Οι υπουργoί Οικονομικών του γκρουπ των G7 που συνεδριάζουν στην Ιταλία δεν αντιμετωπίζουν ένα βασικό ζήτημα: το εγχώριό τους χρέος.

Παρά την αύξηση του χρέους και τη δήλωση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου τον περασμένο μήνα ότι «τώρα είναι η ώρα» να αποκατασταθούν οι βιώσιμες δημοσιονομικές πολιτικές, το θέμα αυτό δεν εμφανίζεται στην επίσημη ατζέντα των κεντρικών τραπεζιτών και των υπουργών Οικονομικών των G7 που θα συγκεντρωθούν στην ιταλική πόλη της Στρέσα.

Η ευαισθησία του θέματος δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένων των επικείμενων εκλογικών αναμετρήσεων στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και της επισφαλούς δημοσιονομικής κατάστασης στην Ιταλία.

Πάραυτα, με το υψηλό κόστος δανεισμού να ασκεί πιέσεις και το χρέος να αυξάνεται, η έλλειψη συλλογικής αποφασιστικότητας κινδυνεύει να δημιουργήσει προβλήματα.

Η σύνοδος θα επικεντρωθεί κυρίως στη χρήση των εσόδων που προέρχονται από τα δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για την ενίσχυση της Ουκρανίας, τη διεθνή φορολογία και τις επιπτώσεις της τεχνητής νοημοσύνης, μεταξύ των θεμάτων που ανακοίνωσε ο προεδρεύων Ιταλός υπουργός Οικονομικών Τζανκάρλο Τζορτζέτι.

Ενώ οι επενδυτές έχουν προσφέρει «ανάσα» στην πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι μειώνοντας το spread των ομολόγων της χώρας έναντι των γερμανικών στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο ετών, οι προοπτικές ενδέχεται να αλλάξουν δεδομένης της φοροαπαλλαγής για την ανακαίνιση κατοικιών, γνωστής ως «superbonus».

Η Scope Ratings προέβλεψε την περασμένη εβδομάδα ότι η Ιταλία θα έχει το υψηλότερο χρέος της Ευρώπης σε μόλις τρία χρόνια και τη Δευτέρα, το ΔΝΤ εξέδωσε ετήσια αξιολόγηση, ζητώντας «ταχύτερη από την προγραμματισμένη» δράση.

Το μήνυμα αυτό προωθεί τη γενικότερη σύσταση του Ταμείου, η οποία μιλά για μία ευκαιρία για δημοσιονομική βελτίωση εν μέσω των προοπτικών για μια ήπια προσγείωση των οικονομιών και έναν πιο ήπιο πληθωρισμό.

Η ανησυχία για την εκτίναξη των επιπέδων χρέους γίνεται αισθητή σε όλες τις αγορές, όπου τα ιστορικά μεγάλα ελλείμματα σε ορισμένες χώρες των G7 έχουν διατηρήσει ζωντανό τον κίνδυνο των λεγόμενων vigilantes των ομολόγων -ένας όρος για τους επενδυτές σταθερού εισοδήματος που απαιτούν υψηλότερες αποδόσεις για να αντισταθμίσουν τον υπερβολικό κρατικό δανεισμό.

Αυτοί μπορούν να ασκήσουν επιρροή στη δημοσιονομική πολιτική, αναγκάζοντας τις αρχές να περιορίσουν τις δαπάνες και υπήρξαν ιδιαίτερα ανασταλτικοί κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης δημοσίου χρέους.

Σημειωτέον πως, σύμφωνα με το Bloomberg, οι αγορές δεν πλησιάζουν επί του παρόντος αυτά τα επίπεδα πίεσης, αλλά οι ανησυχίες εξακολουθούν να υφίστανται.

Οι προβλέψεις του ΔΝΤ τον περασμένο μήνα δείχνουν ότι τα χρέη των κρατών-μελών του γκρουπ αυξάνονται και πάλι φέτος. Το συνολικό έλλειμμα θα μειωθεί ελάχιστα στο 4,6% σε μέχρι το 2029.

Το ταμείο ξεχώρισε τις ΗΠΑ, προβλέποντας ότι αν οι τρέχουσες χαλαρές πολιτικές παραμείνουν σε ισχύ, το χρέος τους θα διπλασιαστεί σχεδόν μέσα σε τρεις δεκαετίες και θα βρεθεί πιο κοντά στο 134% του ΑΕΠ μέσα σε πέντε χρόνια.

Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία αντιμετωπίζουν επίσης αυξανόμενο χρέος, με το ΔΝΤ να τονίζει πως οι δύο χώρες πρέπει να δράσουν άμεσα.

Εν τω μεταξύ, το έλλειμμα της Ιαπωνίας φαίνεται να σταθεροποιείται στο εντυπωσιακό επίπεδο του 250% και πλέον του ΑΕΠ. Εντός των G7, μόνο η Γερμανία και ο Καναδάς θα μειώσουν το χρέος τους.

Αν και η κατάσταση κάθε χώρας διαφέρει, τα κοινά θέματα που εξηγούν το αυξανόμενο δημοσιονομικό φορτίο περιλαμβάνουν τις αυξανόμενες υποχρεώσεις που συνδέονται με τη γήρανση του πληθυσμού και την κλιματική αλλαγή, το αυξανόμενο αμυντικό κόστος για την αποτροπή της ρωσικής επιθετικότητας και την περιορισμένη ανοχή των ψηφοφόρων για μέτρα λιτότητας.  

Οι εκλογές που διεξάγονται φέτος και στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο καθώς και οι Ευρωεκλογές τον Ιούνιο, υπογραμμίζουν τη δυσκολία της περαιτέρω διόρθωσης των δημοσιονομικών.

Η επιφυλακτικότητα όσον αφορά την οποιαδήποτε συζήτηση των δημοσιονομικών προκλήσεων δεν περιορίζεται μόνο στο γκρουπ των G7. Το γκρουπ των G20, απέφυγε το θέμα κατά την πρόσφατη συνάντησή της τον Φεβρουάριο, μετά από αντιρρήσεις της Κίνας για το κοινό ανακοινωθέν.

Με βάση τις προηγούμενες ανακοινώσεις, οι υπουργοί των G7 μπορεί τουλάχιστον να συμφωνήσουν για την ανάγκη «μεσοπρόθεσμης βιωσιμότητας» των δημοσιονομικών, αλλά ίσως να μην εντρυφήσουν περισσότερο. Για τη Βερόνικα Ντε Ρομάνις, καθηγήτρια πολιτικής οικονομίας στο πανεπιστήμιο LUISS της Ρώμης, αυτό είναι ανησυχητικό.

«Είναι σαφές ότι οι πολιτικοί χρονοτριβούν», δήλωσε η ίδια. «Χωρίς μια στροφή προς τη δημοσιονομική στρατηγική, αργά ή γρήγορα θα βρεθούμε προ εκπλήξεως».

Διαβάστε ακόμη

Σε «λίγους και εκλεκτούς» οι βίλες του Kengo Kuma στο Ελληνικό – Ποιος είναι ο πρώτος αγοραστής (pics)

Σπάνε και πάλι τα ρεκόρ οι ελληνικές εξαγωγές: Αύξηση 50% σε 5 χρόνια (πίνακες)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ