Της Στεφανίας Σούκη

Οραμα και μακροπρόθεσμη προοπτική χωρίς το καθημερινό κυνήγι του βραχυπρόθεσμου κέρδους, ανάληψη ρίσκου και «επένδυση» στους εργαζομένους είναι το τρίπτυχο όπου θα πρέπει να επικεντρωθεί ένας ηγέτης σήμερα, ακόμη και στο υφιστάμενο, δύσκολο οικονομικό περιβάλλον της Ελλάδας.

Σε μία διαφορετική ομιλία, πέρα από τις επιδόσεις των malls του ομίλου και του μεγάλου project του Ελληνικού, ο Οδυσσέας Αθανασίου, διευθύνων σύμβουλος της Lamda Development, έδωσε την περασμένη Παρασκευή τη δική του εκδοχή για το πώς θα πρέπει να είναι ο «αμφιδέξιος» ηγέτης σήμερα, από το βήμα του συνεδρίου της Εταιρείας Ανωτάτων Στελεχών Επιχειρήσεων. Από την ομιλία του βέβαια, δεν έλειψαν και τα σχόλια για το φιλόδοξο εγχείρημα της αξιοποίησης των 6.200 στρεμμάτων του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού.

Ο ίδιος ανέφερε ότι, με δεδομένες τις ταχύτατες αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στο ευρύτερο κοινωνικό και επιχειρηματικό περιβάλλον (με την ανάπτυξη των κοινωνικών δικτύων, της τεχνολογίας και της ρομποτικής κ.τ.λ.) «υπάρχουν τρείς τομείς τους οποίους θα πρέπει να σκεφτούμε πώς θα αλλάξουμε ως προς το κομμάτι της διοίκησης μιας επιχείρησης: το πώς οραματιζόμαστε το μέλλον, πώς αντιμετωπίζουμε το ρίσκο και το πώς τελικά βλέπουμε τους εργαζομένους σε αυτήν. Αυτά είναι και τα βασικά διλήμματα για έναν ηγέτη, τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε μία συνταγή επιτυχίας. Το όραμα εμπνέει τους πάντες, έστω κι αν ενίοτε μπορεί να οδηγήσει και σε αποτυχίες. Ως προς το ρίσκο, δε θα πρέπει να κοιτάμε το βραχυπρόθεσμο κέρδος, αλλά να επικεντρωνόμαστε στον πελάτη- καταναλωτή, ο οποίος, αν τελικά είναι ικανοποιημένος, θα φέρει και το κέρδος. Ως προς τους εργαζομένους, ο αμφιδέξιος ηγέτης θα πρέπει να ανέχεται τη διαφορετικότητα στους ανθρώπους και τις ιδέες, να είναι ανοικτός σε νέα concepts, να σκέφτεται πέρα από τα ειωθότα, να κερδίζει την εμπιστοσύνη των συνεργατών του και τον ενθουσιασμό τους, να συνδυάζει ανθρώπους που έχουν διαφορετικές επιδεξιότητες».

Αναφερόμενος σε παραδείγματα χωρών του εξωτερικού, οι οποίες στηρίχθηκαν σε ένα διαφορετικό ”όραμα”, ο κ. Αθανασίου στάθηκε σε αυτό της Εσθονίας, η οποία μετεξελίσσεται στη «Silicon Valley» της Ευρώπης, μειώνοντας, από τη μία πλευρά, το μέγεθος του δημοσίου τομέα και παρέχοντας, από την άλλη, μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων με κατεύθυνση την καινοτομία και την πληροφορική, του Ντουμπάι και της Σιγκαπούρης, με τη δημιουργία ενός διεθνούς οικονομικού κέντρου και τουριστικού προορισμού.

Το όραμα του Ελληνικού

«Στο Ελληνικό πάμε να δημιουργήσουμε νέες αναπτύξεις που δεν έχουν να κάνουν αποκλειστικά και μόνο με το real estate: Για παράδειγμα θέλουμε να φτιάξουμε ένα διεθνές πανεπιστήμιο, αναδεικνύοντας το ρόλο που μπορεί να έχει συνολικά η χώρα στο κομμάτι των κλασικών σπουδών κι ένα διεθνές ιατρικό κέντρο που θα μπορεί να θέσει τις βάσεις για την ανάπτυξη του ιατρικού τουρισμού. Εκ πρώτης όψης, αυτού του είδους η ανάπτυξη μπορεί να μη φέρει μεγάλα κέρδη στους επενδυτές, ωστόσο δημιουργεί ένα όραμα για την ίδια τη χώρα και εξυπηρετεί τον στόχο που θέλουμε εμείς να υπηρετήσουμε. Εχουμε τοποθετήσει κεφάλαια σε ένα project για την εκπόνηση μελετών, την εξασφάλιση μεγάλων ονομάτων αρχιτεκτονικών γραφείων κ.τ.λ., μέσα σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας και αναμένουμε να ξεκινήσουμε την επένδυση που θα δημιουργήσει νέα δεδομένα τόσο για την ελληνική πρωτεύουσα όσο και για όλη τη χώρα».

Ο κ. Αθανασίου απάντησε και στο δίλημμα που τίθεται από πολλές πλευρές σε σχέση με τη μεγάλη επένδυση του Ελληνικού : «Είναι η προστασία του περιβάλλοντος κατά της ανάπτυξης ή μπορεί αυτά τα δύο να συμβαδίσουν; Για μένα η απάντηση είναι απλή: Ναι, μπορούν να συμβαδίσουν, με το σκεπτικό ότι ο επενδυτής θα έχει μεν τη δυνατότητα να χτίσει κάτω από ένα αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο, ωστόσο εκτός ότι θα δημιουργήσει, ίσως, το μεγαλύτερο παράκτιο πάρκο στον κόσμο, παράλληλα, θα έχει την υποχρέωση να συντηρήσει το πάρκο που θα φτιάξει, να εντάξει χώρους για τις οικογένειες και τα παιδιά, κ.τ.λ.».

Απαντώντας ως προς το μείζον ζήτημα των αρχαίων στην έκταση (σ.σ. οι εκκρεμότητες με το υπουργείο Πολιτισμού είναι από τις μεγαλύτερες, μαζί με αυτή των δασικών θεμάτων, προκειμένου να ξεμπλοκάρει η επένδυση), ο κ. Αθανασίου ανέφερε ότι «είναι καλό να βρεθούν αρχαία στο Ελληνικό γιατί θα έχουμε τη δυνατότητα να τα αναδείξουμε, αλλά θα πρέπει πρώτα να …ξεκινήσουμε τις εργασίες».