Κόντρα στις προειδοποιήσεις των ειδικών της κλιματικής αλλαγής, η ενεργειακή κρίση σαν αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία στάθηκε αφορμή για τις μεγάλες και όχι μόνο οικονομίες να βάλουν σε δεύτερη μοίρα τα σχέδια απολιγνιτοποίησης των οικονομιών τους. Όμως, τα ακραία καιρικά φαινόμενα του φετινού καλοκαιριού, από τις θερμοκρασίες-ρεκόρ έως τις πλημμύρες-φονιάδες επανέφεραν με άβολο τρόπο στην επικαιρότητα το debate για τη χρήση άνθρακα. Η ειρωνεία δε, είναι πως η ίδια η κλιματική κρίση που έφερε τους καύσωνες έφερε ταυτόχρονα και αυξημένη χρήση ηλεκτρικού ρεύματος σε έναν αέναο φαύλο κύκλο που θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να «σπάσει».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Επιτροπής Ενέργειας, η χρήση άνθρακα παραμένει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα έχοντας ήδη το 2022 αγγίξει νέα υψηλά παγκοσμίως στους 8,3 δισ. μετρικούς τόνους. Η δε, παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα έφτασε να αναλογεί στο 36% της παγκόσμιας παραγωγής.

Ειδικά στις δυτικές οικονομίες η συζήτηση για την ενίσχυση της ενεργειακής θωράκισης των αγορών τους από τις συνέπειες του πολέμου και τα παιχνίδια της Ρωσίας έφερε ταυτόχρονα μια σημαντική διόγκωση των επενδύσεων σε έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Όμως, παρά το γεγονός ότι η τάση αυτή έφτασε και στις κορυφαίες αναπτυσσόμενες αγορές της Κίνας και της Ινδίας, το παράδοξο είναι πως μαζί με την ενίσχυση των ΑΠΕ συνέχισαν να επενδύουν δυναμικά και στην αυξημένη χρήση άνθρακα.

Στην Κίνα καταγράφηκε ο υψηλότερος ρυθμός ανάπτυξης έργων ΑΠΕ με δαπάνες που εκτινάχθηκαν στα 546 δισ. δολάρια το 2022, σύμφωνα με στοιχεία του World Economic Forum. Πρόκειται για ένα ποσό σχεδόν τέσσερις φορές υψηλότερο σε σχέση με τα 141 δισ. δολάρια που δαπάνησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ήρθε δεύτερη στην παγκόσμια λίστα με δαπάνες ύψους 180 δισ. δολαρίων. Όμως, για την Κίνα ο άνθρακας παραμένει στην κορυφή της λίστας των ενεργειακών πηγών της και κατά τη φετινή χρονιά.

Μόλις προ ημερών, η Greenpeace σε νέα έκθεση της κατήγγειλε πως οι πράσινες υποσχέσεις του Πεκίνου έχουν παραμείνει στα… λόγια, καθώς η χώρα ενέκρινε την παραγωγή επιπλέον 50 GW ενέργειας από λιγνιτικά εργοστάσια κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023, καθώς τα ακραία καιρικά φαινόμενα δεν άφησαν στις αρχές την πολυτέλεια να ρισκάρουν πτώση της παραγωγής από τις μονάδες λιγνίτη. Αντί δε, να συζητά μείωση των μονάδων, κατασκευάζει συνεχώς νέα εργοστάσια ηλεκτρικού ρεύματος με χρήση άνθρακα. Στις αρχές του έτους, σύμφωνα με την Global Energy Monitor, βρίσκονταν σε διάφορα στάδια προετοιμασίας ή κατασκευής 300(!) νέες μονάδες λιγνίτη.

Ενδεικτικά, μόνο τον περασμένο μήνα, λόγω των πολύ υψηλών θερμοκρασιών που έπληξαν και την Κίνα οδηγώντας σε άλμα της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, η χώρα χρειάστηκε να αυξήσει την παραγωγή ενέργειας από τα λιγνιτικά εργοστάσια κατά επιπλέον 14%.

Η πιο πρόσφατη έκθεση του ΙΕΑ έδειξε πως, κατά το πρώτο μισό του έτους, σε κάποιες δυτικές χώρες κατεγράφη πτώση της ζήτησης άνθρακα σε σχέση και με τα περσινά ρεκόρ. Ενδεικτικά σε ΗΠΑ και ΕΕ η πτώση ήταν της τάξεως του 24% και 16% αντιστοίχως. Όμως, τα νούμερα παραμένουν ακόμη υψηλά για την επίτευξη των στόχων της απολιγνιτοποίησης και της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, ενώ η σταθερή αύξηση της ζήτησης από τις ρυπογόνες αγορές της Κίνας και της Ινδίας (με αύξηση κατά πάνω από 5% στην κάθε μία) σημαίνει πως τα επίπεδα της χρήσης άνθρακας παραμένουν ακόμη μακριά από τους στόχους που είχαν τεθεί.

«Πώς μπορεί να περιμένει κάποιος οι αναπτυσσόμενες οικονομίες να δώσουν υποσχέσεις για την απαλοιφή της χρήσης άνθρακα και την κατάργηση των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα, όταν το βασικό θέμα στην ατζέντα μας είναι η μείωση της φτώχειας» είναι η θέση του Νέου Δελχί, όπως ειπώθηκε διά στόματος του αρμόδιου υπουργού Περιβάλλοντος Μπουπέντερ Γιαντάφ. Για την Ινδία το θέμα της απολιγνιτοποίησης είναι βαθιά πολιτικό και οικονομικό και τα περιθώρια ευελιξίας της μηδαμινά.

Την ίδια άποψη προτάσσει και το Πεκίνο, με μόνη διαφορά ότι εδώ η χρήση άνθρακα έχει και έναν ακόμη ισχυρό στρατηγικό ρόλο, αυτόν της διασφάλισης της ενεργειακής ασφάλειας και ανεξαρτησίας της χώρας. Μπορεί, άλλωστε, η χώρα να διασφαλίζει συνεχώς νέα ενεργειακά deals στον χώρο των ορυκτών καυσίμων για να βεβαιωθεί πως σε μακροχρόνιο επίπεδο ότι ροές θα επαρκούν για να τροφοδοτήσουν την αχόρταγη παραγωγική της μηχανή (ένας βασικός λόγος που διατηρεί και επεκτείνει την στρατηγική της σχέση με τη Ρωσία), όμως αντιμετωπίζει τον άνθρακα ως το πλέον αξιόπιστο ενεργειακό της μέσο.

Τα αποθέματα άνθρακα στο έδαφος της παραμένουν τεράστια και εύκολο να αντληθούν σε μια χώρα με άφθονα, εργατικά χέρια και ανύπαρκτους κανόνες εργασιακής και περιβαλλοντολογικής ασφάλειας. Επομένως η ιδέα της απολιγνιτοποίησης εκλαμβάνεται ως αυξημένο πολιτικό και οικονομικό ρίσκο για την ηγεσία της.

Εξάλλου, όπως επισημαίνουν συχνά τα αναπτυσσόμενα κράτη, ο στόχος της απολιγνιτοποίησης δεν είναι φτηνός και προφανώς γίνεται όλο και πιο δαπανηρός όσο πιο υψηλά είναι τα επίπεδα εξάρτησης μιας χώρας. Το κόστος αυτό, όπως και το ποιος θα το πληρώσει αποτελεί ένα έτερο… πονεμένο κεφάλαιο και μόνιμο αγκάθι στις συζητήσεις στα διεθνή φόρουμ.

Πρόσφατη έκθεση από ινδικό think tank υπολόγισε πως μόνο το κόστος της μετάβασης από τη χρήση άνθρακα θα κοστίσει στην οικονομία της ασιατικής χώρας περίπου 900 δισ. δολάρια μέσα σε ένα χρονικό φάσμα 30 ετών, ήτοι περίπου 600 δισ. για νέες επενδύσεις σε μονάδες και υποδομές και άλλα 300 δισ. για μέτρα προστασίας να υποστηριχθεί ο υπό κατάργηση κλάδος και οι εργαζόμενοι του. Ειδικά οι εργαζόμενοι δεν είναι μικρό θέμα, οικονομικά ή πολιτικά, καθώς ο κλάδος του άνθρακα εκτιμάται πως αριθμεί πάνω από πέντε εκατομμύρια θέσεις εργασίας.

Στην Κίνα, ο αριθμός των εργατών και των εργαζομένων στον στρατηγικής σημασίας κλάδο είναι ακόμη μεγαλύτερος, πλησιάζοντας τα επτά εκατομμύρια!

Διαβάστε ακόμη

Μυτιληναίος: «Χτίζει» τον νέο μεγάλο ιδιωτικό πάροχο ενέργειας μετά τη ΔΕΗ

Μπογκντάνοβιτς: Νέες εξαγορές και ανατιμήσεις στα «εργαλεία» ανάπτυξης της Coca Cola HBC

«Σαρώνουν» τα τυχερά παιχνίδια – Οι επιδόσεις για το πρώτο εξάμηνο του 2023 (πίνακας)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ