Υπάρχουν φράσεις που έμειναν στην ιστορία. Όπως το «Whatever it takes» που εκστόμισε ο Μάριο Ντράγκι το 2012, στο απόγειο της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη. «Στα πλαίσια της εντολής μας θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί για να διασώσουμε το ευρώ», ξεκαθάρισε ο τότε επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), μιλώντας σε διεθνείς επενδυτές στο Λονδίνο. Ήταν μία προειδοποίηση για πιθανούς κερδοσκόπους που θα στοιχημάτιζαν στην κατάρρευση του ευρώ.

Την εποχή εκείνη η Ελλάδα βρισκόταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. H έξοδος της χώρας από τη ευρωζώνη θα έβαζε, κατά πιθανότητα, ταφόπλακα στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα. Αλλά στην κρίσιμη στιγμή ο Μάριο Ντράγκι επέδειξε πυγμή. Όλοι γνώριζαν ότι δεν έχει νόημα να συγκρουστείς με μία κεντρική τράπεζα αποφασισμένη για όλα. Ήδη από το 2010 η ΕΚΤ άρχισε να αγοράζει κρατικά ομόλογα, ενώ στα επόμενα χρόνια αποφάσισε να διευρύνει τις αγορές της. Έτσι, άρχισαν να μειώνονται και λίγο αργότερα να σταθεροποιούνται οι αποδόσεις ομολόγων από την Ελλάδα, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιταλία.

Έτσι η ΕΚΤ ανέλαβε πρωταγωνιστικό ρόλο για την αντιμετώπιση της ευρω-κρίσης, καθώς δεν υπήρχε άλλο θεσμικό όργανο με απεριόριστα περιθώρια ρευστότητας. Για να μην μιλήσουμε για την κακοφωνία στο Συμβούλιο Υπουργών, με τις εθνικές κυβερνήσεις να προτάσσουν δικά τους συμφέροντα. «Ήταν μία σημαντική στροφή για τη μέχρι τότε πορεία της Τράπεζας», λέει ο Φρίντριχ Χάινεμαν, ερευνητής του Κέντρου Ευρωπαϊκών Οικονομικών Ερευνών (ZEW) στο Μάνχαϊμ της Γερμανίας. «Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς: Το καλοκαίρι του 2012 ο Μάριο Ντράγκι κατάφερε να σώσει το ευρώ από την πλήρη κατάρρευση».

Το κριτήριο της «σταθερότητας» του ευρώ

Η Συνθήκη του Μάαστριχτ ορίζει απλώς ότι οι χώρες που συμμετέχουν στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα θα πρέπει να επιδεικνύουν την απαραίτητη δημοσιονομική πειθαρχία και σύνεση, ώστε να συνάπτουν δάνεια με ευνοϊκούς όρους, προκειμένου να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους. τους. Σύμφωνα με το Καταστατικό της, η ΕΚΤ είναι υπεύθυνη για τη «σταθερότητα του νομίσματος», δηλαδή ουσιαστικά για τη σταθερότητα των τιμών. Με την αγορά κρατικών ομολόγων η Τράπεζα επεκτάθηκε σε νέες δράσεις, οι οποίες αγγίζουν τα όρια της έμμεσης (και απαγορευμένης) κρατικής χρηματοδότησης.

Αυτός είναι και ο λόγος που η ΕΚΤ δέχθηκε κριτική στη Γερμανία. Μάλιστα το 2015 ο Πέτερ Γκαουβάιλερ, επιφανές στέλεχος των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) και ο Μπερντ Λούκε, καθηγητής Οικονομικών και ιδρυτής της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» (AfD), είχαν προσφύγει στο Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Γερμανίας, για να ανατρέψουν την απόφαση περί συμμετοχής της Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας (Μπούντεσμπανκ) στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων. Ωστόσο το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή τους.

Διαβάστε τη συνέχεια στη Deutsche Welle