Η χρυσοφόρα περίοδος για τη ναυλαγορά των δεξαμενόπλοιων συνεχίζεται. Οι τιμές του αργού πετρελαίου συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία χωρίς σημάδια επιβράδυνσης.

Το ράλι που ξεκίνησε στις αρχές Φεβρουαρίου παρουσιάζει εντυπωσιακή αντοχή, με τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης για το αργό WTI να κυμαίνονται σήμερα κοντά στα 86 δολάρια/βαρέλι. Αυτό αντιπροσωπεύει μια σημαντική αύξηση περίπου 20% από την πτώση της τιμής στα 72,2 δολάρια/βαρέλι στις 2 Φεβρουαρίου 2024, η οποία ανάγκασε την κυβέρνηση Μπάιντεν να αντιστρέψει την πορεία του σχεδίου της να αγοράσει πετρέλαιο για την αναπλήρωση του Στρατηγικού Αποθέματος Πετρελαίου.

«Αρκετοί βασικοί παράγοντες οδηγούν σε αυτή την άνοδο της τιμής, συμπεριλαμβανομένης της κλιμάκωσης των γεωπολιτικών εντάσεων στις πετρελαιοπαραγωγές περιοχές, των περιορισμών της παραγωγής που εφαρμόζει ο ΟΠΕΚ+ και των ισχυρών προοπτικών για τη ζήτηση ενέργειας. Η συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία συμβάλλει σημαντικά στη νευρικότητα της αγοράς. Οι επιθέσεις σε ρωσικά διυλιστήρια πετρελαίου, που πιστεύεται ότι πραγματοποιούνται από ουκρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, έχουν ενδεχομένως διαταράξει πάνω από το 15% της δυναμικότητάς τους. Το ρωσικό Υπουργείο Ενέργειας απάντησε αναστέλλοντας την παραγωγή καυσίμων σε διάφορα διυλιστήρια, ενώ αναζητούσε λύσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος” επισημαίνουν οι αναλυτές του ναυλομεσιτικού οίκου Χclusiv Shipbrokers και συνεχίζουν:

«Αυτό δεν είναι το μόνο γεωπολιτικό μέτωπο που επηρεάζει το εμπόριο πετρελαίου. Τα παράκτια κράτη της Δυτικής Αφρικής, που είναι υπεύθυνα για σχεδόν 500.000 βαρέλια πετρελαίου και διυλισμένων προϊόντων την ημέρα, αντιμετωπίζουν αποσταθεροποίηση λόγω της αυξανόμενης ανασφάλειας και του εξτρεμισμού. Αυτές οι χώρες, συμπεριλαμβανομένων του Μπενίν, της Ακτή Ελεφαντοστού, της Γκάνα και του Τόγκο, έχουν δει μια πρόσφατη άνοδο της βίας κατά μήκος των βόρειων συνόρων τους από αντάρτες που προέρχονται από τις γειτονικές Μπουρκίνα Φάσο, Μάλι και Νιγηρία.

Σχεδόν 400 επιθέσεις έχουν αναφερθεί τον τελευταίο χρόνο, γεγονός που εγείρει ανησυχίες για πιθανές διαταραχές στις εξαγωγές πετρελαίου από την περιοχή. Ενώ τόσο η Ρωσία όσο και η Σαουδική Αραβία, οι δύο μεγαλύτεροι παραγωγοί του ΟΠΕΚ+, τήρησαν τις ποσοστώσεις τους τον Φεβρουάριο, η συνολική παραγωγή του οργανισμού υπερέβη τις ποσοστώσεις κατά περίπου 170.000 βαρέλια/ημέρα».

Η Ρωσία συμφώνησε πρόσφατα να μεταβεί από εθελοντικές περικοπές σε υποχρεωτικές περικοπές παραγωγής, ευθυγραμμίζοντας την παραγωγή της με εκείνη της Σαουδικής Αραβίας έως τον Ιούνιο. Παρά την κίνηση αυτή, μικρότεροι αλλά σημαντικοί παραγωγοί όπως το Ιράκ, τα ΗΑΕ, το Κουβέιτ και το Καζακστάν εξακολουθούν να υπερβαίνουν τις ποσοστώσεις τους. Αυτό, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη προσφορά εκτός ΟΠΕΚ, ιδίως στην αμερικανική ήπειρο, θα αναγκάσει πιθανότατα τον ΟΠΕΚ+ να επεκτείνει τις περικοπές παραγωγής και στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, προκειμένου να διατηρήσει τη στήριξη των τιμών του αργού πετρελαίου.

Σύμφωνα με τους αναλυτές κατά το πρώτο τρίμηνο του 2024, πήγαν στα διαλυτήρια συνολικά 1,77 εκατομμύρια DWT πλοίων μεταφοράς χύδην φορτίου και δεξαμενόπλοιων. Αυτό είναι αυξημένο σε σύγκριση με το 4ο τρίμηνο του 2023, όταν διαλύθηκαν μόλις 1,16 εκατομμύρια DWT. Πιο συγκεκριμένα, μέσα στο πρώτο 3μηνο του 2024 διαλύθηκαν περίπου 0,5 εκατ. DWT δεξαμενόπλοια και σχεδόν 1,27 εκατ. DWT πλοία μεταφοράς χύδην φορτίου (εξετάζοντας τα πλοία >=10.000 DWT).

Στην αγορά ξηρού φορτίου, η υποτονική δραστηριότητα στην αγορά ανακύκλωσης ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2021, με τη μηνιαία δραστηριότητα ανακύκλωσης να είναι έκτοτε κάτω από 1,5 εκατ. DWT. Από τον Ιανουάριο του 2021 έως τον Μάρτιο του 2024, συνολικά 16,22 εκατ. DWT μεταφορικής ικανότητας έχουν πάει για κατεδάφιση, σχεδόν 163% λιγότερα σε σύγκριση με τα πλοία ξηρού χύδην φορτίου που κατεδαφίστηκαν κατά την προηγούμενη τριετή περίοδο 2017-2020.

Η υποτονική δραστηριότητα ανακύκλωσης των τελευταίων ετών είχε ως αποτέλεσμα τη γήρανση του στόλου των πλοίων μεταφοράς χύδην φορτίου. Επί του παρόντος, ο μέσος όρος ηλικίας του στόλου των πλοίων μεταφοράς χύδην φορτίου είναι περίπου 12,4 ετών, δηλαδή σχεδόν 2 έτη μεγαλύτερος από τον μέσο όρο των 10,5 ετών που παρατηρήθηκε τον Ιανουάριο του 2021. Στην αγορά δεξαμενόπλοιων, η χαμηλή δραστηριότητα κατεδάφισης ξεκίνησε τον Μάιο του 2022.

Είναι προφανές ότι η αξιοποίηση των δεξαμενόπλοιων μετά το 2022, όταν ξεκίνησε η συνεχιζόμενη σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας, μεγιστοποιήθηκε και από τον Μάιο του 2022 έως τον Μάρτιο του 2024, διαλύθηκαν μόλις 2,81 εκατομμύρια DWT δεξαμενόπλοιων. Η χαμηλή δραστηριότητα διάλυσης στην αγορά δεξαμενόπλοιων επηρέασε επίσης τη γήρανση του στόλου δεξαμενόπλοιων, καθώς σήμερα η μέση ηλικία των δεξαμενόπλοιων (>= 10.000 DWT) είναι 13,3 έτη, η μεγαλύτερη μέση ηλικία των τελευταίων 20 ετών.

Διαβάστε ακόμη

Koντόπουλος (ΕΧΑΕ): Η μετάταξη του ΧΑ στις ώριμες αγορές, το «αγκάθι» της JP Morgan και ο νέος κανονισμός

ΤτΕ: Η μάχη μισθών, κερδών και ακρίβειας (διαγράμματα)

Βαθαίνει το ρήγμα ΑΔΜΗΕ με τους Κύπριους για το ηλεκτρικό καλώδιο Αττικής – Κύπρου – Ισραήλ ύψους €1,9 δισ.

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ