Αλέξανδρος Κασιμάτης

Οι αναπτυγμένες διεθνείς αγορές ομολόγων προσφέρουν σταθερά χαμηλά ή μηδενικά επιτόκια. Η τάση αυτή δημιουργεί momentum για εναλλακτικές επενδύσεις και οι διαχειριστές επενδύσεων στρέφουν την προσοχή τους σε περιφερειακές αγορές, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Τα ελληνικά ομόλογα καταγράφουν ιστορικά χαμηλά σε όλη την καμπύλη των αποδόσεων. Χαρακτηριστικά, το 5ετές έχει μέση απόδοση 2,15%, το 7ετές 2,55%, ενώ το δεκαετές (που πρόσφατα εκδόθηκε στο 3,90%) υποχώρησε στο 3,34%. Στην πτωτική πορεία των αποδόσεων συνέβαλε σημαντικά και η ενεργοποίηση από το Εurogroup της 5ης Απριλίου των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το δημόσιο χρέος. Το risk premium της Ελλάδας μειώνεται ενισχύοντας τη δυναμική για την ελληνική αγορά ομολόγων σε συνδυασμό με προσδοκία νέας κυβέρνησης με 4ετή θητεία και φιλικό προφίλ προς τους επενδυτές.

Οι συνθήκες αυτές οδήγησαν το δεκαετές ομόλογο σε ένα νέο εύρος διακύμανσης, με τους ειδικούς να προβλέπουν πως με τα σημερινά δεδομένα και την τήρηση των δεσμεύσεων από τη χώρα η απόδοση στον 10ετή τίτλο σε έναν χρόνο από σήμερα μπορεί να υποχωρήσει σε επίπεδα κάτω από το 3%. Στην πορεία του επόμενου δωδεκαμήνου όλα θα κριθούν από τις εκθέσεις των οίκων αξιολόγησης, με πρώτες αυτέ της S&P στις 26 Απριλίου, της Fitch στις 2 Αυγούστου, της Moody’s που θα πάρει τη σκυτάλη στις 23 Αυγούστου και την επόμενη κρίση της S&P που θα γίνει στις 25 Οκτωβρίου.

Η συγκυρία αυτή θα ευνοήσει τις τράπεζες. Η πτώση των αποδόσεων βοηθά να μειωθεί το κόστος των εγγυήσεων για το σχήμα υποβοήθησης των τιτλοποιήσεων. Αν το Asset Protection Scheme (ASP) λειτουργήσει τον Νοέμβριο, τα NPLs αρχίσουν να μειώνονται αισθητά και οι τράπεζες περάσουν επιτυχώς τον νέο κύκλο των stress tests, η χώρα εκτιμάται ότι το 2020 θα αποκτήσει investment grade, δηλαδή θα αξιολογηθεί ως επενδύσιμη.

Στις τράπεζες διερευνούν συνεχώς την αγορά για να προχωρήσουν σε κινήσεις που θα ενισχύσουν τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας. Περιμένουν να διαμορφωθούν συνθήκες οι οποίες θα επιτρέψουν συνδυασμό της στρατηγικής για απομόχλευση με την ενίσχυση των κεφαλαίων τους. Δεδομένου ότι η ΕΚΤ ακολουθεί πολιτική ενίσχυσης της κεφαλαιακής επάρκειας αυξάνοντας το SREP και ότι η μάχη μείωσης των NPLs κρίνεται κυρίως φέτος και το 2020, οι τράπεζες υποχρεώνονται να εξετάσουν εμπροσθοβαρή σχέδια για τα κόκκινα δάνεια ώστε να εξαλείψουν το ενδεχόμενο αύξησης κεφαλαίου.

Τα πρώτα βήματα

Οι τράπεζες ήδη κάνουν τα πρώτα βήματα για ομολογιακές εκδόσεις, όπου η αγορά αφήνει περιθώρια. Χαρακτηριστικό είναι ότι η Αlpha Bank για τη θυγατρική της στη Ρουμανία, με στόχο να διαφοροποιήσει τις πηγές χρηματοδότησής της και να αντλήσει νέα κεφάλαια με μειωμένο κόστος, αυτή την εβδομάδα άνοιξε την αγορά Covered Bonds στη Ρουμανία με πρόγραμμα το οποίο προβλέπει την απευθείας έκδοση καλυμμένων ομολογιών από την τράπεζα έως του ποσού του 1 δισ. ευρώ.

Το κρίσιμο βήμα όμως για τις ελληνικές τράπεζες είναι η έκδοση ομολόγων δευτεροβάθμιου κεφαλαίου μειωμένης εξασφάλισης. Οι συνθήκες προς το παρόν είναι απαγορευτικές, καθώς τα επιτόκια που προσφέρει η αγορά είναι σε διψήφια νούμερα. Μια ένδειξη των αποτιμήσεών της για τα συγκεκριμένα ομόλογα δίνει η έκδοση ύψους 250 εκατ. της Τράπεζας Κύπρου τον περασμένο Ιανουάριο. Παρά το γεγονός ότι η Κύπρος έχει investment grade, έχει βγει από το μνημόνιο τον Μάρτιο 2016 και έχει πολύ μικρότερο δημόσιο χρέος, το ομόλογο της Τράπεζας Κύπρου εκδόθηκε με επιτόκιο 9,25%. Προφανώς έπαιξε ρόλο ότι το τραπεζικό σύστημα δεν έχει ακόμη αντιμετωπίσει ικανοποιητικά το πρόβλημα των NPLs.
Στο πλαίσιο αυτό η προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις, το εκλογικό αποτέλεσμα και οι επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών στο μέτωπο των NPLs θα ανοίξουν κατά τους επόμενους μήνες τον δρόμο για κινήσεις κεφαλαιακής ενίσχυσης των τραπεζών μέσω ομολογιακών εκδόσεων. Στο μεταξύ ο ΟΔΔΗΧ εκμεταλλεύεται τη συγκυρία και περιμένει τον χρησμό της S&P στις 26/4 προκειμένου να προχωρήσει σε έκδοση 2 έως και 2,5 δισ. – κατά πάσα πιθανότητα με τριετές ομόλογο.

Εξάλλου στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ, αυτό το Σαββατοκύριακο, αναμένεται να εξασφαλιστεί η έγκριση για την πρόωρη αποπληρωμή μέρους των δανείων της χώρας. Η πληρωμή έστω και μέρους των ακριβών δανείων του Ταμείου μειώνει με αυτοματοποιημένη διαδικασία και τα επιτόκια για το χρέος προς το ΔΝΤ που απομένει προς εξόφληση.