Υπό τον πλήρη έλεγχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τίθενται πλέον οι επενδύσεις που πραγματοποιούν εταιρείες τρίτων χωρών στα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σκοπό τη διασφάλιση των ευρωπαϊκών συμφερόντων έναντι «κάθε οικονομικής δραστηριότητας που επωφελείται από επιδότηση από τρίτη χώρα στην εσωτερική αγορά».

Ελάχιστες ώρες πριν την ολοκλήρωση της γαλλικής προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ και την παράδοση της σκυτάλης, για τους επόμενους έξι μήνες, στην Τσεχία, τα δύο νομοθετικά όργανα της ΕΕ, ήτοι το Συμβουλίου της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατέληξαν σε μια κατ’αρχήν συμφωνία για «την αντιμετώπιση πιθανών στρεβλώσεων του ανταγωνισμού και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη την απαγόρευση συγχωνεύσεων εταιρειών ή την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων».

Η ΕΕ οχυρώνεται απέναντι σε εταιρείες τρίτων κρατών, για παράδειγμα της Κίνας, που με τη βοήθεια κρατικών ενισχύσεων προσπαθούν να «κατακτήσουν» βασικούς τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας. Παρόλο που στο τελικό κείμενο συμπερασμάτων της γαλλικής προεδρίας δεν αναφέρεται, όπως ήταν αναμενόμενο, η Κίνα, ευρωπαϊκές πηγές, υπογραμμίζουν ότι ο βασικός σκοπός του νέου αυτού κανονισμού είναι να περιοριστεί η επιθετική πολιτική κινεζικών επιχειρήσεων οι οποίες χρηματοδοτούνται από το Πεκίνο.

Με απλά λόγια, η αντιμονοπωλιακή αρχή της ΕΕ θα μπορεί να διεξάγει έρευνες και να απαγορεύει επενδύσεις -και εξαγορές ευρωπαϊκών εταιρειών- από τρίτες χώρες (σ.σ κράτη που δεν ανήκουν στην ΕΕ) στα κράτη – μέλη της ΕΕ, σε «ευαίσθητους τομείς της οικονομίας», όπως οι εμπορικές αμαξοστοιχίες και οι τηλεπικοινωνίες, σε περίπτωση που αυτές οι επιχειρηματικές δραστηριότητες ξεπερνούν τα 250 εκατομμυρίων ευρώ.

Παράλληλα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορεί να απαγορεύσει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες κινεζικών ή άλλων επιχειρήσεων που λαμβάνουν κρατική στήριξη, σε κάθε τομέα της ευρωπαϊκής οικονομίας, εφόσον αυτές οι εταιρείες, έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 500 εκατομμυρίων ευρώ.

Σύμφωνα με την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, ο κανονισμός αυτός αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των στρεβλώσεων που προκαλούν οι επιδοτήσεις από τρίτες χώρες προς εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά της ΕΕ. Ο κανονισμός θεσπίζει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο που δίνει τη δυνατότητα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάζει κάθε οικονομική δραστηριότητα για την οποία χορηγείται επιδότηση από τρίτη χώρα στην εσωτερική αγορά. Με τον τρόπο αυτό, ο κανονισμός αποσκοπεί στην αποκατάσταση του θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ όλων των εταιρειών, ευρωπαϊκών και μη, που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά.

Βάσει του προτεινόμενου κανονισμού η Κομισιόν θα έχει την εξουσία να διερευνά τις χρηματοδοτικές συνεισφορές που χορηγούνται από τις δημόσιες αρχές τρίτης χώρας σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται οικονομικά στην Ευρωπαϊκή Ένωσης μέσω τριών εργαλείων:

• δύο εργαλείων προηγούμενης κοινοποίησης —ώστε να διασφαλίζονται όροι θεμιτού ανταγωνισμού για τις μεγάλες συγκεντρώσεις και τις προσφορές σε δημόσιες συμβάσεις μεγάλης κλίμακας·
• ενός γενικού εργαλείου έρευνας της αγοράς για τη διερεύνηση όλων των άλλων καταστάσεων της αγοράς και των συγκεντρώσεων και δημόσιων συμβάσεων χαμηλότερης αξίας.

Οι συννομοθέτες (ήτοι Συμβούλιο και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) αποφάσισαν να διατηρήσουν τα κατώτατα όρια κοινοποίησης που πρότεινε η Επιτροπή για τις συγκεντρώσεις και τις διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων:

• 500 εκατ. € για ετήσιο κύκλο
• 250 εκατ. € για τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων.

Η Επιτροπή θα έχει το δικαίωμα να ερευνά τις επιδοτήσεις που χορηγούνται έως και πέντε έτη πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού και οδηγούν σε στρεβλώσεις της εσωτερικής αγοράς μετά την έναρξη ισχύος του.

Προκειμένου να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή του κανονισμού σε ολόκληρη την ΕΕ, ο έλεγχος για την εφαρμογή του κανονισμού θα αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα της Επιτροπής. Ο κεντρικός αυτός τρόπος εφαρμογής του κανονισμού θα συνοδεύεται από τακτική ενημέρωση των κρατών μελών και τη συμμετοχή τους στη λήψη αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει του κανονισμού μέσω της συμβουλευτικής διαδικασίας.

Αν μια επιχείρηση δεν τηρεί την υποχρέωση κοινοποίησης επιδοτούμενης συγκέντρωσης ή χρηματοδοτικής συνεισφοράς στο πλαίσιο δημοσίων συμβάσεων που εμπίπτουν στα κατώτατα όρια, η Επιτροπή μπορεί να επιβάλει πρόστιμα και να εξετάσει την πράξη σαν να είχε κοινοποιηθεί.

Σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τις κατηγορίες για προστατευτισμό, και συνεπώς την υιοθέτηση εμπορικών αντιποίνων από άλλες χώρες, η ΕΕ ζητεί παράλληλα ισχυρότερους διεθνείς κανόνες κατά των επιδοτήσεων, ιδίως μέσω του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

Προστασία των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων από τον αθέμιτο ανταγωνισμό

Με τον νέον αυτόν κανονισμό η ΕΕ επιθυμεί να θέσει τέλος σε μια παράλογη κατάσταση όπου οι κρατικές ενισχύσεις εξετάζονταν με μεγάλη προσοχή εντός της ΕΕ και υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες, ενώ τρίτα κράτη είχαν την δυνατότητα να επιδοτούν γενναιόδωρα τις επιχειρήσεις τους και να ελέγχουν βασικούς τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας. «Είναι ένα σημαντικό βήμα προς την προστασία των οικονομικών μας συμφερόντων», δήλωσε ο Γάλλος Υπουργός Οικονομίας, Μπρυνό Λεμέρ, ο οποίος θα έχει τουλάχιστον αυτή την ικανοποίηση στο τέλος της γαλλικής προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ, καθώς το ουγγρικό βέτο εμπόδισε να επιτύχει την ελάχιστη φορολόγηση των πολυεθνικών.

Η προσωρινή συμφωνία που επιτεύχθηκε την Πέμπτη πρέπει να εγκριθεί από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο νέος κανονισμός δεν αναμένεται να τεθεί σε ισχύ πριν από τα μέσα του 2023, δεδομένου του χρόνου που απαιτείται για να στελεχωθεί η Επιτροπή για να αντιμετωπίσει τη νέα της ευθύνη.

Διαβάστε ακόμα:

Πόσο πιθανό είναι ένα νέο κύμα «κόκκινων» δανείων – Η επίφοβη «δεξαμενή»

Three Arrows Capital: Αίτηση πτώχευσης από το διάσημο hedge fund της αγοράς crypto

Πληροφορική: Τα deals, ο νέος κύκλος εξαγορών και οι μεγάλες επενδύσεις που έρχονται