Στον… ελέφαντα στο δωμάτιο που δεν είναι άλλος από το ιδιωτικό χρέος, το οποίο απειλεί πολλές ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα, εστίασαν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι από Ισπανία, Ιρλανδία και Ιταλία, καταθέτοντας τη δική τους εμπειρία από την προσπάθεια επίλυσης του γόρδιου αυτού δεσμού.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Asset Management Company (AMCO) της Ιταλίας, Stefano Cappiello, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στη χώρα βρέθηκαν στο απόγειό τους το 2015, για να μειωθούν στη συνέχεια και πλέον εγγράφονται στους ισολογισμούς οργανισμών εξειδικευμένων στη διαχείριση χρέους.

Λύσεις που συνέβαλαν στη μείωση του όγκου των «κόκκινων» χαρτοφυλακίων ήταν το πρόγραμμα κρατικών εγγυήσεων, η βελτίωση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, οι εξωδικαστικές αναδιαρθρώσεις με συμφωνίες πιστωτών και οφειλετών, καθώς και η δημιουργία μιας λειτουργικής δευτερογενούς αγοράς για επισφαλή στοιχεία. «Η κρατική εταιρεία διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού συνέβαλε στα παραπάνω», τόνισε ο κ. Cappiello.

Στις προκλήσεις που κλήθηκε να αντιμετωπίσει ήδη από το 2009, οπότε και τέθηκε σε λειτουργία η Εθνική Υπηρεσία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων της Ιρλανδίας (NAMA), αναφέρθηκε από την πλευρά του, ο πρόεδρός της, Aidan Williams. Παρουσιάζοντας ένα success story για τη μεταβίβαση δανείων σε τιμή υψηλότερη από την αγοραία αξία των δανείων (47 δισ. ευρώ) που οδήγησε στην τόνωση της δραστηριότητας της ιρλανδικής αγοράς, με ενθάρρυνση των διεθνών επενδυτών να αναλάβουν ρίσκο, ο κ. Williams υπογράμμισε πως το ιρλανδικό κράτος διέθεσε 64 δισ. ευρώ για τη στήριξη του τραπεζικού τομέα κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, με τον ρόλο της υπηρεσίας να είναι κομβικός στην εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών σε μία περίοδο που δεν υπήρχε τεχνογνωσία για την αντιμετώπιση μιας κρίσης τέτοιας κλίμακας.

Την εμπειρία της ισπανικής αγοράς στον τομέα της διαχείρισης «κόκκινων» δανείων μετέφερε ο πρόεδρος της Sareb of Spain, Javier Torres Riesco. «Η ισπανική αγορά έχει χαρακτηριστικά ανάλογα με αυτά της ελληνικής, ήτοι μεγάλο αριθμό μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και είναι δύσκολο για μία εταιρεία με λιγότερο από 10 υπαλλήλους να κάνει σωστή ανάλυση κινδύνου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα παρενέργειες, γι’ αυτό κρίνεται σκόπιμη η λειτουργία ενός οργανισμού με τεχνογνωσία», σχολίασε, αναλύοντας πρακτικές της Ισπανίας στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων για την εξυγίανση των ισπανικών τραπεζών με στόχο τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.

«Το ύψος του ιδιωτικού χρέους που υπάρχει στην Ελλάδα δεν είναι υψηλό σε ό, τι αφορά το μέγεθός του. Εάν το συγκρίνουμε με τις υπόλοιπες χώρες σε ποσοστό του ΑΕΠ, είναι κάτω από το μέσο όρο. Το πρόβλημα βρίσκεται στο γεγονός ότι δεν μπορούμε να εξυπηρετήσουμε τα δάνειά μας», σημείωσε η ειδική γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, κυρία Μαριαλένα Αθανασοπούλου, παραδεχόμενη πως η εξυπηρέτηση του χρέους είναι πολύ βαριά διότι υπήρχε μία μακρά ύφεση στην οικονομία και λόγω και της πολιτικά κακής διαχείρισής του.

Στην προσπάθεια που έχουν κάνει από την πλευρά τους οι εταιρείες διαχείρισης, προκειμένου το χρέος να γίνει βιώσιμο, εστίασε ο πρόεδρος της Ένωσης Εταιριών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΕΔΑΔΠ) και διευθύνων σύμβουλος της doValue Greece, κ. Τάσος Πανούσης.

«Από τις αρχές του 2020 έως και σήμερα οι εταιρείες διαχείρισης προχώρησαν σε ρυθμίσεις, συνολικού ύψους άνω των 7,3 δισ. ευρώ σε χαρτοφυλάκια που έχουν τιτλοποιηθεί ή μεταβιβαστεί, προσφέροντας σε δανειολήπτες βιώσιμες λύσεις για την εξυπηρέτηση του χρέους τους που στην πλειοψηφία των περιπτώσεων περιελάμβαναν και άφεση χρέους. Όσον αφορά στα δάνεια που παραμένουν εντός τραπεζικών ισολογισμών, οι εταιρείες ρύθμισαν πάνω από 430.000 δάνεια, ύψους πάνω από 8,5 δισ. ευρώ, τα οποία δεν έχουν μεταβιβαστεί σε τρίτους επενδυτές και συνεχίζουν να ανήκουν στα τραπεζικά ιδρύματα. Τα συγκεκριμένα δάνεια αναταξινομήθηκαν ως εξυπηρετούμενα και επανήλθαν στα υγιή τραπεζικά χαρτοφυλάκια», ανέφερε, σημειώνοντας πως μία βιώσιμή ρύθμιση του χρέους δεν απαλλάσσει απλώς τον δανειολήπτη από το άγχος και το βάρος της ανεξόφλητης οφειλής. Το σημαντικότερο είναι ότι μέσα από αυτές τις ρυθμίσεις χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις επιστρέφουν στην ομαλή οικονομική δραστηριότητα και ανακτούν την πρόσβασή τους στο τραπεζικό σύστημα. Με τον τρόπο αυτό, αυξάνει το δυναμικό της οικονομίας συνολικά, ώστε να ανακτηθούν σταδιακά οι απώλειες της κρίσης.

Διαβάστε ακόμη:

Στην Ελλάδα ο CEO της Jet2 – Το μεγαλύτερο πρόγραμμα για το καλοκαίρι του 2023 με 1,3 εκατ. θέσεις

Citi: Ξεκάθαροι πωλητές οι επενδυτές στην Ευρώπη – Τι σήμα έδωσαν οι εκροές κεφαλαίων στο παρελθόν (πίνακες)

Χαλυβουργία Ελλάδος: Η εκτόξευση στον τζίρο και τα ερωτήματα για τη συνέχεια (pics)