Οι σύμμαχοι του Ουκρανού Προέδρου Βολοντιμίρ Ζελένσκι υποστηρίζουν πως o Πούτιν θα δεχθεί συμβιβασμό όσον αφορά τη μελλοντική γεωπολιτική θέση της Ουκρανίας μόνο εάν η ρωσική οικονομία απειληθεί μέσω ευρωπαϊκών κυρώσεων στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Σημειωτέον πως σχεδόν το 40% των εσόδων του ρωσικού προϋπολογισμού βασίζεται στις εξαγωγές ενέργειας.

Στην απόφαση αυτή, όμως, αντιτίθεται η Γερμανία η οποία υποστηρίζει πως οποιαδήποτε τέτοια κίνηση θα προκαλέσει οικονομική κρίση στη χώρα. 

Γερμανικό «βέτο»

Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο «Πράσινος» Γερμανός ΥΠΟΙΚ, Ρόμπερτ Χάμπεκ υποστήριξε πως η Ευρώπη έχει πολλάκις δώσει «κενές υποσχέσεις» στην Ουκρανία αλλά η Γερμανία δε θα αντέξει την απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας σε περίπτωση ολικού ενεργειακού εμπάργκο. Τόνισε, μάλιστα, πως η Γερμανία, στην καλύτερη περίπτωση, θα απαγκιστρωθεί από το ρωσικό άνθρακα μέχρι το φθινόπωρο, από το ρωσικό πετρέλαιο μέχρι το τέλος του 2022, αλλά δε θα μπορέσει να απαγκιστρωθεί σύντομα από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Η κατάσταση αυτή οδηγεί τον Ζελένσκι σε αδιέξοδο. Ο Ουκρανός πρόεδρος έχει πολλάκις παρακαλέσει τη Βρετανία και τις ΗΠΑ να ασκήσουν πίεση προς τη Γερμανία και τον Καγκελάριο Σολτς για την απαγκίστρωση της χώρας από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Πολύπλευρες διαπραγματεύσεις

Αν και οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Σολτς, Μακρόν και Πούτιν προχωρούν σε ικανοποιητικό επίπεδο και τα τελεσίγραφα έχουν έλθει και παρέλθει, ο Γάλλος ΥΠΕΞ Ζαν-Υβ λε Ντριάν τόνισε πως «έχουμε έρθει σε αδιέξοδο. Ο πόλεμος αυτός θα είναι μακρύς».

Γι αυτό το λόγο η ομάδα του Ζελένσκι προσπαθεί να εισάγει τον πρώην γερμανό καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ στην εικόνα ως μεσάζοντα. Παράλληλα, οι Ουκρανοί ανησυχούν για το ρόλο του Ισραηλινού πρωθυπουργού Ναφτάλι Μπένετ, αφού δεν είναι σίγουροι κατά πόσο το Ισραήλ υποστηρίζει τις ουκρανικές απόψεις.

Μετά την πρόσφατη συνάντησή του με τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ, ο Ουκρανός ΥΠΕΞ Ντμίτρι Κούμπελα υποστήριξε πως «αυτό που ζητάμε είναι διαβεβαιώσεις, ιδιαίτερα από τη Ρωσία αφού η χώρα αυτή κήρυξε πόλεμο εναντίον μας, αλλά και από άλλες χώρες του ΟΗΕ. Θέλουμε απλά διαβεβαιώσεις πως δε θα υπάρξουν πολεμικές ή οικονομικές πιέσεις εναντίον της Ουκρανίας». Παράλληλα τόνισε πως «παρά τις προσπάθειές μας το ΝΑΤΟ δε φαίνεται πως είναι έτοιμο να μας προσαρτήσει. Παρ’ όλα αυτά εάν δεν έχουμε τις προαναφερθείσες διαβεβαιώσεις τόσο από τη Ρωσία όσο και από τη Δύση, δε θα σταματήσουμε τις προσπάθειες ένταξής μας στη συμμαχία».

Εν ολίγοις, η κυβέρνηση Ζελένσκι αποζητά παρόμοιο μνημόνιο συνεργασίας όπως αυτό της Βουδαπέστης το 1994. Οι ΗΠΑ, από την πλευρά τους, υπογραμμίζουν πως -μέχρι τώρα- δεν έχουν λάβει καμία διαβεβαίωση από το Ρώσο πρόεδρο για υπογραφή τέτοιου μνημονίου και υποχωρήσεων: «είναι δύσκολο να προσφέρουμε διπλωματική λύση στο Κρεμλίνο τη στιγμή που η τακτική του είναι “βομβαρδίστε τους Ουκρανούς μέχρι να παραδοθούν”».

Παράλληλα, η άποψη που προτάσσει δημόσια ο Πούτιν είναι «αποστρατικοποίηση και απο-ναζισμός» της Ουκρανίας και αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Κριμαίας και του Ντονμπάς.

Η «ιερή αγελάδα»

Όλα αυτά οδηγούν την κατάσταση σε ένα επιμηκυμένο «μαραθώνιο» μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας, ο οποίος πρέπει να συνεχιστεί μέχρι να «λυγίσουν» οι στενότεροι σύμμαχοι του Πούτιν.

Σύμφωνα με τον Αντρίι Κομπόλιεφ, πρώην επικεφαλής της ουκρανικής Naftogaz η στάση των Γερμανών είναι καθ’ όλα λανθασμένη: «μέχρι οι Ευρωπαίοι ηγέτες να καταλάβουν πως ο Πούτιν τους θεωρεί αδύναμους και εύκολους στόχους στη γεωπολιτική του στρατηγική, θα συνεχίσει το ίδιο τροπάριο. Γι αυτό και η Ευρώπη θα πρέπει να θέσει σε εφαρμογή ένα συνολικό ενεργειακό εμπάργκο και να αλλάξει το αφήγημά της».

Ο Κομπόλιεφ έχει πολλές φορές στο παρελθόν διαπραγματευτεί τόσο με τον Πούτιν όσο και τους λοιπούς Ρώσους ολιγάρχες, και υποστηρίζει πως ξέρει τις τακτικές τους. Πιστεύει πως ο Πούτιν θα γίνει στόχος της οργής τόσο των ολιγαρχών όσο και της μυστικής αστυνομίας FSB εάν πειστούν πως η εισβολή στην Ουκρανία ήταν λάθος επιλογή, τόσο λόγω της αντίστασης των Ουκρανών όσο και των ενεργειακών εμπάργκο των Δυτικών.

Mια τέτοια κίνηση θα ανατρέψει και οποιουσδήποτε ισχυρισμούς εκ μέρος της ρωσικής ενεργειακής ελίτ και δη του επικεφαλή της Rosneft, Ιγκόρ Σέτσιν ο οποίος αν και ανέμενε αύξηση της χρήσης πετρελαίου κατά 10% μέχρι το 2040 και 20% στην Ασία, έχει βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο λόγω των κυρώσεων. Σύμφωνα με τον Κομπόλιεφ «η επιβολή μαζικού ενεργειακού εμπάργκο θα θυσιάσει την ιερή αγελάδα του Πούτιν». 

Μέχρι τώρα, η μόνη χώρα που έχει επιβάλλει τέτοιο εμπάργκο στο πετρέλαιο είναι οι ΗΠΑ, οι οποίες όμως εισάγουν πενιχρά ποσοστά ρωσικού πετρελαίου στα 209.000 βαρέλια/ημέρα αργού και 500.000 βαρέλια/ημέρα λοιπών πετρελαϊκών παραγώγων. 

Ο Σολτς συνεχίζει να τίθεται κατά της επιλογής του εμπάργκο, δεδομένου του ότι η Ευρώπη συνεχίζει να βασίζεται στην παροχή ενέργειας από τη Ρωσία. Την άποψη του Σολτς συμμερίζεται και η Γερμανίδα ΥΠΕΞ Αναλένα Μπέρμποκ. 

Γεωπολιτικό «σκάκι»

Οι φόβοι του Σολτς είναι δικαιολογημένοι. Το πετρέλαιο αποτελεί το 32% της ενεργειακής χρήσης της γερμανικής οικονομίας. Το 1/3 αυτού προέρχεται από τη Ρωσία. 

Στη Ρωσία, όμως, το πετρέλαιο παίζει ακόμα σημαντικότερο ρόλο. Σύμφωνα με τον Θέιν Γκούσταφσον, τα έσοδα από το πετρέλαιο στη χώρα το 2019 έφτασαν τα $188 δισ, ή 44% των εξαγωγών της χώρας, ενώ το φυσικό αέριο άγγιξε μόλις το 12% του ποσοστού αυτού. Οι υδρογονάνθρακες αποτελούν το 56% των εξαγώγιμων προϊόντων της Ρωσίας και το 39% των εσόδων του προϋπολογισμού της χώρας. 

Ο Κομπόλιεφ είναι πεπεισμένος πως εάν η Ε.Ε. ασκήσει εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο, θα μπορέσουν να βρουν εναλλακτικές.

Στη γεωπολιτική σκακιέρα, ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προσπαθεί ήδη να ανακαλύψει εναλλακτικές επιλογές για το ρωσικό πετρέλαιο. Μέχρι τώρα, βασίζεται στα στρατηγικά αποθέματα της χώρας, σε εισαγωγές από τη Βενεζουέλα, το Ιράν και τη Σαουδική Αραβία.

Διπλωματικοί κύκλοι του Λευκού Οίκου έχουν ήδη προσεγγίσει την κυβέρνηση του Μαδούρο στη Βενεζουέλα, η οποία φαίνεται πως θα δεχθεί να αποφυλακίσει δύο πολιτικούς αντιπάλους ως ένδειξη καλής θέλησης. Η ημερήσια παραγωγή πετρελαίου της χώρας ενδέχεται να αυξηθεί κατά 400.000 βαρέλια, αλλά ο Μπάιντεν αντιμετωπίζει σθεναρή αντίσταση στο Κογκρέσο από Ρεπουμπλικανούς.

Σύμφωνα με τον Κομπόλιεφ, οι διαπραγματεύσεις με τη Σαουδική Αραβία συνεχίζονται. Παρ’ όλα αυτά, το βασίλειο της Μέσης Ανατολής εκτέλεσε 81 «κακοποιούς και τρομοκράτες» το περασμένο Σαββατοκύριακο, κάτι που σηματοδοτεί πως η Σαουδική Αραβία δε φαίνεται διατεθειμένη να «παίξει» φιλοδυτικό ρόλο.

Στην περίπτωση του Ιράν, η Ρωσία έχει ασκήσει βέτο για τη σχεδόν ολοκληρωμένη συμφωνία για την πυρηνική ενέργεια φοβούμενη πως μέσω της επίτευξής της η Τεχεράνη θα μπορέσει να απελευθερώσει παραγωγήι περίπου 2 εκατομμύρια βαρελιών ημερησίως.

Πέραν του πετρελαίου, η περιπλοκότητα της κατάστασης έγκειται κυρίως στο φυσικό αέριο. Ως συμβιβασμό μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέφερε πως η κατανάλωση του ρωσικού φυσικού αερίου θα μειωθεί κατά 2/3 μέχρι τα τέλη του 2022. Η Ε.Ε., βάσει του σχεδίου αυτού, θα απαγκιστρωθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο μέχρι το 2027 ή «πριν το 2030». 

Η Ένωση υποστήριξε πως θα μπορέσει να εισάγει φυσικό αέριο από εναλλακτικές όπως η Νορβηγία και το Αζερμπαϊτζάν, αλλά κυρίως μέσω LNG. Για τον Κομπόλιεφ, όμως, τα πλάνα αυτά είναι πολύ γενικευμένα. Ο ίδιος υποστηρίζει πως η Ευρώπη θα πρέπει να άρει οποιεσδήποτε συνεργασίες με τη βιομηχανία ρωσικού LNG, κάτι το οποίο θα πλήξει το πρότζεκτ Yamal το οποίο συνδέεται άμεσα με τη μαφία των «siloviki» (σ.σ. ολιγαρχών) του Κρεμλίνου. 

Ο Κομπόλιεφ δεν πρόκειται για φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Έχει μεταπείσει αρκετούς Γερμανούς ρυθμιστές, φέρνοντας την κυβέρνηση συνεργασίας σε δύσκολη θέση. Σύμφωνα με τον Νόρμπερτ Ρότγκεν, πρώην στέλεχος της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων του Bundestag, οι Γερμανοί πολίτες είναι έτοιμοι να θυσιάσουν ό,τι μπορούν για να σταματήσουν τη χρηματοδότηση της πολεμικής μηχανής της Ρωσίας. 

Πρόσφατη έρευνα του Leopoldina National Academy of Science και 9 ανεξάρτητων οικονομικών αναλυτών, ανέφερε πως στη χειρότερη περίπτωση το γερμανικό ΑΕΠ θα μειωθεί κατά 3% σε περίπτωση ολικού ενεργειακού εμπάργκο κατά της Ρωσίας, λιγότερο από το 4% του κορωνοϊού. Αντιθέτως, ο Χάμπεκ υποστηρίζει πως το ποσοστό αυτό θα φτάσει το 5%.

Ο ρόλος της Κίνας

Ο Κομπόλιεφ υποστηρίζει πως η Ρωσία δε θα μπορέσει να στραφεί στην Κίνα σε περίπτωση ευρωπαϊκού εμπάργκο: «Θα χρειαστούν 10 με 15 χρόνια για την κατασκευή των υποδομών σε τέτοια περίπτωση. Οι αγωγοί μεταξύ της Ρωσίας και της Κίνας αυτή τη στιγμή είναι πολύ μικρότεροι από τους αγωγούς προς την Ευρώπη. Ακόμα κι αν αυξήσει τις εξαγωγές LNG, οι Κινέζοι θα γνωρίζουν πως αποτελούν την τελευταία επιλογή του Πούτιν. Η Ρωσία φοβάται την Κίνα. Τη θεωρεί ως “μικρό αδερφάκι”, αλλά η χώρα έχει γιγαντωθεί εκτός ελέγχου. Εάν ο Πούτιν επιστρέψει στους φίλους του και τους πει πως “μας πέταξαν έξω από την Ευρώπη αλλά θα ξεκινήσω διαπραγματεύσεις με τους Κινέζους”, οι ολιγάρχες δε θα είναι ευχαριστημένοι. Θα έχουν χάσει την πιο προσοδοφόρα τους αγορά, θα έχουν χάσει το 80% των εσόδων τους και θα βασίζονται εξ ολοκλήρου στην Κίνα».

Διαβάστε ακόμα:

Μπάιντεν: Νέο πακέτο στήριξης στην Ουκρανία – Επιπλέον $800 εκατ. για στρατιωτική βοήθεια

Fed: Αύξηση επιτοκίων κατά 0,25% – Αναμένει άλλες έξι αυξήσεις το 2022

Τέλος εποχής για το «Καμπ Νου» – Πώς θα ονομάζεται το γήπεδο της Μπαρτσελόνα