Ο θερμότερος από τον αναμενόμενο χειμώνα προκάλεσε υπερπροσφορά στην αγορά φυσικού αερίου, ωθώντας τις τιμές προς τα κάτω. Το πρόσφατο ενδιαφέρον για το υγροποιημένο φυσικό αέριο αύξησε τόσο τις τιμές όσο και τα κέρδη, δημιουργώντας ένα κύμα νέων επενδύσεων στον τομέα.

Πάνω από 150 εκατ. τόνους ετήσιας δυναμικότητας LNG βρίσκονται επί του παρόντος υπό κατασκευή, σηματοδοτώντας ένα «ρεκόρ επέκτασης της αγοράς», όπως ανέφερε η Morgan Stanley σε πρόσφατο σημείωμά της.

«Αναμένουμε ότι η υπερπροσφορά στην αγορά φυσικού αερίου θα φτάσει σε υψηλά επίπεδα πολλών δεκαετιών τα επόμενα χρόνια», προσέθεσαν οι στρατηγικοί αναλυτές της Morgan Stanley.

Οι ΗΠΑ, ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο, οδεύουν προς ένα ακόμη έτος παραγωγής-ρεκόρ, αν και με σημαντικά μικρότερη αύξηση, καθώς οι εταιρείες περιορίζουν τη δραστηριότητά τους μετά από ένα κύμα εξαγορών στον κλάδο, όπως δήλωσαν οι αναλυτές.

Φυσικό αέριο

Οι τιμές του φυσικού αερίου κυμαίνονται σήμερα κοντά στα 1,83 δολάρια ανά MMBtu, έχοντας καταγράψει μείωση κατά 22% φέτος. Ο θερμότερος του αναμενόμενου χειμώνας έχει μειώσει τη ζήτηση για θέρμανση και συνεπώς για φυσικό αέριο στις χώρες που καταναλώνουν LNG.

«Οι παγκόσμιες τιμές του φυσικού αερίου τείνουν προς τα κάτω λόγω των ήπιων χειμερινών συνθηκών που παρατηρούνται στις περιοχές του βόρειου ημισφαιρίου, όπως στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη και τη Βόρεια Ασία», δήλωσε στο CNBC ο επικεφαλής της S&P Global για τις αναδυόμενες αγορές φυσικού αερίου και LNG στην Ασία, Σι Ζιν Τσονγκ, ο οποίος προσέθεσε πως «οι ευρωπαϊκές χώρες θα επωφεληθούν σίγουρα περισσότερο από αυτές τις χαμηλές τιμές».

Οι ΗΠΑ, οι οποίες είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής υγροποιημένου φυσικού αερίου στον κόσμο, ανέφεραν τον θερμότερο χειμώνα στην καταγεγραμμένη ιστορία. Η Ευρώπη κατέγραψε τον δεύτερο θερμότερο χειμώνα στα ιστορικά. Ομοίως, η μέση θερμοκρασία της Ιαπωνίας τον φετινό χειμώνα ήταν επίσης 1,27 βαθμούς Κελσίου υψηλότερη από την κανονική.

Δεδομένης της μείωσης των ροών φυσικού αερίου από την Ρωσία, οι εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ευρώπη επεκτάθηκαν στο 35% της συνολικής προμήθειας φυσικού αερίου, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου αγοράζεται σε τιμές spot. Ως εκ τούτου, οι χαμηλότερες τιμές αυτές βοηθούν στη διατήρηση των εισαγωγών καυσίμων σε προσιτές τιμές.

Άλλοι κερδισμένοι από την κατάσταση στην αγορά φυσικού αερίου θα είναι η Ινδία και η Νοτιοανατολική Ασία, όπως δήλωσε η Morgan Stanley. Οι χαμηλότερες τιμές του LNG επωφελούν περισσότερο την Ινδία και την Ταϊλάνδη, καθώς το εισαγόμενο φυσικό αέριο αποτελεί το 30% έως 50% του ενεργειακού τους εφοδιασμού.

Η ζήτηση φυσικού αερίου της Ινδίας είναι από τις πιο ελαστικές, πράγμα που σημαίνει ότι οι καταναλωτές θα αγοράζουν περισσότερο καθώς οι τιμές πέφτουν. Η Ταϊλάνδη είναι ένας από τους κορυφαίους καταναλωτές φυσικού αερίου μεταξύ των αναδυόμενων οικονομιών της αγοράς.

Ενώ η άφθονη ικανότητα αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου σε παγκόσμιο επίπεδο υπογραμμίζει τα πτωτικά θεμελιώδη στοιχεία για τις τιμές, ο αναλυτής της Rystad Energy, Λου μιν Πανγκ, δήλωσε ότι η ζήτηση θα μπορούσε να ανακάμψει, καθώς οι δευτερεύουσες και οι αναδυόμενες αγορές όπως η Κίνα προσελκύονται ξανά στην αγορά από τις χαμηλές τιμές.

Πετρέλαιο

Η παραγωγή των αμερικανικών κοιτασμάτων πετρελαίου έφτασε πέρυσι σε υψηλό ρεκόρ 12,9 εκατομμυρίων βαρελιών ημερησίως, καθώς οι πετρελαϊκές χρησιμοποίησαν τη νέα τεχνολογία άντλησης «μαύρου χρυσού» για να αντισταθμίσουν τις χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου και τον μειωμένο αριθμό των εξέδρων.

Αναλυτές και οργανισμοί αναμένουν μέτρια αύξηση της παραγωγής φέτος, καθώς ο αριθμός των γεωτρήσεων στις ΗΠΑ παραμένει σημαντικά χαμηλότερος από ό,τι τα προηγούμενα χρόνια.

Η Wood Mackenzie έχει προβλέψει αύξηση της παραγωγής κατά 270.000 βαρέλια ημερησίως φέτος, η οποία είναι παρόμοια με την αύξηση κατά 260.000 βαρέλια ημερησίως την οποία προβλέπει η Υπηρεσία Ενεργειακών Πληροφοριών των ΗΠΑ (EIA).

Ωστόσο, οι αναλυτές της Macquarie έχουν υιοθετήσει μια πιο αισιόδοξη προοπτική για την παραγωγή των ΗΠΑ φέτος. Η εταιρεία ερευνών αναμένει ότι η αμερικανική προσφορά θα φτάσει περίπου τα 14 εκατομμύρια βαρέλια/ημέρα μέχρι το τέλος του έτους, παρά τις «βιομηχανικές τριβές» από τις εξαγορές και τις «υποτονικές» προβλέψεις ανάπτυξης από τις εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες.

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος θα μπορούσαν ενδεχομένως να μετατραπούν σε κάτι το θετικό στο μέλλον, εάν οι ιδιωτικές εταιρείες ανακτήσουν τη δυναμική τους και οι εισηγμένες εταιρείες αρχίσουν να εκμεταλλεύονται επιθετικά περιοχές πόρων υψηλότερης ποιότητας το 2025, προσέθεσαν οι αναλυτές.

Ο πετρελαϊκός τομέας των ΗΠΑ βίωσε σημαντικές συγχωνεύσεις και εξαγορές πέρυσι, καθώς μεγάλες ενεργειακές εταιρείες προσπάθησαν να ενισχύσουν την παρουσία τους στα βασικά εγχώρια σχιστολιθικά κοιτάσματα πετρελαίου. Σημειωτέον πως η Exxon Mobil ανακοίνωσε την εξαγορά της Pioneer Natural Resources σε μια συμφωνία αξίας 59,5 δισ. δολαρίων. Εν τω μεταξύ, η Chevron συμφώνησε να εξαγοράσει τη μικρότερη ανταγωνιστή της Hess σε μια συμφωνία ύψους 53 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Κλιματική αλλαγή

Ενώ η αύξηση της αμερικανικής παραγωγής τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει συμβάλει στην αντιμετώπιση της αστάθειας των τιμών των καυσίμων, έχει επίσης προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την κλιματική αλλαγή.

Οι ΗΠΑ ήταν επίσης η χώρα με τη μεγαλύτερη εκπομπή μεθανίου από την άντληση πετρελαίου και φυσικού αερίου πέρυσι, ακολουθούμενη από τη Ρωσία, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας. Η χώρα στοχεύει να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 50% έως 52% κάτω από τα επίπεδα του 2005 έως το 2030, προτού επιτύχει το στόχο net zero έως το 2050.

Πολλές εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου παγκοσμίως έχουν επενδύσει στη δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, ο οποίος στη συνέχεια αποθηκεύεται υπόγεια.

Πάραυτα, ο ΙΕΑ έχει επίσης προειδοποιήσει πολλάκις για τις «υπερβολικές προσδοκίες και της εξάρτησης από τη στρατηγική δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCUS/Carbon Capture and Underground Storage)».

Εάν η κατανάλωση πετρελαίου και φυσικού αερίου εξελισσόταν όπως προβλέπεται, θα απαιτούσε 32 δισεκατομμύρια τόνους CCUS μέχρι το 2050, συμπεριλαμβανομένων 23 δισεκατομμυρίων τόνων μέσω άμεσης δέσμευσης στην ατμόσφαιρα, ανέφερε ο οργανισμός σε έκθεσή του πέρυσι. Θα απαιτούνταν επίσης ετήσιες επενδύσεις ύψους 3,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων από σήμερα έως τα μέσα του αιώνα, ποσό ίσο με τα ετήσια μέσα έσοδα της όλης βιομηχανίας τα τελευταία χρόνια.

Διαβάστε ακόμη

energycost: Σε λειτουργία το νέο εργαλείο σύγκρισης τιμών για ρεύμα και φυσικό αέριο 

ΔΝΤ προς κυβερνήσεις: Φτιάξτε πάλι «μαξιλάρια» ασφαλείας (γραφήματα)

Η Glass Lewis καλεί τους μετόχους της Goldman Sachs να απορρίψουν τις αμοιβές των στελεχών της

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ