Η πρώτη αξιολόγηση ολοκληρώθηκε, με συμφωνία της κυβέρνησης με τους εταίρους της. Ποιες προοπτικές όμως ανοίγονται για την ελληνική οικονομία, το τραπεζικό σύστημα και κατ’ επέκταση για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις κάθε μεγέθους;

Οι διευθύνοντες σύμβουλοι των τραπεζών, οι οποίες καλούνται να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο, τόσο στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας όσο και στο κορυφαίο ζήτημα που απασχολεί μεγάλο αριθμό πολιτών και επιχειρήσεων, στα «κόκκινα» δάνεια, καταθέτουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την άποψή τους.

Δηλώνουν κατηγορηματικά ότι οι τράπεζες, που επιστρέφουν στην κερδοφορία, είναι πλέον έτοιμες να συμβάλλουν στην αλλαγή σελίδας της ελληνικής οικονομίας, στηρίζοντας την πελατειακή τους βάση, δίνοντας έμφαση, μεταξύ άλλων, στη στήριξη της υγιούς επιχειρηματικότητας και ειδικότερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς, Σταύρος Λεκκάκος υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, ότι «η συμφωνία της κυβέρνησης με τους θεσμούς ήρθε σε μία κρίσιμη για τη χώρα μας στιγμή. Πεποίθησή μας είναι ότι η σταθεροποίηση του διεθνούς οικονομικού κλίματος, παράλληλα με τις χαμηλές τιμές ενέργειας και τα χαμηλά επιτόκια, αλλά και τα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας (ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ) συνιστούν ευκαιρία και ανάσα για την ελληνική οικονομία, ώστε να αξιοποιήσει τη συγκυρία και να μπορέσει να ανακάμψει σταδιακά μετά την πολυετή ύφεση».

Ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Λεωνίδας Φραγκιαδάκης επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι «μετά από 7 έτη ύφεσης, η οικονομία μας βρίσκεται στο κρίσιμο σημείο όπου πρέπει να στρατευτούν όλες οι δυνάμεις, παραγωγικές, χρηματοδοτικές και θεσμικές, ώστε η καθεμία από την πλευρά της να υποστηρίξει και να υλοποιήσει αναπτυξιακές δράσεις», υπογραμμίζοντας, ότι «η ανάπτυξη δεν θα έρθει από μόνη της, σαν αυτόματο αντανακλαστικό στη βούληση όλων για τον τερματισμό της ύφεσης».

Ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας αναφέρει ότι «η συμφωνία στο Eurogroup αίρει ένα σοβαρό παράγοντα αβεβαιότητας για τις προοπτικές της χώρας και ανοίγει το δρόμο για μια σειρά θετικών εξελίξεων το αμέσως επόμενο διάστημα στην ελληνική οικονομία», επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι «η ανάκτηση της βαθιά κλονισμένης εμπιστοσύνης απαιτεί πειθαρχία και προσήλωση στους στόχους».