του Δημήτρη Παφίλα

Σοβαρές ευθύνες σχετικά με τον συνολικό χειρισμό του σκανδάλου της Folli Follie υπάρχουν για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Χαράλαμπος Γκότσης και ο α’ αντιπρόεδρος και αρμόδιος για τις εισηγμένες εταιρείες Νικόλαος Τρουλλινός είχαν από τον Δεκέμβριο του 2015 στα χέρια τους καταγγελία για τη Folli Follie που παρουσίαζε αναλυτικά τις λογιστικές μοχλεύσεις της στις χρήσεις 2013 και 2014. Την ύπαρξη της καταγγελίας, που μάλιστα φέρεται να συζητήθηκε ανεπίσημα και στο Δ.Σ. της Επιτροπής, παραδέχθηκε και ο κ. Γκότσης σε πρόσφατη συνέντευξή του υποβαθμίζοντας όμως τη σημασία της και κάνοντας λόγο για καταγγελία που περιείχε «λογιστικές παρατυπίες».

Οι συνεχείς παλινωδίες της Ε.Κ. στην περίπτωση της Folli Follie είναι προφανείς και από το γεγονός ότι έξι μήνες από την αρχική καταγγελία του QCM και παρά τα όσα εξωφρενικά έφερε στην επιφάνεια ο έλεγχος της Αlvarez & Marsal, η Folli Follie συνεχίζει ακόμη να διοικείται από τους ίδιους ανθρώπους, να μην έχει εκδώσει αναμορφωμένο ισολογισμό, να μην έχει πραγματοποιήσει γενική συνέλευση, ενώ και η Ε.Υ. έχει παραιτηθεί χωρίς να έχει αναλάβει κάποια άλλη ελεγκτική εταιρεία. Είναι απορίας άξιο πώς, τουλάχιστον έως τις 17/10/18, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν είχε υποβάλει μηνυτήρια αναφορά για τον ισολογισμό 2016, παρά το πλήθος των παρανομιών που εντοπίστηκαν στη χρήση 2016 και καταγράφονται στο βούλευμα δέσμευσης των λογαριασμών.

Η ευθύνη του προέδρου της Ε.Κ. Χ. Γκότση (φωτ.) είναι τεράστια και η δικαιολογία που επαναλαμβάνει συχνά, ότι η Ε.Κ. δεν διαθέτει τα κατάλληλα νομικά μέσα, δεν ευσταθεί ουδόλως. Σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα 65-Α’ 88 – 9/6/2009 που αφορά τον Οργανισμό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 3, τμήμα γ, παράγραφο α, η Ε.Κ. «εποπτεύει και ελέγχει τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις περιοδικής πληροφόρησης του επενδυτικού κοινού που υπέχουν οι εκδότες κινητών αξιών εισηγμένων σε οργανωμένη αγορά».

Επιπλέον, σύμφωνα με το προοίμιο του Κανονισμού αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς): «Για τους σκοπούς του εντοπισμού πράξεων κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών και πράξεων χειραγώγησης της αγοράς», οι Αρχές και στην προκειμένη περίπτωση η Ε.Κ. είναι αναγκαίο να έχουν δυνατότητα πρόσβασης σε εγκαταστάσεις φυσικών και νομικών προσώπων για να κατάσχουν έγγραφα. «Επιπλέον, η πρόσβαση στις εγκαταστάσεις αυτές είναι απαραίτητη όταν: το πρόσωπο από το οποίο έχουν ζητηθεί οι πληροφορίες δεν έχει συμμορφωθεί με την απαίτηση, εν όλω ή εν μέρει, ή υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι εάν υποβληθεί αίτηση δεν θα υπάρξει ανταπόκριση, ή ότι τα έγγραφα ή οι πληροφορίες που σχετίζονται με την απαίτηση παροχής πληροφοριών θα απομακρυνθούν, θα παραποιηθούν ή θα καταστραφούν. Εάν χρειάζεται προηγούμενη άδεια δικαστικής αρχής του οικείου κράτους-μέλους, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, η πρόσβαση στις εγκαταστάσεις θα πρέπει να λαμβάνει χώρα μετά τη χορήγηση αυτής της προηγούμενης δικαστικής άδειας». Συνεπώς η Ε.Κ. ακόμη και έρευνες στα σπίτια και τα γραφεία εμπλεκομένων προσώπων μπορούσε να κάνει.

Επιπροσθέτως, βάσει του Κανονισμού 596/2014 της Ε.Ε., αλλά και του άρθρου 36 του Ν. 4443/2016 στη φαρέτρα του οπλοστασίου της η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, προκειμένου να εκπληρώσει τα καθήκοντά της, μπορεί να:

■ Ζητεί την αναστολή διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικών μέσων τα οποία σχετίζονται με παραβάσεις του Κανονισμού 596/2014, όπως και την προσωρινή διακοπή κάθε πρακτικής που θεωρεί αντίθετη προς τον κανονισμό.

■ Λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την ορθή ενημέρωση του επενδυτικού κοινού, συμπεριλαμβανομένης της διόρθωσης ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών που δημοσιοποιήθηκαν. Στην τελευταία περίπτωση μπορεί να αξιώσει από οποιονδήποτε εκδότη ή άλλο πρόσωπο που δημοσίευσε ή διέδωσε ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες τη δημοσίευση διορθωτικής δήλωσης.

■ Ζητεί από τον αρμόδιο εισαγγελέα Πλημμελειοδικών τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων των ελεγχόμενων φυσικών και νομικών προσώπων και συγκεκριμένα την απαγόρευση κίνησης κάθε είδους λογαριασμών, τίτλων ή χρηματοπιστωτικών μέσων που τηρούνται σε πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, καθώς και το άνοιγμα θυρίδων θησαυροφυλακίου του ελεγχόμενου, έστω και κοινών οποιουδήποτε είδους με άλλο πρόσωπο, καθώς και την απαγόρευση εκποίησης ορισμένου ακινήτου του ελεγχόμενου, εφόσον υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι αυτά σχετίζονται με ενδεχόμενες παραβάσεις των διατάξεων των άρθρων 14 και 15 του Κανονισμού 596/2014. Η δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχόμενου προσώπου πραγματοποιείται με διάταξη του εισαγγελέα Πλημμελειοδικών.

■ Αναφέρεται στον αρμόδιο εισαγγελέα Πλημμελειοδικών για την ποινική διερεύνηση υποθέσεων που εμπίπτουν στο ρυθμιστικό πλαίσιο των διατάξεων της Οδηγίας 2014/57/ΕΕ, όπως αυτές ενσωματώνονται στο εθνικό δίκαιο.

■ Ζητεί δια του αρμόδιου εισαγγελέα Πλημμελειοδικών την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών κατά τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του ν. 2225/1994, για την προστασία της ελευθερίας και ανταπόκρισης και επικοινωνίας, προκειμένου να λάβουν τα υπάρχοντα αρχεία διακίνησης δεδομένων που τηρούνται από φορέα παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, όταν υπάρχουν εύλογες υπόνοιες παράβασης των διατάξεων των στοιχείων α’ ή β’ του άρθρου 14 ή του άρθρου 15 του Κανονισμού 596/2014 και τα εν λόγω αρχεία ενδέχεται να είναι ουσιώδη για τη διακρίβωση της παράβασης αυτής.