Της Στεφανίας Σούκη

Από την 29η θέση το 2018, η Αθήνα φιγουράρει το 2019 στην 14η θέση όσον αφορά την ελκυστικότητα για επενδύσεις σε ακίνητα την επόμενη χρονιά.

Τα στοιχεία προκύπτουν από την ετήσια έρευνα της PricewaterhouseCoopers από κοινού με το Urban Land Institute αναφορικά με τις «Αναδυόμενες Τάσεις στο Real Estate για το 2019», η οποία δημοσιεύεται αυτή την περίοδο κάθε χρόνο και βασίζεται στις απαντήσεις που έχουν δώσει πάνω από 800 μεγαλοστελέχη από τον κλάδο του real estate στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων επενδυτών, εταιρειών ανάπτυξης ακινήτων, χρηματοπιστωτικών οργανισμών και συμβούλων ακινήτων.

Η Λισαβόνα, το Βερολίνο, το Δουβλίνο, η Μαδρίτη και η Φραγκφούρτη συμπληρώνουν την πρώτη πεντάδα των ευρωπαϊκών πόλεων με τις μεγαλύτερες προοπτικές για το 2019 στον τομέα των ακινήτων, με βάση τις απαντήσεις που έδωσαν τα στελέχη του κλάδου ανά την Ευρώπη.

Στην φετινή έρευνα γίνεται ιδιαίτερη αναφορά για την επαναφορά της Αθήνας, η οποία φαίνεται να κερδίζει περισσότερο την εμπιστοσύνη των επενδυτών σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, όπου παρέμενε σταθερά ουραγός στην ευρωπαϊκή λίστα των PwC- ULI. To γεγονός συνδέεται με τις καλύτερες προοπτικές πλέον του κλάδου των ακινήτων, με τους επενδυτές και τα στελέχη της αγοράς να «ποντάρουν» τώρα σε καλύτερες επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας. 

nmnmm.PNG

«Η άνοδος της Αθήνας αποτυπώνει μία αξιοσημείωτη …επιστροφή όσον αφορά την εμπιστοσύνη των επενδυτών για την αγορά ακινήτων της ελληνικής πρωτεύουσας αυτή τη χρονιά. Ειδικά όσον αφορά τις προοπτικές στον επενδυτικό τομέα, οι επιδόσεις της Αθήνας είναι στα υψηλότερα επίπεδα από το 2015 όταν η Αθήνα (σ.σ. με βάση τις απαντήσεις των στελεχών το 2014, την περίοδο κατά την οποία η ελληνική οικονομία έδειχνε κάποια πρώτα σημάδια βελτίωσης) είχε βρεθεί στην 5η θέση της συνολικής κατάταξης», αναφέρει η έρευνα. Σημειωτέον ότι κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριετίας η Αθήνα βρισκόταν σταθερά στις τελευταίες θέσεις της λίστας των 30 ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων όσον αφορά τις προοπτικές στο real estate.

«Ασφαλώς τα νέα όσον αφορά την ελληνική οικονομία είναι τώρα καλύτερα σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, μετά και τον Αύγουστο του 2018, με την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου, ενδεχομένως ανοίγοντας το δρόμο για μια επιστροφή στις αγορές», αναφέρεται στην έκθεση, με τους αναλυτές ωστόσο να προσθέτουν ότι απαιτείται στην παρούσα φάση μία γρήγορη επιστροφή στην ανάπτυξη ώστε να αποκατασταθούν οι συνθήκες στην ελληνική οικονομία που έχει υποστεί καθίζηση τα τελευταία χρόνια. «Σήμερα η Ελλάδα είναι μια αναδυόμενη αγορά με σκληρό νόμισμα. Εχει περάσει δύσκολα κι έχει μακρύ δρόμο να διανύσει προκειμένου να καλύψει το χαμένο έδαφος. Το σκληρό νόμισμα είναι ένα πλεονέκτημα από μία άποψη, δεδομένου ότι προσδίδει σταθερότητα και εμπιστοσύνη για τους επενδυτές, αλλά από την άλλη πλευρά, δεν επιτρέπει μεγάλη ευελιξία. Η λιτότητα θα συνεχιστεί, με την ελληνική κυβέρνηση να έχει δεσμευτεί για ορισμένες πολύ αυστηρές δημοσιονομικές απαιτήσεις για μακρά περίοδο, κάτι το οποίο είναι δύσκολο να επιτευχθεί».

Σε αυτό το δύσκολο ακόμη δημοσιονομικό κλίμα, γεμάτο προκλήσεις, όσον αφορά ειδικά τις κατηγορίες των ακινήτων με τις μεγαλύτερες προοπτικές η αγορά γραφείων θεωρείται ότι παρουσιάζει μεγάλη δυναμική. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν εγχώρια μεγαλοστελέχη της αγοράς: «Υφίσταται πράγματι η ευκαιρία στην αγορά γραφείων, γιατί δεν έχουν γίνει νέες αναπτύξεις τα τελευταία οκτώ με εννιά χρόνια, επομένως, δεν υπάρχει στοκ. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών οι τιμές των ενοικίων έχουν αυξηθεί για τα γραφεία υψηλών προδιαγραφών γεγονός το οποίο δείχνει την ανοδική τάση στην αγορά γραφειακών χώρων». Εν τω μεταξύ, αντοχή έχουν επιδείξει και τα μεγάλα εμπορικά κέντρα μέσα στην κρίση παρά την κατάρρευση του λιανεμπορίου.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχει και μεγάλη μερίδα ξένων επενδυτών που δεν έχουν ακόμη πειστεί για τις προοπτικές της αγοράς ακινήτων της ελληνικής πρωτεύουσας και δηλώνουν ότι δεν θα τοποθετούσαν κεφάλαια σε αγορές όπως αυτές της Αθήνας ή της Κωνσταντινούπολης εξαιτίας του μακρο-πολιτικού ρίσκου και της αβεβαιότητας, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και το γεγονός ότι οι συγκεκριμένες αγορές θεωρούνται σαφώς πιο ρηχές και λιγότερο διαφανείς.

Για την υπόλοιπη Ευρώπη, όπως επισημαίνεται στην φετινή έρευνα, οι επενδυτές για το 2019 επιστρέφουν στα θεμελιώδη και αναζητούν πιο μακροπρόθεσμες και ασφαλείς αποδόσεις σε ακίνητα εισοδήματος, δεδομένου ότι ο κλάδος των ακινήτων πανευρωπαϊκά προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ πιθανών αυξήσεων των επιτοκίων και ενός αβέβαιου γεωπολιτικού πλαισίου. Επιπλέον λαμβάνουν υπόψη το γεωπολιτικό ρίσκο και το Brexit είναι ένα σαφές παράδειγμα από την άποψη αυτή, αφού ορισμένοι ερωτηθέντες θεωρούν ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα χάσει μερικά από τα ανταγωνιστικά του πλεονεκτήματα, επηρεάζοντας και τις επενδυτικές και αναπτυξιακές προοπτικές.

klkj.PNG