Hταν ήδη «συναχωμένη» η παγκόσμια οικονομία και όλοι περίμεναν ότι το 2020 θα έπαιρνε τα πάνω της μετά την ανακωχή στον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ – Κίνας, αλλά ήρθε ο κορωνοϊός και πλέον απειλείται με «πνευμονία».

Οι τιμές των μετοχών στα χρηματιστήρια κατέρρευσαν μόλις η επιδημία έφτασε στο δυτικό ημισφαίριο, μεγάλες εταιρείες σε όλο τον κόσμο άρχισαν να προειδοποιούν τους επενδυτές με ανακοινώσεις για χαμηλότερες πωλήσεις και κέρδη, ενώ όλες οι εκτιμήσεις πλέον συγκλίνουν στο ότι ο κορωνοϊός θα έχει σημαντικό κόστος για την παγκόσμια οικονομία, ακόμα κι αν τελικά οι επιπτώσεις του στην παγκόσμια υγεία τεθούν υπό έλεγχο.

Όλες οι εταιρείες αξιολόγησης και αναλύσεων κατεβάζουν προς τα κάτω τις προβλέψεις για την παγκόσμια ανάπτυξη, ενώ ανησυχία εκφράζουν και πηγές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η οικονομική ζημιά -προς το παρόν- δεν οφείλεται τόσο στις άμεσες συνέπειες στην υγεία των ανθρώπων, αλλά στα μέτρα που λαμβάνονται για να αποτραπεί η μετάδοση του ιού.

Οι μετακινήσεις και οι συναθροίσεις περιορίζονται, επιβάλλεται καραντίνα, με αποτέλεσμα να εμποδίζεται η οικονομική λειτουργία σε επιχειρήσεις, περιοχές και τελικά σε ολόκληρες χώρες. Ακόμα και οι υγιείς άνθρωποι μένουν σπίτι για να μην κολλήσουν, δεν ταξιδεύουν, δεν αγοράζουν και δεν δουλεύουν. Ετσι, μειώνεται η κατανάλωση αλλά και η παραγωγή.

Καθώς ο COVID-19 μεταδίδεται πολύ εύκολα, οι προσπάθειες περιορισμού του είναι πολύ πιο έντονες, όπως και οι επιπτώσεις στη λειτουργία της αγοράς, και έτσι η οικονομική ζημία θεωρείται αναπόφευκτη, ακόμα κι αν τελικά το τίμημα για την παγκόσμια υγεία αποδειχθεί περιορισμένο.

Υπάρχουν πολλές διαφορετικές αναλύσεις και προβλέψεις για την έκταση του οικονομικού προβλήματος, οι οποίες, όπως είναι φυσικό, διαφέρουν ανάλογα με τα σενάρια επέκτασης της επιδημίας. Εάν εξελιχθεί σε πανδημία, οι εκτιμήσεις είναι αρκετά δυσοίωνες, αλλά ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι από τη φύση απρόβλεπτο, όπως και οι συνέπειές του.

Η Παγκόσμια Τράπεζα έχει εκτιμήσει, πάντως, ότι μια σοβαρή πανδημία θα μπορούσε να εξαφανίσει το το 5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ήτοι περί τα 3 τρισ. δολάρια. Από την άλλη πλευρά, εάν τελικά η επέκταση του κορωνοϊού σταματήσει μέσα στο επόμενο διάστημα, οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι οι επιπτώσεις θα είναι μεν σοβαρές, αλλά όχι δραματικές και η παγκόσμια οικονομία θα μπορέσει να αποφύγει τη συντονισμένη ύφεση.

Σε ένα τέτοιο αισιόδοξο σενάριο, η βουτιά των χρηματιστηρίων θα αποδειχθεί ότι ήταν η αναγκαία διόρθωση που περίμεναν οι επενδυτές, μια ευκαιρία για να αγοράσουν και πάλι μετοχές. Αν μη τι άλλο, υπάρχει η προσδοκία -σχεδόν βεβαιότητα- ότι οι κεντρικές τράπεζες για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της επιδημίας θα εντείνουν τα μέτρα νομισματικής χαλάρωσης (μείωση επιτοκίων και τύπωμα χρήματος μέσα από μαζικές αγορές ομολόγων), διοχετεύοντας ποταμούς ρευστότητας για να στηρίξουν την οικονομική δραστηριότητα και να αποτρέψουν την ύφεση.

Ενας άλλος σοβαρός παράγοντας ρίσκου είναι η χρηματιστηριακή φούσκα που έχει δημιουργηθεί παγκοσμίως ύστερα από 10 και πλέον χρόνια νομισματικής χαλάρωσης. Ενα σοκ που θα οδηγούσε σε απότομη και σημαντική υποχώρηση των τιμών των μετοχών θα ήταν από μόνο του πρόσθετος υφεσιακός παράγοντας.

Ηδη η οικονομία της Ιταλίας θεωρείται βέβαιο ότι θα περάσει σε ύφεση, ενώ είναι πολύ πιθανό να συμβεί το ίδιο και στη Γερμανία, η οποία την έχει αποφύγει στο τσακ μέχρι τώρα, αλλά πέρσι εμφάνισε τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης (+0,6%) από τα βαθιά της κρίσης, λόγω του πλήγματος που δέχτηκαν οι εξαγωγές της εξαιτίας του διεθνούς εμπορικού πολέμου.

Ερώτημα είναι εάν θα γλιτώσει η Γαλλία, η οικονομία της οποίας τελευταία δείχνει μεγαλύτερες αντοχές, αλλά είναι βέβαιο ότι σε ένα τέτοιο περιβάλλον ολόκληρη η Ευρωζώνη θα κινηθεί με χαμηλότερες ταχύτητες, γεγονός που θα επηρεάσει τους πάντες.

Αλλά και στις ΗΠΑ εμφανίζονται τα πρώτα κρούσματα μαζί με τα ερωτήματα πώς θα μπορούσε μια πιθανή επιδημία να επηρεάσει την οικονομία, αλλά και το προεκλογικό σκηνικό, καθώς ο Τραμπ πολέμησε το σύστημα γενικής ιατροφαρμακευτικής κάλυψης. Ηδη οι αποδόσεις των βραχυχρόνιων αμερικανικών ομολόγων είναι υψηλότερες από εκείνες των μακροχρόνιων, ενώ φυσιολογικά συμβαίνει το αντίθετο, γεγονός που θεωρείται ένδειξη επερχόμενης ύφεσης. Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι μόνο ότι περιορίζεται η κατανάλωση.

Στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία η αλυσίδα παραγωγής ενός και μόνο προϊόντος μπορεί να εκτείνεται σε δεκάδες χώρες. Τα προβλήματα στην Κίνα, που είναι το «εργοστάσιο του πλανήτη», επεκτάθηκαν σε όλο τον κόσμο, καθώς η χώρα εισάγει πρώτες ύλες από την Ασία, την Αφρική και την Αμερική, μηχανήματα από την Ευρώπη, και εξάγει προϊόντα που τροφοδοτούν την οικονομική μηχανή όλων των άλλων.