του Κωστή Πλάντζου

Νωρίτερα από ποτέ αναμένεται να ξεκινήσουν το 2019 οι υποβολές φορολογικών δηλώσεων για τα εισοδήματα του 2018. Στόχος της ΑΑΔΕ είναι η υποβολή των φορολογικών δηλώσεων 2019 για τα εισοδήματα του 2018 να ξεκινήσει -το αργότερο- το τελευταίο δεκαήμερο του Μαρτίου. Το ζήτημα είναι αν θα προλάβει έτσι ή όχι, τον χρόνο προκήρυξης των εκλογών. Πολιτικά το θέμα είναι ευαίσθητο γιατί με την υποβολή της δήλωσης εμφανίζεται αυτομάτως «επί της οθόνης» και η χρέωση στο εκκαθαριστικό βεβαίωσης του φόρου.

Από πλευράς της πάντως η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων σπεύδει να εφαρμόσει κατά γράμμα όσα προβλέπει η φορολογική νομοθεσία. Ως προς τις υποχρεώσεις πληρωμής του φόρου, δεν αλλάζει κάτι όποτε και αν έρθουν αντιμέτωποι με το εκκαθαριστικό τους οι φορολογούμενοι: θα πρέπει να πληρώσουν τον πρόσθετο φόρο σε έως 3 διμηνιαίες δόσεις, με πρώτη τον Ιούλιο. Αντιθέτως όμως, οι φορολογούμενοι που θα τύχουν επιστροφής φόρου και συνήθως σπεύδουν πρώτοι να υποβάλουν τις φορολογικες δηλώσεις τους, θα μπορέσουν να εισπράξουν τις επιστροφές νωρίτερα. Θεωρητικά οι πρώτες επιστροφές θα μπορούν να ξεκινήσουν να δίδονται και από τον Απρίλιο ή Μάιο -με ρυθμούς 300-350 εκατομμύρια ευρώ το μήνα σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα στον κρατικό προϋπολογισμό.

Τι αλλάζει

Ωστόσο για το 2019 δρομολογούνται θεαματικές αλλαγές στην υποβολή των δηλώσεων που θα μπορούν να γίνονται και ξεχωριστά από τους συζύγους. Για πρώτη φορά οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να δηλώσουν ως τις 28 Φεβρουαρίου την πρόθεσή τους ηλεκτρονικά στο Taxinset, εάν σκοπεύουν να υποβάλλουν φορολογικές δηλώσεις μεμονωμένα από τον σύζυγο ή το υπόχρεο μέλος Συμφώνου Συμβίωσης.

Μέσα σε 15 ή 20 μέρες μετά, η ΑΑΔΕ θέλει να μπορεί να ανοίξει η πλατφόρμα για να ξεκινήσει η συμπλήρωση των εντύπων Ε1. Και επειδή οι αλλαγές αυτές επηρεάζουν ολόκληρη την διαδικασία υποβολής των δηλώσεων, η ΑΑΔΕ έχει αρχίσει ήδη να προετοιμάζεται σε όλα τα επίπεδα.

Συνολικά αλλάζει πλέον το εγχειρίδιο των οδηγιών τις οποίες θα ακολουθήσουν οι φορολογούμενοι. «Τεστάρει» όμως και την υπολογιστική ισχύ του συστήματος Taxis για να μπορέσει να αντέξει στον σημαντικό αυξημένο αριθμό δηλώσεων που θα πρέπει να υποδεχθεί, ανάλογα με το πλήθος των ξεχωριστών υποβολών που θα απαιτηθούν από συζύγους που επιλέγουν να μην τις καταθέτουν πια από κοινού ως ενιαίο νοικοκυριό.

Εκτός από την υποδοχή των επιπλέον δηλώσεων που θα υποβληθούν, η ΑΑΔΕ προετοιμάζεται και για την εξίσου απαιτητική διαδικασία εκκαθάρισης που θα επακολουθήσει. Και αυτό γιατί ταυτόχρονα θα πρέπει να υπολογίζονται ξεχωριστά και όλα τα εισοδήματα, τα τεκμήρια και τα ποσά εκκαθάρισης που προκύπτουν ανά κατηγορία φορολογουμένων, ανάλογα και με το ποιος θα εμφανίζει στην δήλωσή του τα όποια προστατευόμενα μέλη (παιδιά) της οικογενείας, τα περιουσιακά στοιχεία κλπ.

Ιδιαίτερη προσοχή και πρόβλεψη απαιτείται και για τον σωστό διαχωρισμό και υπολογισμό των δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής (πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες κλπ) καθώς από αυτές εξαρτάται και το ύψος του αφορολογήτου ορίου εισοδήματος για μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες. Καθώς για τα ποσά αυτά αντλείται ηλεκτρονική πληροφόρηση από τις τράπεζες, επιδιώκεται γίνει ο -κατά το δυνατόν- πιο σωστός επιμερισμός για πληρωμές που γίνονται μέσω κοινού τραπεζικού λογαριασμού ή με τη χρήση κοινών καρτών (κύριας και πρόσθετης που χρησιμοποιεί ο κάθε σύζυγος για δαπάνες του κοινού νοικοκυριού).

Παρά τις τεχνικές προκλήσεις, στόχος της ΑΑΔΕ είναι η υποβολή να ξεκινήσει ως τα τέλη Μαρτίου αντί για Μάιο ή Ιούνιο που ξεκινά συνήθως, προκειμένου να «απλώσει» σε περισσότερους μήνες ο φόρτος των δηλώσεων τόσο για την φορολογική διοίκηση και τους φοροτεχνικούς, όσο όμως κυρίως για τους φορολογούμενους που θα μπορούν έτσι να κάνουν καλύτερα τον οικογενειακό προϋπολογισμό τους.

Για να συμβεί αυτό πάντως, προϋπόθεση είναι και ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς της αγοράς (τράπεζες, επιχειρήσεις, ασφαλιστικοί φορείς κλπ) θα αποστείλουν εγκαίρως στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της ΑΑΔΕ όλα τα στοιχεία τα οποία προσυμπληρώνονται στους κωδικούς των φορολογικών δηλώσεων. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται οι αποδοχές μισθωτών, οι καταβαλλόμενες συντάξεις, οι τόκοι από τραπεζικές καταθέσεις, οι δαπάνες των φορολογούμενων για την εξυπηρέτηση κάθε είδους δανείων. Για τον σκοπό αυτό, η ΑΑΔΕ έχει επιδιώξει ήδη συνεννοήσεις και επαφές, προκειμένου να συντονίσει το όλο εγχείρημα, για να ανακύψουν καθυστερήσεις και προβλήματα την κρίσιμη στιγμή έναρξης της διαδικασίας υποβολής (λάθη, υπερφόρτωση του TAXISnet κλπ).