H επίσκεψη του Καγκελάριου Όλαφ Σολτς και των στελεχών των μεγαλύτερων γερμανικών επιχειρήσεων στην Κίνα  θα ενισχύσει τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί είναι οι αναλυτές και οι πολιτικοί οι οποίοι ανησυχούν για την ολοένα και αυξανόμενη εξάρτηση της Ευρώπης από την ασιατική χώρα.

Η γερμανική αποστολή συμπεριλαμβάνει μεγαλοστελέχη κολοσσών όπως BASF SE, Volkswagen AG, Deutsche Bank AG και BioNTech SE. Η επίσκεψη των Γερμανών στη χώρα ενδέχεται να υπογραμμίσει και το πιθανό διακύβευμα του Βερολίνου τη στιγμή που τόσο η Ουάσινγκτον όσο και η υπόλοιπη Ε.Ε. κάνουν λόγο για ολική απαγκίστρωση από τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.

Το δίλημμα

Εδώ και δεκαετίες, η Κίνα αποτελούσε ελκυστικό οικονομικό προορισμό για τους Ευρωπαίους. Το αφήγημα αυτό, όμως, έχει αλλάξει τη στιγμή που οι σινορωσικές σχέσεις είναι πιο καλές από ποτέ, κάτι που δημιουργεί δίλημμα στην εξαγωγέα αυτοκινήτων και αγαθών προς την κινεζική αγορά, Γερμανία. Πόσο θα πρέπει να βασιστεί σε μία οικονομία η οποία, όπως και η Ρωσία, ενδέχεται να μετατραπεί απότομα σε «παρία» της Δύσης;

Σύμφωνα με δηλώσεις ανώτατου στελέχους της γερμανικής κυβέρνησης στο Bloomberg, οι Γερμανοί πολιτικοί γνωρίζουν πολύ καλά πως η Κίνα υπό την ηγεσία του Σι Τζινπίνγκ έχει αλλάξει ρότα και οποιαδήποτε εξάρτηση από την ασιατική οικονομία πρέπει άμεσα να σταματήσει, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα στρατηγικής σημασίας προϊόντα. Από την άλλη, η επίσκεψη του Σολτς και της γερμανικής αποστολής υπογραμμίζει τη σημασία της οικονομικής συνεργασίας της Ευρώπης με την Κίνα για την αντιμετώπιση των τρεχουσών παγκόσμιων κρίσεων.

«Δεν αποζητούμε απαγκίστρωση από την Κίνα. Αλλά τί θέλει η Κίνα;», αναρωτήθηκε ο Σολτς σε πρόσφατο άρθρο στην Frankfurter Allgemeine Zeitung, υπογραμμίζοντας πως «αποσκοπούμε στη μείωση της μονομερούς εξάρτησης σε συγκεκριμένους τομείς».

Η «διελκυστίνδα» αυτή γίνεται ολοένα και δυσκολότερη, δεδομένης της αποτυχημένης γεωπολιτικής στρατηγικής της προκατόχου του Σολτς, Άνγκελα Μέρκελ η οποία είχε κάνει τεράστιο «άνοιγμα» προς την Κίνα και τη Ρωσία. Εκτός από τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι διμερείς σχέσεις μεταξύ της Γερμανίας και της ασιατικής χώρας έχουν επιδεινωθεί λόγω των βίαιων επεισοδίων στο Χονγκ Κονγκ, της καταπίεσης των Κινέζων Μουσουλμάνων και των διαφορετικών στρατηγικών αντιμετώπισης της πανδημίας.

Το μακροχρόνιο εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας έχει μετατραπεί σε έλλειμμα τη στιγμή που η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα πλήττεται από τα συνεχόμενα lockdowns. Τόσο η BASF όσο και οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν επενδύσει δισεκατομμύρια ευρώ στην Κίνα τους τελευταίους μήνες, αλλά οι μικρομεσαίες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν αποτραβηχτεί από την ασιατική χώρα, σύμφωνα με το Rhodium Group.

Ο Σι Τζινπίνγκ, παράλληλα, προσπαθεί να ενισχύσει τη συνεργασία της Κίνας με την Ευρωπαϊκή Ένωση ως αντισταθμιστικό παράγοντα της ολοένα και εχθρικότερης αντιμετώπισης της Ουάσινγκτον αλλά και των προσπαθειών του Αμερικανού Προέδρου Τζο Μπάιντεν για τη δημιουργία ενός γκρουπ φιλελεύθερων, δυτικών δημοκρατιών.

Ο Κινέζος ηγέτης ο οποίος πρόσφατα ανέλαβε για τρίτη συνεχόμενη φορά τα καθήκοντα της προεδρίας του Κομμουνιστικού Κόμματος της χώρας, από την πλευρά του, απέφυγε να εναντιωθεί ανοιχτά κατά της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, ενώ δεν σχολίασε τις κατηγορίες για παράβαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ουιγούρων.

Σινοευρωπαϊκές σχέσεις

Σύμφωνα με πρόσφατη ομιλία του Ύπατου Εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ζοζέπ Μπορέλ, τον περασμένο μήνα η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί, πια, να βασίζεται στις ΗΠΑ όσον αφορά την ασφάλειά της, ενώ παράλληλα δεν μπορεί να βασίζεται στη Ρωσία και την Κίνα όσον αφορά την οικονομική της ανάπτυξη.

«Έχουμε εισέλθει σε μία νέα εποχή σινοευρωπαϊκών σχέσεων» τόνισε το στέλεχος της Rhodium Group, Νόα Μπάρκιν, προσθέτοντας πως «η συνεργασία του Σι με τον Πούτιν τη στιγμή που η Ρωσία έχει εισβάλει στην Ευρώπη ενισχύει την άποψη πως η Ε.Ε. θα πρέπει να θεωρήσει την Κίνα ως ανταγωνιστή και όχι ως συνεργάτη».

Πολλοί Ευρωπαίοι ρυθμιστές όπως ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, όμως, συμμερίζονται την άποψη του Σολτς όσον αφορά τις επιδεινούμενες σινοαμερικανικές διπλωματικές σχέσεις, τονίζοντας πως η Ευρώπη δε θα πρέπει να λάβει μέρος στην ιδεολογική και γεωπολιτική σύγκρουση αυτή. Ο Μακρόν, όπως και ο Σολτς, τονίζουν πως η Ευρώπη θα πρέπει να παίξει έναν ουδέτερο ρόλο ο οποίος θα ενισχύσει τις εμπορικές σχέσεις με το Πεκίνο παρά την ανάγκη διαφοροποίησης ολόκληρης της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί είχαν αντιδράσει στις εκκλήσεις του Μπάιντεν για την άρση πρόσβασης των Κινέζων στα τεχνολογικά εξελιγμένα μικροτσίπ, οδηγώντας τον Λευκό Οίκο σε μονομερείς αποφάσεις. Αρκετοί Ευρωπαίοι ρυθμιστές πιστεύουν πως η Ουάσινγκτον έχει δώσει υπερβολική έμφαση στον ανταγωνισμό της με το Πεκίνο και αγνοεί τη σωρεία λοιπών προβλημάτων.

Το κοινό ευρωπαϊκό αφήγημα όμως, σταματά εκεί. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες του πρώην σοβιετικού μπλοκ θεωρούν την αυξημένη επιρροή της Κίνας ως τεράστιο πρόβλημα, δεδομένου και του πρόσφατου εμπάργκο της ασιατικής χώρας προς τη Λιθουανία λόγω της ενίσχυσης των διπλωματικών σχέσεων του ευρωπαϊκού κράτους με την Ταϊβάν. Άλλες χώρες όπως η Ουγγαρία, όμως, συνεχίζουν να προσεγγίζουν το Πεκίνο.

Σύμφωνα με τον αναλυτή της Mercator Institute for China Studies, Γκρέγκορζ Στεκ «το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η διαφορά των προσεγγίσεων των εκάστοτε κυβερνήσεων προς την Κίνα. Το χάσμα των απόψεων αυτών δημιουργεί “πηγαδάκια” συμφερόντων και δε βοηθά στην εύρεση κοινής λύσης».

O Σολτς τόνισε, πάντως, πως έχει συνομιλήσει με αρκετούς Ευρωπαίους ομολόγους του πριν το ταξίδι, τονίζοντας πως «θα επισκεφτώ την Κίνα ως Γερμανός, αλλά και ως Ευρωπαίος».

Ο Γερμανός Καγκελάριος καλείται, όμως, να κρατήσει και μια σκληρότερη στάση εναντίον της Κίνας, δεδομένης της πρόσφατης πώλησης του 24,9% του μετοχικού μεριδίου του λιμανιού του Αμβούργου στην Cosco, συμφωνία η οποία είχε προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις από μέλη του υπουργικού του συμβουλίου. Ο ηγέτης του κόμματος των Πρασίνων, Ομίντ Νουριπούρ υπογράμμισε πως «δεν μπορούμε πια να έχουμε σχέσεις “business as usual” με την Κίνα».

Κινεζική αγορά

Η άποψη των Ευρωπαίων όσον αφορά την εγχώρια αγορά της Κίνας όπου οι πολυεθνικές ανταγωνίζονται τις κινεζικές μάρκες, έχει επίσης επιδεινωθεί. Τα προϊόντα εταιρειών όπως BYD Co και Geely Automobile Holdings Ltd. αποτέλεσαν το 80% των εγχώριων πωλήσεων ηλεκτρικών οχημάτων, σύμφωνα με επίσημα δεδομένα. Παράλληλα, η δημοφιλία των κινεζικών brands τώρα εξαπλώνεται και στην παγκόσμια αγορά.

«Το αφήγημα των κινεζικών προϊόντων που γνωρίζαμε έχει αλλάξει» τόνισε ο πρόεδρος του European Union Chamber of Commerce in China και αντιπρόσωπος της BASF στη χώρα, Γιόργκ Βούτκε, προσθέτοντας πως «η επιχειρηματική δραστηριότητά μας στην Κίνα έχει γίνει πολύ πιο δύσκολη και πολύπλοκη».

Σημειωτέον πως η αυτοκινητοβιομηχανία αποτελεί κύριο πυλώνα της γερμανικής οικονομίας, απασχολώντας περίπου 800.000 άτομα, ενώ καταγράφει τα μεγαλύτερα κέρδη οποιασδήποτε άλλης εγχώριας βιομηχανίας. Οι VW, Mercedes και BMW έχουν κατασκευάσει δεκάδες βιομηχανικές μονάδες στην Κίνα με αντίτιμο την πρόσβαση στην τεχνολογία τους από Κινέζους συνεργάτες. Η «εκδίωξή» τους από την ασιατική αγορά θα έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο στη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία όσο και σε εκατοντάδες άλλες εταιρείες σε ολόκληρο το μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Διχογνωμία

Παρ’όλα αυτά, πρόσφατη ραγδαία επιδείνωση των διπλωματικών σχέσεων της Δύσης με τη Ρωσία έχει θέσει επί τάπητος την πιθανότητα μαζικής και απότομης απόσυρσης των ευρωπαϊκών εταιρειών από την κινεζική αγορά. Τα στελέχη των εταιρειών έχουν ήδη αρχίσει τη δημιουργία σχεδίων για την αντιμετώπιση μίας αναγκαστικής τέτοιας αποχώρησης εάν η Κίνα εισβάλλει στην Ταϊβάν και η Γερμανία αποφασίσει για την επιβολή κυρώσεων.

Το συνολικό αποκύημα της επίσκεψης του Σολτς στην Κίνα παραμένει άγνωστο. Η παρουσία τόσο πολλών μεγαλοστελεχών κολοσσιαίων επιχειρήσεων, όμως, ενδέχεται να αποτελεί ένδειξη σύναψης συμφωνιών, ή τουλάχιστον, της ανανέωσης των υπαρχόντων. Παρ’ όλα αυτά, ο Γερμανός Καγκελάριος τόνισε πως δεν πρόκειται να αποφύγει τις συζητήσεις για δύσκολα θέματα όπως τα πολιτικά δικαιώματα των μειονοτήτων στη χώρα.

Η επίσκεψη, όμως, μπορεί να ενισχύσει τις προσπάθειες των Κινέζων για τη επέκταση του χάσματος μεταξύ των διαφόρων ευρωπαϊκών κρατών, σύμφωνα με την αναλυτή του Association for International Affairs, Ιβάνα Καράσκοβα: «οι μονομερείς αυτές επισκέψεις αποδυναμώνουν την ενότητα της Ευρώπης σε ό,τι αφορά την κοινή προσέγγιση της Γηραιάς Ηπείρου προς την Κίνα. Η ασιατική χώρα θα νομίζει, και πάλι, πως η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει κοινή άποψη ή γνώμη και όποια συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών μπορεί να διαφθαρεί από διμερείς συμφωνίες».

Διαβάστε ακόμη:

ΛΑΡΚΟ: Ένσταση της κοινοπραξίας ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ – AD Holdings AG κατά των Ιρλανδών

Προχωρά η μεταμόρφωση του Hilton Αθηνών – Προς ομολογιακό έως 280 εκατ. για την Ιονική Ξενοδοχειακή

H σκληρή αλήθεια για την κλιματική κρίση. Ενα μανιφέστο από τον θρυλικό διαφημιστή των καιρών μας, στο newmoney