για B2B είτε για B2C σκοπούς. Στο μεταξύ, έχουμε ιδέες και για πολλά άλλα προϊόντα σε κάθετες αγορές που θα ακολουθήσουν σε δεύτερο χρόνο», αναφέρει ο κ. Κοτζαμανίδης.

Τρίτος πυλώνας, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι οι εξαγορές. «Αυτός έρχεται να συμπληρώσει τους δύο πρώτους, διότι φέρνοντας ένα επιπλέον πελατολόγιο έχεις τη δυνατότητα να προωθήσεις περισσότερα από τα προϊόντα σου σε αυτούς τους πελάτες, είτε και να αλλάξεις προϊόντα παλαιότερης τεχνολογίας με πιο γρήγορο ρυθμό. Αρα οι εξαγορές θα συνεχιστούν, όπως εξάλλου δείξαμε με το ξεκίνημα του 2022!».

Ο τέταρτος πυλώνας είναι η επέκταση και σε νέες αγορές του εξωτερικού. «Αυτό είναι κάτι που θα εξετάσουμε από το 2023 και μετά, κοιτώντας πάντα προς την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Πρώτα όμως έχουμε σκοπό, όπως έχουμε ανακοινώσει, να εμβαθύνουμε την παρουσία μας στη Ρουμανία. Η ομάδα μας εκεί είναι περίπου 25 άτομα και ήδη αναζητούμε μια εξαγορά ώστε να αποκτήσουμε μεγαλύτερο μέγεθος, να γίνει η εταιρεία εκεί πιο ευδιάκριτη και να πάρει με πιο γρήγορο ρυθμό αυτό που η Entersoft παίρνει στην Ελλάδα».

Ολα τα παραπάνω, όπως σημειώνει ο κ. Κοτζαμανίδης, θα υπογραμμίζονται στο νέο business plan που ετοιμάζει ήδη η εισηγμένη στο Χ.Α. εταιρεία.

Το σίγουρο πάντως είναι ότι οι εξαγορές θα συνεχιστούν και στην Ελλάδα. «Είναι κάτι που επιδιώκουμε διαρκώς. Εχουμε τα λεφτά και τους πόρους, έχουμε τις ιδέες, τις εταιρείες με τις οποίες συζητάμε τις έχουμε προσδιορίσει εδώ και καιρό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν εξετάζουμε νέες περιπτώσεις. Το θέμα είναι να συμφωνήσει και η άλλη πλευρά».

Για την Entersoft, πάντως, απαραίτητος παράγοντας για να προχωρήσει μια συμφωνία είναι να υπάρχει αμοιβαία συνεννόηση. «Μιλάμε με εταιρείες που θεωρούμε ότι ταιριάζουν στη φιλοσοφία μας και υπάρχει συναντίληψη. Προφανώς και τις γνωρίζουμε από την πορεία τους στην αγορά, τα προϊόντα, τα πελατολόγια, τις δυνατότητές τους».

Σύμφωνα με τον κ. Κοτζαμανίδη, ο κύκλος της συγκέντρωσης στην ελληνική αγορά θα συνεχιστεί. «Υπάρχει χώρος ακόμη. Αν και στον δικό μας τομέα ένα μεγάλο κομμάτι έχει συγκεντρωθεί ήδη μετά την εξαγορά των SingularLogic και Unisoft, εξακολουθεί και υπάρχει πολύς δρόμος να διανυθεί. Μιλάμε για έναν κατακερματισμένο κλάδο με πάρα πολλές μικρότερες εταιρείες, άγνωστες στο ευρύ κοινό».

Εξαγορές

Μια τέτοια, τη Logon, με έδρα στη Λάρισα, εξαγόρασε πρόσφατα η Entersoft σε ένα deal 1,3 εκατ. ευρώ. «Η εξαγορά αυτή θα συνεισφέρει δύο πράγματα. Πρώτα απ’ όλα, την καλύτερη εμπορική διοχέτευση των προϊόντων της Entersoft σε μια γεωγραφική περιοχή της χώρας όπου δεν είμαστε ακόμα δυνατοί, που είναι οι περιοχές Θεσσαλίας, Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου. Επειτα, θα βοηθήσει στη δημιουργία νέων στελεχών για την Entersoft, μια και στο σχέδιό μας προβλέπεται η Λάρισα να εξελιχθεί σε Κέντρο Εφαρμογών μέσω του οποίου θα μπορεί να γίνει αναζήτηση και γρήγορη ενσωμάτωση στελεχών όχι μόνο για την τοπική αγορά, αλλά και για τις αγορές όπου δραστηριοποιείται συνολικά ο όμιλος».

Μια πρώτη τέτοιου είδους επένδυση γίνεται ήδη στην Πάτρα. Το Κέντρο Υλοποίησης & Ανάπτυξης Λογισμικού, όπως ονομάζεται και το οποίο θα έχει στενή συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Πάτρας, αναμένεται να λειτουργήσει εντός του επόμενου δεκαημέρου. Πρώτος στόχος είναι να στελεχωθεί με 60 άτομα, αν και ο κ. Κοτζαμανίδης δεν αποκλείει περαιτέρω επέκταση.

«Βρέθηκαν και ετοιμάστηκαν τα γραφεία, έχουμε κάνει ήδη τις πρώτες 15 προσλήψεις, οπότε σε λίγες ημέρες θα τεθεί σε λειτουργία. Προφανώς θα ξεκινήσει εκπαιδευτικά και αργότερα θα αναλάβει ρόλο πάνω σε συγκεκριμένα πρότζεκτ».

Οπως εξηγεί, η επέκταση αυτή είναι σημαντική για την τροφοδότηση της εταιρείας που αναπτύσσεται ραγδαία με στελέχη. «Οπως συμβαίνει διεθνώς, έτσι και στην Ελλάδα, το βασικό εμπόδιο για την ανάπτυξη μιας εταιρείας λογισμικού είναι η δυνατότητα να βρει γρήγορα και να ενσωματώσει ανθρώπους στην παραγωγική διαδικασία ώστε να ανταποκριθεί στη ζήτηση. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κλάδος και είναι πιο έντονο στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, καθώς είναι συγκεντρωμένες σε αυτές τις πόλεις οι περισσότερες εταιρείες, είτε εγχώριες είτε πολυεθνικές που πλέον επενδύουν σημαντικά. Επομένως, θέλουμε η Πάτρα και αργότερα η Λάρισα να αποτελέσουν δύο επιπρόσθετους πόλους απ’ όπου θα μπορούμε να βρίσκουμε αλλά και να ενσωματώνουμε γρήγορα στελέχη», εξηγεί.

Ιδιαίτερα η επιλογή της Πάτρας, όπως διευκρινίζει, δεν ήταν δύσκολη, αφού ως πόλη συγκεντρώνει καλά χαρακτηριστικά, με αιχμή πάντα το καλό επίπεδο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στις θετικές επιστήμες γενικά. Εξάλλου η σταδιοδρομία σε επιχειρήσεις όπως η Entersoft δεν αφορά μόνο μηχανικούς και επιστήμονες πληροφορικής, αλλά ξεκινά από οικονομολόγους και επεκτείνεται έως τους μηχανολόγους μηχανικούς, τους χημικούς μηχανικούς κ.ά., αφού η ανάπτυξη λογισμικού και μάλιστα πάνω σε διαφορετικές εφαρμογές και χρήσεις απαιτεί και διαφορετικό προσωπικό.

Σήμερα η Entersoft απασχολεί σχεδόν 400 άτομα έχοντας διπλασιάσει το δυναμικό της σε σχέση με πέντε χρόνια πριν και, απ’ ό,τι φαίνεται, οι ρυθμοί ανάπτυξης παραμένουν ισχυροί. Κάτι που θα φανεί, όπως λέει ο κ. Κοτζαμανίδης, και στις οικονομικές καταστάσεις του 2021. Εξάλλου στο εννεάμηνο του 2021, όπως έδειξαν οι τελευταίες δημοσιευθείσες καταστάσεις, η εταιρεία σημείωσε ρυθμό αύξησης πωλήσεων αλλά και κερδοφορίας 50%!

«Κάπως έτσι έκλεισε το σύνολο της χρονιάς», απαντά ο κ. Κοτζαμανίδης. «Ηταν κάτι που φαινόταν ήδη από το α’ τρίμηνο, γεγονός που σημαίνει πως η αύξηση της ζήτησης που είδαμε ήρθε σε μεγάλο ποσοστό από την οργανική ανάπτυξη, οπότε έχει και πιο μόνιμα χαρακτηριστικά». Τα έσοδα σε επίπεδο ομίλου έφτασαν στο εννεάμηνο στα 17,39 εκατ. ευρώ, από 11,61 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν, και τα κέρδη προ φόρων στα 4,71 εκατ. ευρώ, από 3,15 εκατ. ευρώ. Τα ρευστά διαθέσιμα του ομίλου διαμορφώθηκαν σε περίπου 10,54 εκατ. ευρώ.

Σύμφωνα με τον κ. Κοτζαμανίδη, αυτή η τάση θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια χάρη στην προσπάθεια της ψηφιακής μετάβασης των επιχειρήσεων, την οποία θα ενισχύσουν επίσης το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ. «Ιδιες επιδόσεις δεν ξέρω αν θα έχουμε το 2022, όμως σίγουρα θα είναι καλές. Είναι πολύ νωρίς για να πούμε με βεβαιότητα».

Εξάλλου, αυτή είναι μια εποχή ακμής για ολόκληρο τον κλάδο. «Η πανδημία έκανε κάτι ανομολόγητο για τις επιχειρήσεις και τους επιχειρηματίες: ανέδειξε τα προβλήματα που είχαν στις ψηφιακές υποδομές τους. Δεν θα το ομολογήσει κανείς αυτό, όμως όσα ξέρει ο νοικοκύρης, δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος! Ακόμα και μεγάλες επιχειρήσεις είδαμε να μην μπορούν να λειτουργήσουν εύρυθμα. Αυτά πίσω τους κρύβουν υποδομές που δεν ήταν σύγχρονες. Και αυτό οι επιχειρήσεις το έχουν συνειδητοποιήσει. Γι’ αυτό και στο μέτρο των οικονομικών δυνατοτήτων τους θα συνεχίσουν να επενδύουν για να κλείσουν αυτό το “τεχνολογικό χρέος”, όπως το ονομάζω», καταλήγει.

Διαβάστε ακόμη

Αμερικανική απόβαση στον ελληνικό τουρισμό (pics)

H Aγγελοπούλου, ο Σερ Μάικλ Κέιν και η δημοπρασία εκατομμυρίων λιρών

Ενεργειακή κρίση: Μετά το πάθημα, η Κομισιόν αλλάζει σχεδιασμό για τον επόμενο χειμώνα