Την ανάγκη επέκτασης του προγράμματος «Γέφυρα» και για άλλες κατηγορίες δανειοληπτών, όπως οι επιχειρήσεις, υπογράμμισε ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, κ. Φωκίων Καραβίας.

Ειδικότερα, μιλώντας σε διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (IOBE), από κοινού με το Ίδρυμα Konrad-Adenauer-Stiftung (KAS) σε Ελλάδα και Κύπρο, με θέμα «Χρηματοδότηση, ιδιωτικό χρέος και επανεκκίνηση της οικονομίας», ο κ. Καραβίας έκανε λόγο για δύο βασικές προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες το 2021: Την ενίσχυση της οικονομίας και την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων και την κληρονομιά της κρίσης, ήτοι το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που παρά τη μείωσή του παραμένει αρκετά μακριά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και, φυσικά, την ανάγκη να μην προστεθεί σε αυτό μία νέα γενιά «κόκκινων» δανείων.

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι τράπεζες προσπαθούν να ανταποκριθούν στις προκλήσεις σε τέσσερα διακριτά επίπεδα:

Α) Η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας και η διευκόλυνση των δανειοληπτών που επλήγησαν και έλαβαν αναστολή πληρωμών (πρόκειται για δάνεια, ύψους 20 με 25 δισ. ευρώ). «Στο πλαίσιο αυτό, το πρόγραμμα ‘Γέφυρα’, το οποίο έχει κάνει χρήση περίπου 150.000 δανειολήπτες, με υπόλοιπα 8 δισ. ευρώ, επιτρέπει στα νοικοκυριά μια ομαλή μετάβαση στην κανονική εξυπηρέτηση του δανεισμού τους. Σταδιακά επιστρέφουν στην κανονική δόση, ενώ την υπόλοιπη την καλύπτει το δημόσιο. Όμως, για τους περισσότερους δανειολήπτες που είναι εκτός Γέφυρας, οι αναστολές λήγουν τέλος του έτους και καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει εισαγάγει το όριο των εννέα μηνών για κάθε αναστολή θα πρέπει να επιστρέψουν σε κανονικές πληρωμές», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Φυσικά, οι τράπεζες θα διευκολύνουν αυτούς που έχουν ένα προσωρινό ταμειακό πρόβλημα μέσω μίας βραχυχρόνιας σταδιακής επανόδου στην αρχική δόση, αλλά η αγορά πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι δεν έχουμε απεριόριστη ευχέρεια χειρισμών και δεσμευόμαστε από τους εποπτικούς κανόνες. Ενδεχομένως, λοιπόν και εφόσον υπάρχει δημοσιονομικός χώρος είναι απαραίτητα επιπλέον μέτρα από την πολιτεία. Αντίστοιχα με το πρόγραμμα Γέφυρα για κάποιες άλλες κατηγορίες δανειοληπτών, όπως οι επιχειρήσεις».

Β) Η εξυγίανση των ισολογισμών από το απόθεμα της κρίσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Όπως τόνισε ο επικεφαλής της Eurobank, το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια επιταχυνόμενη μείωση των «κόκκινων», ένας κύκλος που ξεκίνησε από την τράπεζα, έχοντας ολοκληρώσει ένα πρόγραμμα δραστικής μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και εξασφαλίζοντας δείκτη κάτω από 15%. «Φιλοδοξούμε το αργότερο το 2022 να βρεθούμε με μονοψήφιο ποσοστό. Είναι σημαντικό, γιατί, μεταξύ άλλων, η πιστοληπτική αναβάθμιση της χώρας σε επενδυτική βαθμίδα περνά μέσα από δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων μεταξύ 5% και 8%», εξήγησε και συνέχισε: «Το κράτος είναι αρωγός αυτής της προσπάθειας, ο ‘Ηρακλής’ αποδείχθηκε επιτυχημένος, γιατί επέτρεψε στις τράπεζες να επιταχύνουν την πώληση ‘κόκκινων’ δανείων μέσω τιτλοποιήσεων, ελαχιστοποιώντας την επίπτωση στον κεφαλαιακό δείκτη. Το πρόβλημα, όμως, είναι μεγάλο και χρειαζόμαστε όποιο όπλο μπορούμε να έχουμε στη διάθεσή μας. Καλοδεχούμενος ο ‘Ηρακλής ΙΙ’, αλλά και η ‘Αργώ’, όπως ονομάζεται το σχέδιο της ΤτΕ».

Γ) Αποκατάσταση της ροής των δανειοδοτήσεων προς τις επιχειρήσεις. Το 2020 το τραπεζικό σύστημα έδειξε ότι μπορεί να χρηματοδοτήσει τις επιχειρήσεις που έχουν ανάγκη. Η πιστωτική επέκταση ήταν η υψηλότερη από τα μέσα του 2009, ανήλθε στο 8,3% και κάλυψε και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Στο πλαίσιο, μάλιστα, των προγραμμάτων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας οι τράπεζες χρηματοδότησαν 25.000 επιχειρήσεις, η πλειονότητα των οποίων ήταν μικρομεσαίες.

Δ) Συγκρότηση ενός μηχανισμού διοχέτευσης των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης. «Είναι γνωστή η απόφαση της κυβέρνησης να διοχετεύσει περίπου 13 δισ. ευρώ σε ιδιωτικές επενδύσεις, με προϋπόθεση να έχουν εξασφαλίσει συγχρόνως και τραπεζικό δανεισμό (20% ίδια κεφάλαια, 40% τραπεζικό δανεισμό και αυτός θα αποτελεί την προϋπόθεση για να εκταμιευθεί το υπόλοιπο 40% από το Ταμείο). Οι τράπεζες είναι έτοιμες να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν τα χρήματα. Πέρα από αυτά, είναι σταθερά χρηματοδότες όλων των μεγάλων έργων, τα οποία έχουν ωριμάσει, όπως είναι το Ελληνικό, η ηλεκτρική διασύνδεση της ηπειρωτικής Ελλάδας με τα νησιά μας που θα αλλάξουν το οικονομικό αποτύπωμα της χώρας», τόνισε ο κ. Καραβίας.

Ερωτηθείς εάν τίθεται θέμα κεφαλαιακής διάρθρωσης, ο επικεφαλής της Eurobank απάντησε θετικά, αλλά από την πλευρά των επιχειρήσεων. «Λάβαμε αιτήματα από εταιρείες με αρνητικά ίδια κεφάλαια, υπερδανεισμένες με λόγο χρέους προς ακαθάριστα έσοδα μεγαλύτερο του οκτώ ή του δέκα, που είχαν ήδη μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ως οφείλαμε χρηματοδοτήσαμε αυτές τις 25.000 επιχειρήσεις με γνώμονα να είναι βιώσιμες την επόμενη ημέρα, διατηρώντας τις θέσεις εργασίας, Υπάρχει θέμα μεγέθους στην ελληνική επιχειρηματικότητα. Υπάρχουν πολλές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, Το μέσο μέγεθος οφείλει να αυξηθεί. Δεν υπάρχουν αρκετά επενδυτικά έργα που θα μπορούσαν να απορροφήσουν τα κεφάλαια του Ταμείου. Υπάρχει έντονος ανταγωνισμός στο να χρηματοδοτήσουμε αυτά τα έργα», κατέληξε.

Πρόταση Μυλωνά για κατάτμηση του Πτωχευτικού Νόμου

Υπέρ της κατάτμησης του νέου Πτωχευτικού Νόμου, της σταδιακής δηλαδή εφαρμογής του, τάχθηκε από την πλευρά του ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, κ. Παύλος Μυλωνάς. «Χωρίς ένα θεσμικό πλαίσιο που δουλεύει δεν μπορούμε να μειώσουμε τα κόκκινα’ δάνεια. Ένα από τα πιο κρίσιμα κομμάτια του θεσμικού πλαισίου είναι να δουλεύει το Πτωχευτικό. Μας έχει ταλαιπωρήσει ο Νόμος Κατσέλη, μπορώ να πω μια λίστα νομοθετημάτων που δεν είχαν τύχη. Επικροτούμε την προσπάθεια ως αναγκαία. Όταν δεν υπάρχουν βιώσιμες επιχειρήσεις η μόνη λύση είναι το Πτωχευτικό.

Ήταν εξαρχής επείγον, γιατί όλες οι τράπεζες δοκιμάζουν να μειώσουν τα ‘κόκκινα’ δάνεια, πουλάμε σε servicers, εάν δεν υπάρχει η διέξοδος του Πτωχευτικού δεν θα πάρει κανείς αυτά τα δάνεια», ανέφερε χαρακτηριστικά, για να προσθέσει: «Έχει γίνει ακόμη πιο σημαντικό γιατί το Eurogroup το έβαλε και στις προτεραιότητες του προγράμματος. Θα ήθελαν να δουν βελτιώσεις και υλοποίησης του νέου Νόμου τους επόμενους μήνες. Αυτός λύνει πολλά προβλήματα, αλλά δεν έχει υλοποιηθεί. Στο παρελθόν έχουμε περάσει Νόμους, αλλά στην υλοποίηση έχουμε παιδευτεί. Για παράδειγμα, εάν ο Νόμος Κατσέλη είχε εφαρμοστεί στη Σουηδία ή στην Αυστρία θα ήταν ένας πολύ καλός Νόμος. Στα… χαρτιά είναι μία χαρά. ‘Κολλάει’ γιατί δεν είναι συμβατός με το θεσμικό πλαίσιο της χώρας και τα Πρωτοδικεία δεν θα μπορούσαν να αντέξουν».

Σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχουν περίπου επτά ροές εργασίας:

  • Έγκαιρη προειδοποίηση του οφειλέτη. Να ξέρει, δηλαδή, ότι έχει πρόβλημα. Πρέπει να συνδεθούν τα συστήματα του κράτους και των τραπεζών
  • Διαδικασία εξωδικαστικού μηχανισμού
  • Διαδικασία επιδότησης καταβολών δόσης, εάν γίνει μία ρύθμιση να υπάρχει επιδότηση
  • Διαδικασία εξυγίανσης
  • Διαδικασία πτώχευσης μικρού και μεγάλου αντικειμένου
  • Φορέας απόκτησης και επαναμίσθωσης

«Για να εφαρμοστούν αυτοί οι Νόμοι χρειάζονται περίπου 50 ΚΥΑ. Όλο το ‘ζουμί’ συνήθως είναι στις λεπτομέρειες αυτών των αποφάσεων. Εάν αυτές δεν είναι συμβατές μεταξύ τους έχουμε πρόβλημα και δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε τον Νόμο εάν δεν ξέρουμε τι θα λένε. Γνωρίζω ότι η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σχεδόν τις μισές, αλλά πρέπει να βγουν και οι υπόλοιπες. Τα συστήματα πρέπει να ‘μιλούν’ μεταξύ τους, ο αλγόριθμος για τον εξωδικαστικό δεν έχει ετοιμαστεί. Θα πρέπει να είναι ένας δίκαιος αλγόριθμος που μοιράζει την χασούρα μεταξύ τραπεζών, δημοσίου και άλλων πιστωτών», πρόσθεσε, για να καταλήξει: «Χρειαζόμαστε τους όρους του παιχνιδιού μέχρι να εφαρμοστεί, τι θα ισχύει την περίοδο της μετάβασης. Θα έχουμε ή όχι πλειστηριασμούς, τι θα γίνει με την κουλτούρα πληρωμών. Προτείνω να συγκεντρωθούμε σε κάποιες προτεραιότητες, να δούμε ποια προλαβαίνουμε πρώτα, γιατί όλα μαζί δεν μπορούμε».