Παρά τις συνεχόμενες υποσχέσεις των κυβερνήσεων για μείωση των επιδοτήσεων προς την αγορά υδρογονανθράκων, μία νέα έρευνα αποκάλυψε πως οι επιδοτήσεις αυτές άγγιξαν τα $1,3 τρισεκατομμύρια πέρυσι. 

Η νέα ανάλυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου μελέτησε τόσο τις έμμεσες και άμεσες επιδοτήσεις τις οποίες λαμβάνουν οι τομείς των υδρογονανθράκων σε 170 χώρες.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι άμεσες επιδοτήσεις αυτές έχουν υπερδιπλασιαστεί από τα $500 δισεκατομμύρια το 2020 στα $1,3 τρισεκατομμύρια το 2022, τη στιγμή που οι περισσότερες κυβερνήσεις προσπάθησαν να αντισταθμίσουν τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης που προκλήθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά και την ανάκαμψη από την πανδημία. 

Οι επιδοτήσεις αυτές είναι απευθείας χρηματική στήριξη στην αγορά των υδρογονανθράκων μέσω της διαχείρισης των τιμών υπό των διεθνών επιπέδων και των επιδομάτων για τους λογαριασμούς ενέργειας.

Το ΔΝΤ μετρά και τις έμμεσες επιδοτήσεις αυτές οι οποίες συμπεριλαμβάνουν την υποτίμηση του περιβαλλοντικού κόστους και την έλλειψη φορολόγησης της κατανάλωση. Όταν, μάλιστα, αυτές προστεθούν στις άμεσες επιδοτήσεις, το σύνολο ξεπερνά τα $7 τρισεκατομμύρια το 2022, αύξηση της τάξης των $2 τρισ. σε σχέση με το 2020. 

Τα ευρήματα της έρευνας αυτής συμπίπτουν με μία παρόμοια ανάλυση του καναδικού think-tank, International Institute of Sustainable Development (IISD), σύμφωνα με την οποία οι δημόσιες δαπάνες των χωρών-μελών του γκρουπ των G20 έχουν υπερτετραπλασιάσει τις επιδοτήσεις στην αγορά των υδρογονανθράκων κατά $1 τρισ. σε ετήσιο επίπεδο το 2022. 

Οι δύο αναλύσεις αυτές αποτελούν διαμετρικά αντίθετο αφήγημα από αυτό της προσπάθειας επίτευξης των στόχων net-zero το οποίο προσπαθούν να προωθήσουν οι κυβερνήσεις των κρατών.

Σύμφωνα με το Bloomberg, τεράστιος αριθμός χωρών προσυπέγραψαν τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ το 2015, πλαίσιο το οποίο επεκτάθηκε κατά τη διάρκεια της Συνόδου COP26 το 2021, όταν 197 χώρες συμφώνησαν να επιταχύνουν την προσπάθεια αυτή.

«Ακούμε συνέχεια τις υποσχέσεις των κυβερνήσεων όσον αφορά την απεξάρτηση των οικονομιών από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά δεν υπάρχει καμία εξέλιξη σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των μέτρων αυτών», ανέφερε χαρακτηριστικά ο ερευνητής του IISD, Κρίστοφερ Μπίτον, προσθέτοντας πως «τα τελευταία δύο χρόνια, έχουμε οπισθοδρομήσει».

Η οπισθοδρόμηση αυτή έχει σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια προσπάθεια αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και του περιορισμού της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη στους +1,5 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή. 

Ακόμα και με το τρέχον +1,2°C της αύξησης της θερμοκρασίας, ο πλανήτης βιώνει θανατηφόρα κύματα καύσωνα, πυρκαγιές και ακραία καιρικά φαινόμενα τα οποία ολοένα και επιδεινώνονται. Ο περασμένος Ιούνιος αλλά και ο Ιούλιος ήταν οι θερμότεροι στα καταγεγραμμένα ιστορικά.

Το κλίμα του πλανήτη θα γίνει ολοένα και πιο ευμετάβλητο όσο συνεχίσουμε να εκπέμπουμε αέρια του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Οι επιδοτήσεις προς τον κλάδο των υδρογονανθράκων αυξάνουν την πιθανότητα αυτή δραματικά.

«Οι επιδοτήσεις για τη χρήση τέτοιων ορυκτών καυσίμων κρατούν τις τιμές χαμηλές, κάτι το οποίο αυξάνει την κατανάλωση, ενώ ενισχύει και νέα πρότζεκτ υδρογονανθράκων τα οποία δε θα λάμβαναν χώρα αλλιώς», σημείωσε ο Μπίτον.

Το ΔΝΤ, από την πλευρά του, υποστήριξε πως η άρση των άμεσων επιδοτήσεων αυτών και της φορολόγησης του περιβαλλοντικού κόστους θα περιορίσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 34% υπό των επιπέδων του 2019 μέχρι το 2030. 

Διαβάστε ακόμη

Οικογένεια Παπασπύρου: Οκτώ δεκαετίες γράφει γλυκές ιστορίες (pics)

Έρχονται έλεγχοι, ξεσκαρτάρισμα και ΦΠΑ στα Airbnb

Μίλτος Αλαμανιώτης: Ένας Βολιώτης στους κορυφαίους πυρηνικούς επιστήμονες των ΗΠΑ

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ