Της Μαριάννας Τζάννε

Ρυθμό ανάπτυξης της τουριστικής κίνησης από 3% έως 5% ετησίως για τα επόμενα χρόνια, προέβλεψε ο Πρόεδρος της Fraport κ. Στέφαν Σούλτε, μιλώντας σε συνέδριο του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου. Ο κ. Σουλτε εκτίμησε, ότι η αύξηση αυτή θα προέλθει από την παραχώρηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων, τα οποία όπως δήλωσε θα περάσουν στην κοινοπραξία την 1 Δεκεμβρίου. Ήδη, η εταιρεία έχει δεχτεί 1.700 βιογραφικά και βρίσκεται στο στάδιο της στελέχωσης των γραφείων της στην Ελλάδα. Ο κ. Σούλτε δήλωσε αισιόδοξος ότι η ελληνική κυβέρνηση θα κάνει ότι απαιτείται για να υπογραφεί η σύμβαση. Όπως έχει αναφέρει και στο παρελθόν, η Γερμανική εταιρεία, βασική προϋπόθεση για να ολοκληρωθεί η παραχώρηση και να καταβληθεί το ποσό του 1,23 δις. ευρώ είναι η αναδιάρθρωση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας.

Σύμφωνα με τον κ. Σούλτε από τα πρώτες ενέργειες που θα γίνουν στα αεροδρόμια, τα πρώτα τέσσερα χρόνια για να αλλάξει η εικόνα τους είναι να μειωθούν οι ουρές αναμονής, να βελτιωθούν τα θέματα υγιεινής, συντήρησης και ασφάλειας. « Αυτό που έχουμε συμφωνήσει με την κυβέρνηση, είναι να αναλάβουμε από την 1η Δεκεμβρίου την λειτουργία των αεροδρομίων για να μπορέσουμε να ξεκινήσουμε το χειμώνα τις αλλαγές, στους χώρους υγιεινής και ταυτόχρονα να γίνουν οι διαδικασίες για την πρώτη και μεγαλύτερη επένδυση την πρώτη και δεύτερη χειμερινή σεζόν. Είναι μία πρόκληση που στηρίχθηκε σε πολύ καλή συνεργασία με την κυβέρνηση» δήλωσε. Ο Πρόεδρος της Fraport αναφέρθηκε για άλλη μια φορά στις προοπτικές της χώρας μας, εξηγώντας γιατί η εταιρεία επενδύει στην Ελλάδα. «Πιστεύουμε στο μέλλον της Ελλάδας, στα δυνατά σημεία της χώρας. Η Ελλάδα έχει ζήσει δύσκολα χρόνια και χρειάζεται επενδύσεις. Ίσως θα πρέπει να υπάρχει θάρρος και τόλμη και να γίνει η επένδυση. Με τον Έλληνα εταίρο μας, ασχολούμαστε 3 χρόνια για το συγκεκριμένο έργο. Πρέπει να κάνουμε τη συγκεκριμένη επένδυση διότι είναι επιτυχημένη επιχειρηματική κίνηση. Γνωρίζετε τη Fraport ως το λειτουργό του αεροδρομίου της Φρανκφούρτης αλλά και σε όλη την υφήλιο. Έχουμε την τεχνογνωσία να επενδύουμε στις υποδομές αυτές αλλά και στην ενίσχυση της διασυνδεσιμότητας».