Στην εντυπωσιακή μείωση των κόκκινων» δανείων, με τον σχετικό δείκτη να βρίσκεται στο 7% μετά από σχεδόν μία 10ετία και δη, χωρίς επίπτωση στα κεφάλαιά της, εστίασε ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, κ. Παύλος Μυλωνάς, στο πλαίσιο της ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης των μετόχων.

«Συγκλίνουμε ταχύτατα προς τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών», τόνισε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας, ωστόσο, ότι η πρόκληση δεν είναι πλέον πώς διαχειρίζονται τα «κόκκινα» δάνεια οι τράπεζες, αλλά πώς θα καταφέρουν οι εταιρείες διαχείρισης να εντάξουν και πάλι στην πραγματική οικονομία τα σχεδόν 50 δισ. ευρώ στοιχείων ενεργητικού που διαχειρίζονται. «Για το σκοπό αυτό, η Εθνική σύστησε μία νέα ομάδα εντός της τράπεζας, με αποκλειστικό στόχο τη χρηματοδότηση των περιουσιακών στοιχείων, τα οποία οι διαχειριστές των ‘κόκκινων’ δανείων θα πουλήσουν σε νέους επενδυτές, προσβλέποντας έτσι, να συμβάλουμε ενεργά στην επανένταξή τους στην υγιή οικονομία», πρόσθεσε.

Όσον αφορά στους υπόλοιπους υψηλούς στόχους που πέτυχε η ΕΤΕ, ο ίδιος αναφέρθηκε στα εξής:

Το 2021 στήριξε τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά με 1,4 δισ. ευρώ νέα δάνεια, καθαρά, μετά τις αποπληρωμές, που, όπως σημείωσε, είναι μία επιτυχία και μία συμβολή σημαντική στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του 2022, η τράπεζα αύξησε κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες το μερίδιό της στις νέες εκταμιεύσεις δανείων λιανικής.

Προχώρησε σε μία θεαματική αναβάθμιση των ψηφιακών της υπηρεσιών, προσφέροντας άλλες ταχύτητες συναλλαγών, μεγάλες διευκολύνσεις για τον μικρό και το μεγάλο πελάτη της και άλλο, πολύ ευρύτερο, φάσμα τραπεζικών προϊόντων και υπηρεσιών.

Πέτυχε να ανεβάσει τον δείκτη της κεφαλαιακής της επάρκειας στο 15% (μετά το IFRS 9). «Καταγράψαμε έκτακτα κέρδη από τη συνετή διαχείριση του χαρτοφυλακίου ομολόγων που μας έφερε περίπου 1,5 δισ. κεφάλαια τα τελευταία δύο χρόνια. Έτσι, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας αυξήθηκε κατά 120 μονάδες βάσης το 2021 και ανήλθε στο 16,9%. Έχουμε τον υψηλότερο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στην ελληνική αγορά, με μεγάλη διαφορά και χωρίς να έχουμε καταφύγει σε άμεση ή έμμεση αύξηση κεφαλαίων. Το γεγονός αυτό ανοίγει τη συζήτηση για διανομή μερίσματος, για τη χρήση του 2022», τόνισε ο κ. Μυλωνάς.

Τα προσαρμοσμένα κέρδη του Ομίλου από συνεχιζόμενες δραστηριότητες, μετά από φόρους, ανήλθαν το 2021 σε 834 εκατ. ευρώ. Τα οργανικά λειτουργικά κέρδη ειδικότερα αυξήθηκαν κατά 40% σε ετήσια βάση και ανήλθαν στα 450 εκατ. ευρώ, ξεπερνώντας το στόχο που είχε τεθεί για αυτή τη χρονιά.

Τέλος, ο κ. Μυλωνάς υπογράμμισε ότι η ΕΤΕ συνάπτει και προσβλέπει σε μελλοντικές στρατηγικές συνεργασίες με fintechs, και όχι μόνο, εταιρείες, έτσι ώστε να επιτύχει συνέργειες και να ωφεληθεί από σύνθετες και καινοτόμες υπηρεσίες, σημαντικές για τους πελάτες. «Με αυτή τη λογική, το 2021 προχωρήσαμε σε συμφωνία με την EVO Payments και στρατηγική συνεργασία στον τομέα της αποδοχής καρτών. Η ολοκλήρωσή της στο τέλος του 2022 αναμένεται να αυξήσει τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας κατά περίπου 60 μονάδες βάσης. Αυτό, ωστόσο, δεν ήταν ο βασικός λόγος που προχωρήσαμε στην επίμαχη συναλλαγή», ανέφερε ο κ. Μυλωνάς, για να συνεχίσει: «Η ΕΤΕ προσβλέπει και σε άλλες τέτοιες συνεργασίες. Αναμείνατε στο ακουστικό σας».

Προοπτικές της οικονομίας

Συγκρατημένα αισιόδοξος για την προοπτική της ελληνικής οικονομίας για το 2022 δήλωσε ο κ. Μυλωνάς, σημειώνοντας πως αφενός, η ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία είναι σχετικά χαμηλή και μπορεί να αντικατασταθεί σχετικά ευκολότερα σε σχέση με τους εταίρους μας και αφετέρου, δεν αναμένεται πολύ μεγάλη πτώση του διαθέσιμου εισοδήματος, ως απόρροια του υψηλού πληθωρισμού, εξαιτίας και των μέτρων στήριξης. «Παράλληλα, διανύουμε μία εξαιρετική τουριστική περίοδο, υψηλής επισκεψιμότητας και με βελτιωμένες τιμές – 15% με 20% υψηλότερες σε σχέση με πέρυσι», κατέληξε.

Διαβάστε ακόμη

Νέοι μπελάδες για τον πλουσιότερο κρυπτο – δισεκατομμυριούχο του κόσμου (pic)

Αria Hotels: To πλάνο για… αεροταξί στα ελληνικά νησιά μέσω του Libra Group (pic)

Ο «χαλαρός» MBS, ο Έλληνας καναλάρχης και τα deals, η BC Partners και η ΔΕΗ, το Attica Group και η ΑΝΕΚ